Του Κρεσέντσιο Σαντζίλιο
Δεν ξέρω κατά πόσο θα πρέπει να σκεφτόμαστε ότι αξίζει ακόμη πραγματικά τον κόπο να ασχολούμαστε και να μιλάμε για τα πολιτικά τεκταινόμενα στη Κυπριακή Δημοκρατία σε σχέση με το «ποιον» κυβέρνησης, αντιπολίτευσης και λαού.
Πόσα έγιναν, πόσα ειπώθηκαν και άλλα τόσα δεν έγιναν, δεν ειπώθηκαν: συσσωρεύτηκαν πράξεις, παραλείψεις, κενά, ψέματα, αλήθειες, ανοησίες, υπόνοιες, εμπαιγμοί, εξαπατήσεις, ωραιοποιήσεις και απειλές. Και οι πρωταγωνιστές όλων αυτών των δράσεων είναι πάντα εκεί, μέσα στα μάτια μας και στο παρόν μας, και γνωρίζουμε πολύ καλά τί έκαναν και τί δεν έκαναν, τί έπρεπε να κάνουν και τί δεν έπρεπε να κάνουν.
Ας αρχίσουμε λοιπόν από τον ανώτατο άρχοντα, τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, με τον οποίο αμέσως και βαθιά εισχωρούμε σε μια εικόνα αποκαλυπτικά απογοητευτική, που σίγουρα δεν προϊδεάζει, ούτε και σε βάθος χρόνου, τίποτα το ελπιδοφόρο και το ενθαρρυντικό.
Να απαριθμήσουμε επομένως μερικά από τα πολλά «ανδραγαθήματά» του, την ύπαρξη των οποίων κανείς, πιστεύω, δεν μπορεί να αρνηθεί.
Είναι κατ’ αρχήν αυτός ο ίδιος άνθρωπος που έχει κατά κόρον καταρρακωθεί και κατατροπωθεί ως και στην τελευταία, τραγική «Διάσκεψη» της Κρανς Μοντάνα όπου το μόνο που δεν παραχώρησε σε Τουρκία/Τουρκοκύπριους/Τούρκους εποίκους είναι, σε ειδική τελετή, τα ίδια «κλειδιά» της χώρας, «μπέστε σκύλοι κι αλέστε», αν και αρκετά πλησίασε, είναι η αλήθεια.
Ευτυχώς όμως που τον πρόλαβε το απόλυτο κλείσιμο του Τσαβούσογλου και η εσπευσμένη οριστική αποτυχία των «συνομιλιών» η οποία βεβαίως δεν είναι καθόλου «απαλλακτική» για τον Αναστασιάδη διότι θα πρέπει και να «σβηστούν» οι «προσφορές» του ώστε οι Τούρκοι να μη νομίζουν ότι οι παραχωρήσεις του συνεχίζουν να ισχύουν ακόμη και τώρα!
Είναι αυτός ο ίδιος άνθρωπος ο οποίος συνεχίζει ακόμη να πιστεύει και, το χειρότερο, να επιδιώκει μια συνέχιση «διαπραγματεύσεων» από το σημείο που διακόπηκαν στην Ελβετία!
Ουσιαστικά θέλει την παγίωση όλων όσων αυτός χάρισε στη Τουρκία πάνω στα σαγηνευτικά ελβετικά βουνά και άλλων τόσων που δεν του ’δωσε η Τουρκία.
Είναι πάλι αυτός ο ίδιος άνθρωπος που κυνηγά με απίστευτη μαζοχιστική επιμονή και υπομονή τον απίθανο Ακιντσί για ένα «φιλικό γεύμα επαναγνωριμίας», τον μηδαμινό κοινοτάρχη που ο ίδιος ο Κύπριος Πρόεδρος μερίμνησε επιμελώς και αφρόνως ώστε να αναχθεί σε «leader» ενός ανύπαρκτου κράτους που υψώνει κιόλας και τη φωνή και απειλεί με καταστροφές τους Ελληνοκύπριους αν δεν ενδώσουν στις «καλές υπηρεσίες» των Τούρκων εισβολέων.
Είναι αυτός ο ίδιος άνθρωπος που «έπεισε» με νέες κοροϊδίες ακόμη μια φορά να τον ψηφίσει το ίδιο του το θύμα, ο ελληνοκυπριακός λαός, άλλη τρανή περίπτωση αψυχολόγητων ανθρώπων, πάλι υποσχόμενος «λαγούς με πετραχήλια», πάλι υπονομεύοντάς τον με την απερίγραπτη θέληση και ιδέα συνέχισης μιας διαδικασίας ψεύδο-ΔΔΟ που μόνο διάλυση εγκυμονεί και πολιτική/οικονομική υπαγωγή στην τουρκική ηγεμονία.
