Οι Προβληματικές Εφαρμογής Της Στρατηγικής Του Ισοδύναμου Τετελεσμένου

Print Friendly, PDF & Email

26.1.2018

ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΟΥ ΓΕΡΟΝΊΚΟΥ

Έπειτα από την πρόσφατη και εντεινόμενη τουρκική προκλητικότητα, έγιναν αρκετές αναφορές στη στρατηγική του Ισοδύναμου Τετελεσμένου. Η συγκεκριμένη στρατηγική αποτελεί μία εκ των επιλογών αντίδρασης στην περίπτωση κατάληψης νησιού του Αιγαίου από την Τουρκία, με την κατάληψη τουρκικού εδάφους στην παρέμβρια περιοχή. Σκοπός της είναι να λειτουργήσει ως εργαλείο για τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών αποκλιμάκωσης της κρίσης/έντασης, αλλά κυρίως ως «διαπραγματευτικό χαρτί» της ελληνικής πλευράς, με τελικό σκοπό την επαναφορά στο status quo ante.

Αφήνοντας κατά μέρος τις προοπτικές επιτυχίας, η ανάλυση θα επικεντρωθεί στις προβληματικές της στρατηγικής σε ενδεχόμενη εφαρμογή της.

Καταρχάς, θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι η εν λόγω στρατηγική εφαρμόζεται κατόπιν της εκ μέρους μας αποδοχής ότι μία ενέργεια του αντιπάλου είναι αδύνατο να ανατραπεί/αναιρεθεί με αντίστοιχη δική μας στο ίδιο σημείο. Εν προκειμένω, η ανακατάληψη του νησιού θεωρείται ότι δεν είναι εφικτή, ή ότι συνεπάγεται μη αποδεκτό κόστος. Συνεπώς, αναζητείται μία στρατηγική μέθοδος για την ανατροπή της δυσμενούς θέσης στην οποία έχει περιέλθει το αμυνόμενο μέρος.

Η στρατηγική του Ισοδύναμου Τετελεσμένου στη συγκεκριμένη περίπτωση (κατάληψη παρέμβριας περιοχής κατόπιν κατάληψης ελληνικού νησιού) οφείλει να εξετασθεί και να αξιολογηθεί ως προς τη φύση της, αναφορικά με τρία επίπεδα: α) την επίδραση που ασκεί και δέχεται από τρίτα ως προς τη διένεξη μέρη β) τη νομιμοποιητική της βάση και τη συνάφειά της με την εξωτερική πολιτική και γ) την αναμενόμενη αποτελεσματικότητα.

Α) Επίδραση Σε Σχέση Με Τρίτους Παράγοντες

Μία από τις βασικές παραδοχές της ελληνικής στρατηγικής είναι ότι μία ελληνοτουρκική διένεξη θα τερματισθεί σχετικά άμεσα, και κατόπιν παρέμβασης τρίτου παράγοντα (π.χ. Η.Π.Α., Ν.Α.Τ.Ο.). Η παραδοχή αυτή θέτει δύο προβληματισμούς αναφορικά με το Ισοδύναμο Τετελεσμένο:

1.Η ελληνική αντενέργεια απαιτείται να ολοκληρωθεί εντός του μεσολαβούντος διαστήματος από την εκδήλωση της τουρκικής ενέργειας, μέχρι την παρέμβαση / μεσολάβηση του τρίτου μέρους.

2.Θα πρέπει να έχει εξασφαλισθεί η δυνατότητα αποτροπής ή αντιμετώπισης εκ νέου τουρκικής ενέργειας, συνέπεια αντίδρασης στο ελληνικό «ισοδύναμο».

Β) Αμφίβολη Νομιμοποιητική Βάση

Το Ισοδύναμο Τετελεσμένο από τη φύση του αποτελεί μία ενέργεια ανταπόδοσης. Αυτό το θέτει στα όρια του φάσματος των δικαιολογημένων -λόγω νόμιμης άμυνας- ενεργειών, αν και με διασταλτική ερμηνεία μπορεί να χαρακτηρισθεί ως τέτοια. Το γεγονός αυτό ενδεχομένως να φέρει σε δύσκολη θέση, ή να δημιουργήσει προβλήματα στην ελληνική εξωτερική πολιτική, η οποία, σε μία ανάλογη περίπτωση, προφανώς θα λειτουργήσει από την πλεονεκτική θέση του αμυνόμενου κράτους που έχει υποστεί αδικαιολόγητη επίθεση.

