Του Γιώργου Κέντα
Το Κυπριακό Πρόβλημα δεν υπήρξε ποτέ σταθερό. Είναι ένα ζήτημα σε διαρκή μετάβαση και μεταλλαγή, πάντοτε εξαρτώμενο από τις προθέσεις και τις ενέργειες των εμπλεκόμενων μερών. Στην παρούσα φάση, μετά την αποτυχία της τελευταίας διαδικασίας των συνομιλιών, το Κυπριακό έχει μπει σε μία νέα φάση. Σε τοπικό επίπεδο, έχει κλονιστεί έντονα (για ακόμα μια φορά) η εμπιστοσύνη ανάμεσα στις δύο κοινότητες, καθώς η Τουρκική κυβέρνηση προωθεί ένα σχέδιο διαφοροποίησης των δεδομένων επί του εδάφους. Σε διεθνές επίπεδο, άρχισε να κερδίζει έδαφος η άποψη ότι το Κυπριακό είναι ένα μάλλον δυσεπίλυτο, αν όχι μη-επιλύσιμο πρόβλημα, για το οποίο θα πρέπει ενδεχομένως να αναζητηθούν εναλλακτικές επιλογές.
Σ’ αυτό το μεταβατικό στάδιο προκύπτουν ορισμένες ανησυχίες και προβληματισμοί που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως ανησυχίες και προβληματισμοί τακτικής φύσεων. Συγκεκριμένα προκύπτουν σκέψεις όσον αφορά (1) το μέλλον της Τουρκοκυπριακής κοινότητας στο πλαίσιο μίας εντονότερης παρεμβατικής πολιτικής της Άγκυρας, (2) τις επιδράσεις της τουρκικής πολιτικής σε σχέση με την θρησκευτική μειονότητα των Μαρωνιτών, (3) τα σχέδια για άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου, (4) το μέλλον της παρουσίας της Ειρηνευτικής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο, (5) το συσχετισμό των γεωπολιτικών εξελίξεων (συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών) στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή με το μέλλον του Κυπριακού Προβλήματος.
Σε μεταβατικές περιόδους όπως αυτή, θα πρέπει να επιστρέψουμε αναπόφευκτα στα θεμελιώδη ζητήματα. Η αντιμετώπιση του Κυπριακού ζητήματος δεν εξαρτάται τόσο από τη διαδικασία που ακολουθείται για την επίλυσή του όσο από την επαρκή αντίληψη της πολυπλοκότητας, αλλά και των βασικών του παραμέτρων. Κατ’ αρχάς θα πρέπει να δοθεί ένας ορισμός στο πρόβλημα αυτό: Το Κυπριακό αφορούσε ανέκαθεν το πολιτικό καθεστώς της νήσου Κύπρου. Ένα πρόβλημα το οποίο μπορεί να συνοψιστεί στο πλαίσιο ενός ερωτήματος: Μπορεί η Κύπρος να λειτουργήσει και να επιβιώσει ως ένα ανεξάρτητο, κυρίαρχο και εδαφικά ακέραιο κράτος; Για την «Ελληνική πλευρά», η απάντηση είναι απολύτως καταφατική. Για την «Τουρκική πλευρά», η απάντηση είναι καταφατική υπό όρους και προϋποθέσεις που σχετίζονται με ένα καθεστώς μεταβατικής ή/και μόνιμης εξωτερικής κηδεμονίας. Για τη «Βρετανική πλευρά», η απάντηση αφορά αποκλειστικά τον τρόπο με τον οποίο το πολιτικό καθεστώς της Κύπρου θα διασφαλίζει την «κυρίαρχη παρουσία» των στρατιωτικών της βάσεων. Για άλλους διεθνείς δρώντες, η απάντηση είναι μεταβαλλόμενη, αναλόγως των γεωπολιτικών δεδομένων εκάστου εποχής.
Χωρίς την κατανόηση των βασικών παραμέτρων του Κυπριακού προβλήματος είναι αδύνατο να γίνουν κατανοητές οι ειδικότερες και οι ευρύτερες παράμετροι του ζητήματος αυτού. Όσον αφορά τις ειδικότερες παραμέτρους, όλα τα σχετικά κεφάλαια του Κυπριακού θεμελιώνονται στο πλαίσιο του πιο πάνω ορισμού. Για παράδειγμα, το κεφάλαιο της Διακυβέρνησης αφορά στο κατά πόσο μία ομοσπονδιακή δομή, σε δικοινοτικό και διζωνικό επίπεδο ενός συνεταιρισμού δύο συνιστώντων κρατών, θα μπορέσει να διασφαλίσει την οργάνωση και τη λειτουργία ενός κυρίαρχου, ανεξάρτητου και εδαφικά ακεραίου κράτους, το οποίο θα μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά και παραγωγικά στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να παρέχει ασφάλεια και ευημερία στους πολίτες, τις κοινότητες και τις επί μέρους ομάδες του κράτους. Σε πιο βαθμό ανταποκρίνονται στο στόχο αυτό τα πεπραγμένα και τα αποτελέσματα στο πλαίσιο των έως τώρα διαπραγματεύσεων;
Παρομοίως και το κεφάλαιο της ασφάλειας αφορά στο κατά πόσο η Κύπρος θα μπορέσει να οργανωθεί θεσμικά και κοινωνικά προκειμένου να ανταποκριθεί στις εσωτερικές και εξωτερικές προκλήσεις και απειλές ασφαλείας, τόσο ως ένα κυρίαρχο, ανεξάρτητο και εδαφικά ακέραιο κράτος όσο και ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και ως δρώντας στο γεωπολιτικό πλαίσιο της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Είναι σαφές ότι χωρίς τη συμφωνία επί των αρχών πάνω στις οποίες θα οικοδομηθεί ένα πλαίσιο ασφάλειας για την Κύπρο, δεν μπορεί να υπάρξει αποτέλεσμα και επί του κεφαλαίου της ασφάλειας.
Επί του παρόντος, το Κυπριακό ζήτημα τελεί υπό καθεστώς ανωμαλίας, το οποίο προκύπτει από τα κατοχικά δεδομένα. Όπως επίσης δεν πρέπει να αγνοείται το γεγονός ότι η ανώμαλη κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η Κύπρος ήταν και αποτέλεσμα των στρεβλών και προβληματικών παραμέτρων των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου και των Συνθηκών Συμμαχίας και Εγγυήσεως του 1960, καθώς και του τρόπου με τον οποίο οι παράμετροι αυτοί έτυχαν διαχείρισης εντός και εκτός. Από τη στιγμή που το κράτος της Κύπρου, η Κυπριακή Δημοκρατία, θεωρείται ως ένα διεθνώς κατοχυρωμένο γεγονός και κεκτημένο, το μεγαλύτερο των ερωτημάτων είναι κατά πόσο το κράτος αυτό θα μπορέσει να επαναλειτουργήσει ως ένα ανεξάρτητο, κυρίαρχο και εδαφικά κυρίαρχο κράτος (ένα κανονικό κράτος όπως λέγεται εσχάτως) ή κατά πόσο θα υπάρξει ένα νέο στάδιο, μια νέα περίοδος Κυπριακού προβλήματος στο πλαίσιο μίας διευθέτησης του προβλήματος αυτού.
*Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής και Διακυβέρνησης, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
ΠΗΓΗ:https://www.apopseis.com/to-kypriako-se-metavatiko-stadio-ke-i-anagki-gia-antilipsi-tis-polyplokotitas-tou-provlimatos/