12/5/2019
του Παύλου Ξανθούλη, Βρυξέλλες
Κλιμάκωση ενεργειών με στόχο η Τουρκία να βρεθεί αντιμέτωπη με την καταβολή κόστους για τις έκνομες δραστηριότητες στην ΑΟΖ, δρομολογεί σύμφωνα με πληροφορίες του «Φ», η Λευκωσία, στη βάση των εργαλείων που παρέχονται από την ΕΕ και με επόμενο μεγάλο σταθμό τη Σύνοδο Κορυφής που θα πραγματοποιηθεί στις 21-22 Ιουνίου στις Βρυξέλλες.
Εφοδιασμένη με τη στήριξη σημαντικών κρατών-μελών στην άτυπη συνάντηση του Σιμπίου, με επικεφαλής τη Γαλλία και την Ελλάδα, τη δήλωση του Ντόναλντ Τουσκ, καθώς και την τοποθέτηση της Φεντερίκα Μογκερινί, η Λευκωσία αναμένεται να επιδιώξει κλιμάκωση των υποδείξεων της ΕΕ και την οικοδόμηση ενός πλαισίου που θα φέρει την Άγκυρα αντιμέτωπη με ουσιαστικό κόστος, μέσα από τα Συμπεράσματα, που θα κληθούν να εκδώσουν τα 28 κράτη-μέλη, στη Σύνοδο του Ιουνίου.
Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, η οποία βρίσκεται βεβαίως «σε άμεση συνάρτηση με τις εξελίξεις επί του εδάφους στην ΑΟΖ», ο ΥΠΕΞ Νίκος Χριστοδουλίδης θα ενημερώσει όπως πληροφορούμαστε αύριο Δευτέρα τους ομολόγους του στην ΕΕ (βλέπε άλλη στήλη), ενώ δρομολογείται συνάντηση με τον Επίτροπο Διεύρυνσης Γιοχάνες Χαν, κάτι που δεν είναι άσχετο με την έκδοση της ετήσιας έκθεσης της Κομισιόν για την Τουρκία, στις 29 Μαΐου.
Μεθαύριο Τρίτη, ο Σάββας Αγγελίδης αναμένεται να ενημερώσει τους ΥΠΑΜ της ΕΕ, γεγονός που καταδεικνύει ότι η Λευκωσία θα εγείρει το ζήτημα της στάσης της Τουρκίας, σε όλα τα επίπεδα και με κάθε ευκαιρία. Αναλόγως εξελίξεων, ενδέχεται ο Πρόεδρος Αναστασιάδης να ενημερώσει εκ νέου τους ηγέτες της ΕΕ, στην έκτακτη Σύνοδο της 28ης Μαΐου, στις Βρυξέλλες, η οποία θα επικεντρωθεί στα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, θέμα άλλωστε για το οποίο συγκαλείται.
Κοινοτικές πηγές επεσήμαναν στον «Φ» ότι η εργαλειοθήκη της ΕΕ παρέχει δυνατότητες επιβολής κόστους προς την Τουρκία, κάτι άλλωστε που αξιοποιήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν, οδηγώντας στην περικοπή προενταξιακών κονδυλίων. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, κόστος θα μπορούσε να επέλθει για την Τουρκία και με βάση «το μοντέλο κυρώσεων της Ρωσίας, για το ουκρανικό ζήτημα», κάτι που θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν είχε υλοποιηθεί με αυτοματισμούς, αλλά προοδευτικά.
Οι κυρώσεις κατά της Μόσχας επιβλήθηκαν μετά την πάροδο αρκετών μηνών και κλιμακωτά. Άλλωστε, οι διαδικασίες της ΕΕ δεν είναι αυτοματοποιημένες και ουδέποτε ενεργοποιούνται άμεσα, δεδομένης και της διαφορετικότητας των θέσεων που υπάρχουν μεταξύ των «28». Η ΕΕ είθισται να απευθύνει προειδοποιήσεις, ενώ εξαντλεί κάθε διπλωματικό περιθώριο πριν θέσει θέμα κυρώσεων, έλεγαν οι ίδιοι κύκλοι.
Τα δεδομένα αυτά ανεβάζουν τον βαθμό δυσκολίας για την Κυπριακή Δημοκρατία, στην προσπάθειά της για επιβολή κόστους προς την Τουρκία. Ο βαθμός δυσκολίας καθίσταται αντικειμενικά ακόμη μεγαλύτερος, εάν συνυπολογιστεί ότι μια ενδεχόμενη απόφαση που θα επιφέρει κόστος προς την Τουρκία, θα πρέπει να εξασφαλίσει τη σφραγίδα των «28» κρατών-μελών, περιλαμβανομένων και αρκετών χωρών που παραδοσιακά στηρίζουν την υποψήφια χώρα, με πρώτο βιολί τη Βρετανία (η οποία δεν συμμετείχε στην άτυπη Σύνοδο του Σιμπίου).
