Επιμνημόσυνος λόγος του Χ. Τριανταφυλλίδη την 20/7/2017 εις τον Ιερό Ναό Παναγίας Φανερωμένης

Print Friendly, PDF & Email

20 ΙΟΥΛΙΟΥ 2017

Xρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης*

 

 – Μακαριότατε, σας ευχαριστώ για την μεγάλη τιμή που μου αποδώσατε αναθέτοντας μου την εκφώνηση σήμερα του επιμνημόσυνου αυτού λόγου.  

– Η 20 Ιουλίου του 1974 δεν είναι μία οποιαδήποτε επετειακή ημέρα για μένα. 

– Η 20 Ιουλίου του 1972 με βρήκε στο πίσω μέρος ενός αυτοκινήτου της Εθνικής Φρουράς, τύπου Bedford της τότε εποχής καθοδόν προς το Κέντρο κατάταξης Νεοσυλλέκτων στην  Λάρνακα, το γνωστό ΚΕΝ Λάρνακας. Στα δεξιά μου καθόταν ο Μιχάλης, στα αριστερά μου ο Σόλωνας και απέναντι μου ο Γιώργος. Μας διακατείχαν συναισθήματα ανησυχίας, απορίας και φόβου για το άγνωστο. Συνάμα και αισθήματα υπερηφάνειας διότι η πατρίδα μας θεωρούσε αρκετά ώριμους και ικανούς για να μας εμπιστευτεί την τύχη της. Το να μας δοθεί η τιμή να υπηρετήσουμε την πατρίδα μας ήταν το μεγαλύτερο ορόσημο στην πορεία μετάβασης μας από έφηβοι σε άνδρες. Μπαίνοντας στο ΚΕΝ Λάρνακας συναντήσαμε στην πύλη κάποιον που μόλις είχε απολυθεί. Με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπο του μας είπε «…μην στεναχωριέστε, μόνο τα δύο πρώτα χρόνια είναι τα δύσκολα ….». Πόσο λάθος αποδείχθηκε όμως ότι είχε. 

– Τα δύο χρόνια ολοκληρώθηκαν την 20 Ιουλίου του 1974. Ο Μιχάλης ο Σόλωνας ο Γιώργος και εγώ περάσαμε φεύγοντας την πύλη του στρατοπέδου αλλά δεν την περάσαμε όλοι με τον ίδιο τρόπο όπως όταν μπήκαμε. Εκείνοι την πέρασαν «πετώντας» προς την αιωνιότητα και την αθανασία. Πολέμησαν το προδοτικό πραξικόπημα της 15 Ιουλίου του 1974 της Χούντας των Αθηνών και μετά, αποδιοργανωμένοι και προδομένοι εκ των έσω λόγω και της προηγηθείσας εγκληματικής δράσης της ΕΟΚΑ Β, αλλά αγέρωχοι και υπερήφανοι, πιστοί στον όρκο που δώσαμε δύο χρόνια προηγουμένως, υπερασπίστηκαν την Κυπριακή Δημοκρατία με τη ζωή τους. ΄Επεσαν ηρωικά μαχόμενοι για την προάσπιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ολόκληρης και όχι κάποιου ποσοστού της οσάν να μιλούμε για το μετοχικό κεφάλαιο Εταιρείας.  

– Η Συνθήκη Εγγύησης για την οποία τόσα ακούστηκαν τις τελευταίες ημέρες είχε παραβιαστεί ήδη τρεις φορές από όλους τους συμβαλλόμενους σ΄ αυτήν.  Βεβαίως η παραβίαση της από την Τουρκία προεξέχει αδιαμφισβήτητα σε βαναυσότητα, βαθμό και μονιμότητα. Και έχει το θράσος τώρα να απαιτεί συνέχιση αυτών των δικαιωμάτων της και να αναμένει από εμάς να το δεχθούμε.  

– Ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίον εγώ πέρασα την πύλη του στρατοπέδου τον Ιούλιο του 1974 μου προκαλεί έκτοτε, τέτοια ημέρα,  αισθήματα δέους για τη θυσία όλων εκείνων που έπεσαν μαχόμενοι όπως ο Μιχάλης, ο Σόλωνας και ο Γιώργος, και βεβαίως όλων εκείνων που αγνοούνται. Αισθάνομαι όμως ασήκωτο και το βάρος του αισθήματος της ενοχής και γιατί όχι και της ντροπής. 