Επιπρόσθετα, η ελληνική ενέργεια ενδέχεται να επιφέρει μεγαλύτερη επίδραση στον άμαχο πληθυσμό, σε σχέση με την κατάληψη ενός ακατοίκητου νησιού. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν θεωρηθεί ως αμυντική, θα κινδυνέψει να απολέσει το στοιχείο της αναλογικότητας, το οποίο είναι απαραίτητο προκειμένου μία στρατιωτική ενέργεια να μπορεί να λάβει το χαρακτηρισμό της νόμιμης άμυνας.

Γ) Η Αποτελεσματικότητα Της Στρατηγικής

Από την εννοιολογική ανάλυση, το Ισοδύναμο Τετελεσμένο συνάγεται ότι θα πρέπει:

1.Να είναι Ισοδύναμο. Να διαθέτει, δηλαδή, το ίδιο στρατηγικό δυναμικό φορτίο με την πράξη που το προκάλεσε. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να παράγει την ίδια (αν όχι μεγαλύτερη) επίδραση στον αντίπαλο, σε οποιοδήποτε επίπεδο (οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό, ηθικό), σε σχέση με αυτή που μας ασκήθηκε. Δεν απαιτείται να είναι ισόποσο (π.χ. κατάληψη 1τ.χ. έναντι αντίστοιχης εδαφικής κατάληψης), αλλά ποιοτικά ισοδύναμο. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν η επίδραση από την κατάληψη ενός νησιού -ιδιαίτερα εάν πρόκειται για κάποιο υψηλής αξίας στην οριοθέτηση της Α.Ο.Ζ. ή της υφαλοκρηπίδας (π.χ. στο νησιωτικό Σύμπλεγμα Καστελλόριζου)- δύναται να ισοσταθμιστεί με την κατάληψη και κατοχή μίας έκτασης στην αντίπερα όχθη του Έβρου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση που εξετάζουμε, έχουμε την παραγωγή από τους αντιμαχόμενους δύο επιδράσεων ασύμμετρης στρατηγικής αξίας, με συνέπεια η ελληνική ενέργεια να μην αποτελεί ισοδύναμο.

2.Το δεύτερο συνθετικό του όρου αφορά το τετελεσμένο. Αποδεχόμενοι ότι από την αρχική τουρκική ενέργεια έχει παραχθεί ένα μη αναστρέψιμο αποτέλεσμα (ένα τετελεσμένο), τίθεται ο προβληματισμός για το κατά πόσο θα ήταν εφικτό να διατηρηθεί το προϊόν της ελληνικής ενέργειας σε βάθος χρόνου – να αποτελεί, δηλαδή, τετελεσμένο. Στην περίπτωση αυτή, το αποτέλεσμα της ελληνικής ενέργειας είναι περισσότερο επισφαλές και, ως εκ τούτου, «λιγότερο τετελεσμένο» από το αντίστοιχο τουρκικό.

3.Η μεταφορά της διένεξης πέραν της περιοχής του αρχικού επεισοδίου, ενέχει τον κίνδυνο επέκτασης της κρίσης σε όλο το φάσμα της ελληνοτουρκικής μεθορίου.

4.Η υιοθέτηση της στρατηγικής του Ισοδύναμου Τετελεσμένου δεν λειτουργεί μόνο στη διάρκεια μίας κρίσης, αλλά προηγείται αυτής χρονικά, ως συντελεστής αποτροπής. Τίθεται, δηλαδή, προβληματισμός εάν η εξαγγελία μίας ενέργειας η οποία δεν είναι ισοδύναμη, και είναι επισφαλώς τετελεσμένη (όπως καταδείχθηκε στις παραπάνω παραγράφους), δύναται να αποτελέσει αξιόπιστο παράγοντα αποτροπής.

Από την παραπάνω αξιολόγηση προκύπτει ότι οι δύο αντικρουόμενες ενέργειες, και οι εξ αυτών συναγόμενες καταστάσεις, ούτε ισοδύναμες είναι, ούτε εξίσου τετελεσμένες. Το εξαγόμενο συμπέρασμα δεν θα πρέπει να λειτουργήσει αποδομητικά για την εν λόγω στρατηγική αλλά, αντίθετα, δημιουργικά, ωθώντας στην επαναξιολόγηση των υφιστάμενων δογμάτων, και στην επαναθεώρηση των στόχων, αναζητώντας αντίστοιχους υψηλότερης αξίας-επίδρασης, σε σχέση με αυτές των αναμενόμενων τουρκικών τετελεσμένων.

ΠΗΓΗ:https://powerpolitics.eu/οι-προβληματικές-εφαρμογής-της-στρατ/?utm_source=επικαιρότητα&utm_medium=email&utm_campaign=newsletter&utm_content=automated-%7Bchannel+numer%7D-%7Bemail+id%7D