Είναι ακόμα αυτός ο ίδιος άνθρωπος ο οποίος με διαβολική πίστη περιμένει από τους άλλους, τους ξένους – οι οποίοι πάλι κατά διαβολική σύμπτωση είναι ή εγκάρδιοι εχθροί ή «φίλοι και σύμμαχοι» που του σκάβουν το λάκκο – να «εφεύρουν» σχέδια για μια δήθεν «επανένωση» των Κυπρίων, που ουσιαστικά είναι σχέδια τελειωτικής διχοτόμησης και παράδοσης στα τουρκικά χέρια, επιπλέον και με ελληνοκυπριακή και ελλαδική βούλα.
Είναι τέλος αυτός ο ίδιος άνθρωπος ο τελείως ανίκανος όχι μόνο να δημιουργήσει ένα δικό του σχέδιο λύσης του Κυπριακού, αλλά και να οργανώσει με την σύμπραξη της Ελλάδας μια σοβαρή πρόταση του είδους την οποία και να προτείνει και να προωθεί διεθνώς ως βάση συζητήσεων και βελτιώσεων έτσι ώστε, για μια φορά τουλάχιστον, να βρεθούν οι «άλλοι» – οι Τούρκοι και οι Δυτικοί συνοδοιπόροι τους – στη δυσάρεστη θέση των «κακών» που αρνούνται μια λογική και δημοκρατική τοποθέτηση υπέρβασης των έως τώρα δυσκολιών επανασύνδεσης όλων των Κυπρίων.
Ας είμαστε όμως δίκαιοι: ας μη ρίχνουμε όλο το φταίξιμο στον κυβερνήτη Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Κι άλλοι πολλοί του κάνουν αγαστή παρέα και «τα βρίσκει» μαζί τους.
Στο ίδιο καζάνι «βράζει» και η αντιπολίτευση, ή μάλλον οι «αντιπολιτεύσεις»: γιατί η Κυπριακή Δημοκρατία έχει το μοναδικό προνόμιο να εμφανίζει δυο αντιπολιτεύσεις: την κυρίως «αξιωματική» και την δευτερευόντως «ιδεολογική», ας πούμε, η πρώτη εμπλεκόμενη μέσα σε μια βασική αναξιοπιστία, η δεύτερη εμπλεκόμενη μέσα σε μια ανυπέρβλητη ανικανότητα ανοιχτής εξέλιξης.
Αν η σημερινή κατάσταση στην Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι καθόλου ικανοποιητική και τείνει προς μια καταστροφική αρνητικότητα, μεγάλο μερίδιο υπαιτιότητας ανήκει ακριβώς στη λεγόμενη «αξιωματική» αντιπολίτευση, δηλαδή στο ΑΚΕΛ ως πιθανό ή δυνητικό «αντίπαλο δέος» του κυβερνώντος ΔΗΣΥ, εντός των ασφυκτικών πλαισίων ενός πωρωμένου διπολικού πολιτικού συστήματος χωρίς δικλείδες ασφαλείας ή εναλλαγής, προορισμένου ή (εν μέρει εξαιρείται η εποχή της διακυβέρνησης Παπαδοπούλου) να αλληλοφαγωθεί (κάτι που βέβαια όλοι απεύχονται!) ή να σμίξει (προτιμότερο) σε αφύσικους εναγκαλισμούς, έτη φωτός μακριά πάντως από ό, τι είναι καλό για το Κράτος και τον Λαό.
Έτσι στην ελληνική πλευρά της Κύπρου η αντιπολίτευση ποτέ δεν «αλληλοφαγώθηκε» με την συμπολίτευση. Σχεδόν πάντα υπήρξε σαν ένα είδος alter ego της συμπολίτευσης, ένας βοηθητικός, φανερός ή αφανής, υποστηρικτής της κυβερνητικής εξουσίας, κατά κάποιο τρόπο μια «υπο ή εξωκυβερνητική» εξουσία η οποία, και γι’ αυτό το λόγο, όχι μόνο δεν λειτούργησε ποτέ ως φρένο και «συνείδηση» στις παρεκκλίσεις της κυβερνητικής εξουσίας (και ασυδοσίας), αλλά και ευχαρίστως στήριξε και υπερθεμάτισε επ’ αυτού προσδίδοντας συχνά στη κυβερνητική εξουσία χαρακτήρα και ισχύ ανεξέλεγκτου δικτατορικού επιτακτικού εργαλείου.
Μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης, ή μάλλον κάτω από τα πόδια των δυο, φυτοζωεί μια, ουκ ολίγες φορές διαιρημένη και αδύναμη «ιδεολογική», θα ’λεγα, αντιπολίτευση η οποία προσπαθεί – ως τώρα, απ’ ό, τι φαίνεται και δυστυχώς γι’ αυτήν, με πολύ λίγη επιτυχία – να αρθρώσει έναν καταλυτικό λόγο και να εμπεδώσει σε έναν κόσμο (λαό;) απόλυτα «ανεπίδεκτο μάθησης» την ιδέα και την αίσθηση μιας πειστικής «ιδεολογικής» αντιπαλότητας και αντίστασης σε δυο κατευθύνσεις – και ακριβώς εδώ βρίσκεται το παράλογο και παράξενο και πρωτόγνωρο – δηλαδή όχι μόνο ενάντια στο κυβερνητικό κατεστημένο, αλλά και στην ίδια την «αξιωματική αντιπολίτευση!
Το άσχημο με αυτή την «υπόκωφη αντιπολίτευση» είναι πως δε φαίνεται να έχει κανένα «μέσο» για να διεκδικήσει μια αποτελεσματική και βαρύνουσα παρουσία στον πολιτικό στίβο της χώρας, να διαδώσει τις αλήθειες της αντιπολιτευτικής σκέψης της και να αποδείξει με απτά αποτελέσματα τα πονηρά και υπονομευτικά ψεύδη της κυβερνητικής συντεχνίας πείθοντας τους ακροατές.
Και μάλλον δεν έχει ούτε και κάποια δυνατότητα απόκτησης αυτού του «μέσου» ώστε να ακουστεί και περισσότερο να πιέσει ενεργητικά τους πολίτες.
Σε αυτό τη σημείο ερχόμαστε και στην άμεση πηγή της σημερινής πολιτικής κατάστασης: σε αυτόν τον συγκεκριμένο όγκο «εκλογικών» μαζών που με τις ασύνετες επιλογές του, ειδικά τα τελευταία δέκα χρόνια, οδήγησε τη χώρα στο χείλος του γκρεμού με μια σειρά τραγικά λανθασμένων προεδρικών εντολών και επόμενων θητειών.
Το θέμα είναι: αυτοί οι «λανθασμένοι» πολίτες οι οποίοι δημιούργησαν μαζί με τους εκλεγμένους τους ένα φαύλο κύκλο δόλιας κατάπτωσης και οι ίδιοι εγκλωβίστηκαν μέσα στα άκρως επικίνδυνα αρνητικά στοιχεία αυτών των εκλεγμένων, κατάλαβαν επιτέλους το λάθος τους ή συνεχίζουν απτόητοι την εκτροπή (και συχνά εκτροχιασμό) σε ατραπούς που μαθηματικά ολισθαίνουν σε καταστρεπτικές πρακτικές, προοπτικές και λύσεις;
Αλήθεια, φαίνεται να έχει επέλθει κάποια «μεταμέλεια» και βούληση «διόρθωσης» των κακών προηγουμένων επιλογών;
Οι πρόσφατες προεδρικές εκλογές μόνο ένα πράγμα, αναμφισβήτητο, έδειξαν: ότι η πληγή της ακολουθούμενης λανθασμένης πορείας τους δεν επουλώνεται και παραμένει ανοιχτή, και αυτό το βλέπουμε κάθε μέρα με όσα μας «σερβίρει» ο δις ευνοούμενος των πολιτών Νίκος Αναστασιάδης.
Οι ελληνοκύπριοι πολίτες δυστυχώς δεν κατάλαβαν τίποτα, δεν είδαν τίποτα, δεν σκέφτηκαν τίποτα, δεν άκουσαν τίποτα τα τελευταία πέντε χρόνια: ήταν και είναι παντελώς απόντες, γι’ αυτούς όλα πηγαίνουν τέλεια, δεν υπάρχει κανένας εχθρός δίπλα απ’ το σπίτι τους που θέλει να τους το «φάει», ο χώρος τους είναι παραδεισένιος, ο «αρχηγός» είναι ο ιδανικός προστάτης τους και όλοι οι άλλοι δεν ξέρουν τί λένε!
Βέβαια η αμφιβολία παραμένει για το εάν το δις εξαμαρτείν των πολιτών στις τελευταίες κάλπες οφείλεται σε μη αναστρέψιμη πολιτική ανωριμότητα, σε γονιδιακή αδυναμία επεξεργασίας και κατανόησης των βιωμένων καταστάσεων ή σε ακατάσχετη πώρωση σε λανθασμένα πρότυπα, τύφλωση σε ορατά και αποκαλυπτικά γεγονότα, κώφωση σε πικρές δημόσια ή όχι λεγόμενες πραγματικότητες;
Τώρα, το να κάνει ένας λαός δυο φορές το ίδιο λάθος έχοντας (υποτίθεται) αποκομίσει, με τη δεύτερη φορά, όλη την περασμένη βαριά εμπειρία της πρώτης φοράς, δημιουργεί εύλογες απορίες σχετικά με την «ποιότητα» αυτού του λαού και ταυτόχρονα για το πώς βλέπει αυτός ή φαντάζεται το ίδιο του το μέλλον, μιας και κάθε εκλογική δοκιμασία είναι το πρώτο βήμα ενός άμεσου επόμενου μέλλοντος που θα επηρεάσει, θετικά ή αρνητικά, την ζωή και την «βιωσιμότητα» των ανθρώπων.