– Ενοχή και ντροπή διότι επέζησα και δεν κατάφερα να δώσω νόημα και αξία στην θυσία τους. Λεκτικά βεβαίως, όλοι μας, πολλές φορές, λέμε ότι το κάνουμε. Στην πράξη όμως δυστυχώς  όχι. Οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς και να πούμε τα πράγματα ως έχουν, αν θα υπάρξει ελπίδα επανόρθωσης. Δημιουργήσαμε μια Κοινωνία που κατά κανόνα:-

Θεωρεί τον τίμιο βλάκα και τον διεφθαρμένο έξυπνο.

– Θεωρεί το ρουσφέτι τον απαραίτητο τρόπο προώθησης του συμφέροντος,  τόσο από εκείνο που το ζητά όσο και από εκείνο που ανταποκρίνεται. 

– Μια Κοινωνία που θεωρεί τον ευνοιοκρατικό διορισμό ως τον απαραίτητο τρόπο ανταπόδοσης της όποιας πολιτικής υποστήριξης. 

– Που θεωρεί τα Πολιτικά Κόμματα ως τον ποιο αποδοτικό τρόπο προώθησης των προσωπικών φιλοδοξιών της, αφού τα Κόμματα με προθυμία ανταποκρίνονται. Τα Πολιτικά Κόμματα, η ύπαρξη των οποίων είναι βέβαια απαραίτητη, χρειάζονται κατεπειγόντως αυτοπροσδιορισμό διότι κατέληξαν να είναι μηχανή προώθησης προσωπικών φιλοδοξιών και δημιουργίας του επαγγέλματος του πολιτικού.

– Μιας Κοινωνίας που έχει τη δυνατότητα, όσο απίστευτο και αν ακούγεται, να διατηρεί κοινωνικά παντοπωλεία για τους φτωχούς και παράλληλα να διοργανώνει χλειδάτες ιδιωτικές συνευρέσεις. 

– Μια Κοινωνία που βλέπει την Εκκλησία ως μέρος του «απέναντι» αντί ως το, διαχρονικά,  βασικό ηθικό και πραγματικό μας στήριγμα. 

– Μια Κοινωνία που θεωρεί τον θεσμό της οικογένειας αλλά και την προσήλωση στην Παιδεία και τη μάθηση αναγκαία κακά αντί ως τα απαραίτητα υγιή της στοιχεία. 

Και το χειρότερο, μια Κοινωνία η οποία, με βάση πρόσφατη δημοσκόπηση, την κρισιμότατη νύκτα της 6-7/Ιουλίου 2017 που διακυδεύετο η τύχη της Κυπριακής Δημοκρατίας, προτίμησε η πλειοψηφία της να παρακολουθεί κάποιο δημοφιλές  τηλεοπτικό παιγνίδι αντί τα τεκταινόμενα στην Ελβετία. 

– Γι΄ όλα αυτά δεν φταίει βέβαια ο απλός πολίτης. Φταίνε διαχρονικά οι Ηγέτες του, οι οποίοι Κυβέρνησαν θεσμικά από διάφορες Πολιτειακές και Κομματικές θέσεις με τρόπο τέτοιο που τον οδήγησαν στην αδιαφορία. Το τελευταίο είναι και το ποιο επικίνδυνο διότι ο εχθρός είναι δυστυχώς εδώ και 43 χρόνια όχι προ αλλά εντός των πυλών. 

– Στην Ελβετία επήλθε αδιέξοδο. Γιατί; Διότι η Τουρκία επιβεβαίωσε για ακόμη μία φορά τους διαχρονικούς σχεδιασμούς της. Δεν την ενδιαφέρουν οι Τουρκοκύπριοι. Οι τελευταίοι είναι η πρόφαση. Όπως πρόφαση ήταν και στις 20 Ιουλίου του 1974. Η Τουρκία ενδιαφέρεται να διατηρήσει τον έλεγχο της σ΄ ολόκληρη την Κύπρο. Στρατιωτικά δια μέσω των Εγγυήσεων και του στρατού της και θεσμικά δια μέσω της απαίτησης για ύπαρξη μίας θετικής Τουρκοκυπριακής ψήφου για την λήψη όλων των ουσιαστικών αποφάσεων. Μίας ψήφου που εκ των πραγμάτων θα κατευθύνεται από την Τουρκία η οποία δια μέσω της θα ελέγχει τον τρόπο διακυβέρνησης της Κύπρου. Δεν θα ομιλούμε πλέον για την ύπαρξη αποτελεσματικής συμμετοχής των Τουρκοκυπρίων στην διακυβέρνηση. Θα ομιλούμε, σε μια τέτοια περίπτωση, για την μη ύπαρξη αποτελεσματικής συμμετοχής των Ελληνοκυπρίων στην Διακυβέρνηση.