Όλα αυτά αντανακλούν μεν τις δυσκολίες που υπάρχουν, αλλά δεν αναιρούν ούτε την υποχρέωση, αλλά ούτε και την αναγκαιότητα η Λευκωσία να επιδιώξει την εξασφάλιση κόστους κατά της Τουρκίας, δεδομένης της εξαγγελίας για γεωτρήσεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Γίνεται κατανοητό ότι εάν η Τουρκία δεν κληθεί να καταβάλει κόστος για τις εξαγγελθείσες γεωτρήσεις σε τεμάχια που ισχυρίζεται ότι δήθεν ανήκουν στο ψευδοκράτος ή εμπίπτουν στην τουρκική υφαλοκρηπίδα, τότε ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν θα επιχειρήσει στη συνέχεια να βάλει χέρι και στα οικόπεδα που έχουν ήδη αδειοδοτηθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία; Άρα, η Λευκωσία θα πρέπει να κινήσει γη και ουρανό για να εξασφαλίσει ότι τα εργαλεία της ΕΕ θα αξιοποιηθούν για την επιβολή κόστους, οικονομικού ή/και πολιτικού προς την Τουρκία, αναλόγως των εξελίξεων στην ΑΟΖ.
Την ίδια ώρα, τουρκικοί κύκλοι στις Βρυξέλλες αφήνουν να διαρρεύσει ότι δεν ανησυχούν και ότι θεωρούν ως δεδομένο ότι η ΕΕ δεν θα καταλήξει σε απόφαση που θα θέτει θέμα κυρώσεων εις βάρος της Άγκυρας. Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει ο «Φ», το τουρκικό ΥΠΕΞ εξέφρασε δυσφορία για τη γραπτή δήλωση στήριξης της Λευκωσίας από την Ύπατη Εκπρόσωπο της ΕΕ Φεντερίκα Μογκερίνι, μεταφέροντας τη δυσαρέσκειά του σε κοινοτικούς επίσημους. Οι τουρκικές παρεμβάσεις άγγιξαν και την ουσία του ζητήματος. Όπως πληροφορούμαστε, σε παρέμβαση του τουρκικού ΥΠΕΞ προς επισήμους της ΕΕ, επισημάνθηκε ότι η Άγκυρα «ενεργεί προληπτικά» για να διασφαλίσει δήθεν ότι «δεν θα αδικηθούν οι Τουρκοκύπριοι», τους οποίους χαρακτήρισε «νόμιμους συνιδιοκτήτες της Κύπρου».
Οι ίδιοι τουρκικοί κύκλοι, φρόντισαν να υπενθυμίσουν στους συνομιλητές τους ότι από τον Απρίλιο του 2011, εδώ και 8 τουλάχιστον χρόνια, έχουν ενημερώσει την ΕΕ και όλα τα κράτη-μέλη ότι η Άγκυρα έχει δήθεν «νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα» στην κυπριακή ΑΟΖ. Όπως είχαμε αποκαλύψει το 2011, η Τουρκία είχε προβάλει ισχυρισμούς περί διεκδικήσεων «στα δυτικά του γεωγραφικού μήκους «32° 16’18 “E», απέναντι από τον Ακάμα, πλησίον της Πάφου, θέσεις τις οποίες υπέβαλε επανειλημμένα προς την ΕΕ. Στο πρόσφατο πάντως Συμβούλιο Σύνδεσης ΕΕ-Τουρκίας, στα μέσα Μαρτίου, η Άγκυρα δεν επιστράτευσε τις εν λόγω συντεταγμένες, αλλά διατύπωσε ανάλογους ισχυρισμούς, υποστηρίζοντας ότι μέρος της κυπριακής ΑΟΖ είτε ανήκει στο ψευδοκράτος, είτε εμπίπτει στην τουρκική υφαλοκρηπίδα.
Ενδεικτικά, η Άγκυρα ισχυρίζεται ότι το οικόπεδο 6 που βρίσκεται στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, «εμπίπτει στην υφαλοκρηπίδα της Τουρκίας και οι αλλοδαπές εταιρείες δεν θα μπορούν ποτέ υπό οποιεσδήποτε συνθήκες να πραγματοποιούν μη εξουσιοδοτημένες δραστηριότητες εξερεύνησης και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις περιοχές θαλάσσιας δικαιοδοσίας της Τουρκίας»!
Πέραν του οικοπέδου 6 και της προειδοποίησης που απηύθυνε προς τις εταιρίες, η Άγκυρα ισχυρίζεται ότι δήθεν το οικόπεδο 7 της κυπριακής ΑΟΖ «παραμένει στα εξωτερικά όρια της τουρκικής ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας στην ανατολική Μεσόγειο, η οποία έχει εγγραφεί στον ΟΗΕ», θέση που διαβίβασε γραπτώς προς την ΕΕ, η οποία πάντως διαμήνυσε προς την Τουρκία επίσης επισήμως, ότι «θα απαντήσει κατάλληλα και σε πλήρη αλληλεγγύη με την Κύπρο». Υπό το φως των εξελίξεων, η απάντηση της ΕΕ πρέπει πλέον να αποκτήσει πρακτικό και ουσιαστικό περιεχόμενο, περνώντας από τη θεωρία στην πράξη.