Επειδή πάλι υποτίθεται πως δεν μπορεί κάποιος να είναι τόσο πολύ βλάκας ώστε να κάνει δυο απανωτές φορές το ίδιο λάθος, δεν μένει παρά να σκεφτούμε πως το δεύτερο «λάθος» δεν ήταν καθόλου ένα απλό «παραστράτημα», ένα προϊόν άγνοιας, αλλά μια μεγάλη συνειδητή πελατειακή απάντηση, με βαθιές ρίζες στο παρελθόν και στην αυτόματη υπακοή και με ζωντανά «οράματα» σύντομου οικογενειακού ή εργασιακού ή κομματικού ή πολιτικού «βολέματος» μέσα στο δαιδαλώδες και εκτεταμένο πλέγμα της όποιας εξουσίας και όποιου επιπέδου αυτής, όπου τα πάντα εξαγοράζονται και τα «πτώματα» που πατιούνται εξαχνίζονται.
Πρέπει να υποθέσουμε, αλλά μάλλον να ομολογήσουμε, ότι η κυβερνώσα ιντελιγκέντσια έχει σχηματίσει μια ικανή δικτύωση «ημετέρων» ένα μέρος των οποίων είναι βέβαια οι «αγνοί» και αγιάτρευτα αφελείς ιδεολογικοί οπαδοί, ενώ όλο το υπόλοιπο, «πολύχρωμο» και πολυπληθέστερο «πλήρωμα» αποτελείται από τις χιλιάδες ήδη «βολεμένους» και άλλους τόσους μελλοντικούς δυνητικούς βολεμένους, στο κέντρο ή στη περιφέρεια.
Δεν πιστεύω να πέφτουμε τόσο πολύ έξω έχοντας την πεποίθηση πως «έτσι όντως έχουν τα πράγματα», όσο κι αν δεν θα λείψουν εκείνοι που θα ορκιστούν ότι όλα αυτά είναι «υπερβολικά» και αδίκως στοχοποιούνται, έστω και απρόσωπα, άνθρωποι (ο «κόσμος») και θεσμοί.
Στο βάθος, να μη ξεχνάμε πως από τότε που υπάρχει πολίτης και πολιτεία, η πολιτική είναι το μεγάλο παζάρι, το μεγάλο do ut des, η αγορά ιδεών και συνειδήσεων, η ανταλλαγή αμοιβαίας υποστήριξης, η δημαγωγική εκμετάλλευση, πολλές φορές δυστυχώς προς όφελος των ιδίων των ξένων εχθρών!
Και είναι φως φανάρι πως στην Κυπριακή Δημοκρατία, με τα τόσο έντονα και επικίνδυνα «τραβήγματα» από εδώ και από εκεί, κυβέρνηση και «αξιωματική» (δήθεν) αντιπολίτευση διαθέτουν μάλλον ένα τόσο ριζωμένο δίκτυο λαού «δικών μας παιδιών» που δεν φοβούνται καμία εκλογική αναμέτρηση και βγαίνουν πάντα «νικητές».
Κι ας φωνάζουν όσο θέλουν όλοι οι άλλοι!
Εν πάση περιπτώσει, μετά απ’ όλα αυτά τα ωραία και για να επανέλθουμε στον αρχικό συλλογισμό, το ερώτημα παραμένει πάντα επίκαιρο: αξίζει πραγματικά τον κόπο να ασχολούμαστε και να συζητάμε για ένα τέτοιου είδους πολιτικο-πολιτειακό και κομματικό κατεστημένο στην Κυπριακή Δημοκρατία; ΄Η είναι χαμένος κόπος διότι πρόκειται για μια γαγγραινώδη συνθήκη δίχως καμία ουσιώδη θετική και ελπιδοφόρα εξέλιξη, όσο κι αν φαίνεται αυτό μαύρο και απαισιόδοξο;
Τουλάχιστον να υπήρχε ένα μόνο σημάδι «ίασης», κάτι θα ήταν κι αυτό. Αλλά…
*Ελληνιστής, συγγραφέας
ΠΗΓΗ:https://www.apopseis.com/o-proedros-i-antipolitefsi-ke-o-laos-sti-kypriaki-dimokratia-anafores-ke-alithies/