– Πως προχωρούμε;  Δεν έχουμε δικαίωμα να πούμε ότι κουραστήκαμε. Κανένας δεν ευλόγησε ή καταράστηκε, αναλόγως του αποτελέσματος, αυτή την γενεά των Ελληνοκυπρίων να λύσει το πρόβλημα με την όποια λύση. Θα πρέπει να διαφυλάξουμε την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σαν κόρη οφθαλμού. Με ξεκάθαρες κουβέντες και όχι εποικοδομητικές ασάφειες ή την ανάγκη επιχειρηματολογίας ενώπιο κάποιου διεθνούς Οργανισμού ή Δικαστηρίου για να πείσουμε ότι συνεχίζει να υπάρχει. Η ύπαρξη της είναι η τελευταία γραμμή άμυνας μας αλλά και το εφαλτήριο για μια σωστή λύση.  Η δική μας  γενεά, όπως και όλες έχουν την υποχρέωση να αγωνιστούν, να προσπαθήσουν, με πολιτικά μέσα να τερματίσουν την τουρκική κατοχή. Κανενός το ατομικό συμφέρον και οι δικές του επιδιώξεις δεν είναι υπεράνω του Εθνικού συμφέροντος. Θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τους Οργανισμούς στους οποίους ανήκουμε. Δεν είναι μόνο εμείς που θέλουμε λύση. Οφείλουν να την θέλουν και εκείνοι που είμαστε μέλη τους όπως τα Ηνωμένα ΄Εθνη και η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση. Θα πρέπει να αντιληφθούν ότι το δικό μας πρόβλημα είναι και δικό τους και ότι θα πρέπει να τηρήσουν τις ίδιες αρχές που θα απαιτούσαν και στην δική τους ανάλογη περίπτωση. Τα κράτη μέλη αυτών των Οργανισμών θα αποδέχοντο μία άλλη χώρα να διατηρεί στρατεύματα στο έδαφος τους και να εγγυάται την ασφάλεια και έννομη τάξη τους; Η Κυπριακή Δημοκρατία δεν επαιτεί να έχει την ίδια μεταχείριση. Απαιτεί. Είναι δική μας ευθύνη να κάνουμε το δικό μας πρόβλημα και δικό τους και κατ΄ επέκταση και δική τους υπόθεση τη σωστή λύση του.  

– Πρακτικά ομιλούντες θα πρέπει να μεριμνήσουμε για το διαρκή εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων με σύγχρονα και ευέλικτα συστήματα, την υιοθέτηση έξυπνων αμυντικών πολιτικών που έχουν υιοθετήσει διάφορα μικρά κράτη, τη μεγαλύτερη ενεργοποίηση όλων των θεσμών της Δημοκρατίας όπως τη διπλωματία της Βουλής, της Δικαστικής εξουσίας, των Πανεπιστημίων. Την συστράτευση όλων των οικονομικών παραγόντων, την ενεργοποίηση των επιστημόνων και των καλλιτεχνών, την επαναδραστηριοποίηση του απόδημου Ελληνισμού που ήταν και παραμένει μία τεράστια δύναμη πλην όμως σε μεγάλο βαθμό ουσιαστικά αναξιοποίητη. Τη συνεργασία με ομάδες πίεσης τα γνωστά lobbies στο εξωτερικό, την προσέγγιση και αποτελεσματική χρησιμοποίηση με επαγγελματικό τρόπο των διεθνών μέσων επικοινωνίας και τη συστηματική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Αυτά είναι μόνο μερικά από τα πιθανά μέτρα που θα βοηθήσουν, προσερχόμενοι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, να είμαστε δυνατοί και όχι παραδομένοι στην μοίρα μας. 

– Ο στόχος πρέπει να είναι να επαναφέρουμε το Κυπριακό στη πραγματική, στη σωστή του βάση. Εκείνη της παράνομης εισβολής από την Τουρκία, τέτοια μέρα πριν 43 χρόνια και τη συνεχιζόμενη έκτοτε παράνομη κατοχή. Η παρανομία ουδέποτε δημιουργεί Δίκαιο εκτός και εάν την αποδεχθεί το θύμα της. Η Κυπριακή Δημοκρατία ποτέ δεν πρέπει να την αποδεχθεί. Αντίθετα θα πρέπει οι ενέργειες μας να στοχεύουν στην δημιουργία κόστους για την παρανομούσα Τουρκία. 

– Το κυριότερο όμως είναι ότι θα πρέπει εμείς να πιστέψουμε στο δίκιο μας. Να νοιώσουμε υπερήφανοι για το δίκιο μας και όχι να το απαλλοτριώνουμε από μόνοι μας. Να μην μιλούμε μόνο για επανένωση αλλά για επανένωση δια μέσω της απελευθέρωσης της πατρίδας μας. Να μην έχουμε ενδοιασμούς να ακουστεί στην άλλη πλευρά η διεκδίκηση του. Να γίνει μια ειλικρινής συζήτηση μεταξύ των πολιτικών Ηγετών με γνώμονα το καλό της πατρίδας και μόνο. Όχι το δικό τους. Να βασιστεί η συζήτηση αυτή πάνω στα τωρινά δεδομένα.  Μπορεί μια απόφαση που λήφθηκε στο παρελθόν να μην είναι ορθή σήμερα. Η Τουρκία μας έδειξε ποια είναι και τι επιδιώκει. Δεν καταλαβαίνει από υποχωρητικότητα. Καταλαβαίνει όμως από διεκδικητικότητα διότι αυτή είναι και η δική της φιλοσοφία.  Οι Πολιτικοί Ηγέτες, αφού ολοκληρωθεί η μεταξύ τους συζήτηση, να έχουν το θάρρος να πουν στο λαό την αλήθεια για το που ευρισκόμεθα σήμερα και τι επιδιώκουμε. Όχι το τι πιστεύουν ότι θέλει ο λαός να ακούσει. Η στενή συνεργασία με την Ελλάδα ήταν πάντοτε και οφείλει να παραμείνει το θεμέλιο του αγώνα μας.  

– Ο Μιχάλης, ο Σόλωνας και ο Γιώργος έδωσαν την ζωή τους διότι πίστευαν στο «την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω» και όχι στο «πόση από την πατρίδα ελάττω παραδώσω». Κανένας πολιτικός Ηγέτης δεν νομιμοποιείται να διαπραγματεύεται ολιγότερη Κυπριακή Δημοκρατία, θεσμικά ή στην πράξη. Μια Κυπριακή Δημοκρατία με διαφοροποιημένο συνταγματικό τρόπο διακυβέρνησης ναι. Αλλά ως εκεί. Να διαπραγματευτούμε ιστάμενοι, με όπλο το Δίκαιο.  Μπορεί αυτό να αργήσει να αποδώσει αλλά στο τέλος θα αποδώσει. Φτάνει να το χειριστούμε σωστά. Και όταν η Κοινωνία μας σταματήσει να νοσεί όπως προανάφερα, όταν η πίστη στον Θεό μας γίνει βίωμα πραγματικά και όχι μόνο λεκτικά, όταν διακριβωθεί η τύχη των αγνοουμένων και οι πρόσφυγες ή οι απόγονοι τους επιστρέψουν στα σπίτια τους και όταν τέλος η σημαία της κατοχής σταματήσει να «μολύνει» την πλαγιά του Πενταδακτύλου, τότε κάθε 20η Ιουλίου θα νοιώθω μόνο δέος, για την θυσία τους και όχι ενοχή και ντροπή, όπως νοιώθω τώρα. Προς το παρόν, εγώ τουλάχιστον αισθάνομαι ότι οφείλω στον Μιχάλη, τον Σόλωνα, τον Γιώργο και στις χιλιάδες άλλους που έχασαν την ζωή τους ή αγνοούνται ένα μεγάλο συγνώμη. 

Αιωνία τους η μνήμη.  

 

*Δικηγόρος