Η Eντός των Τειχών Απειλή του Μέλλοντος

Print Friendly, PDF & Email

02 Ιούνιος 2019, 18:00 

Του Χριστόδουλου Κ. Γιαλλουρίδη*

Σήμερα εμφανίζεται η μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά στις πρόσφατες Ευρωεκλογές, διεκδικούσα δικαιώματα και αυξημένα προνόμια, υπερβαίνοντα τα διά της Λωζάννης προβλεπόμενα και επεκτεινόμενα σε αξιώσεις πολιτικής αυτονομίας κατά παράβαση των κατά τα ανωτέρω διεθνοπολιτικών, συμβατικών ρυθμίσεων

Η σοφώς ρυθμισθείσα διά της Συνθήκης της Λωζάννης κατοχυρωθείσα ισορροπία εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων του 1923 μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ειρήσθω εν παρόδω προέβλεπε προστασία στην ελληνική μειονότητα της Κωνσταντινούπολης και αυτοδιοίκηση της Ίμβρου και Τενέδου, όπου και ο ελληνικός πληθυσμός συνείχε τη μεγίστη πλειοψηφία του συνολικού πληθυσμού. Η ως άνω Συνθήκη παρεβιάσθη από τις τουρκικές κυβερνήσεις, τόσο της δεκαετίας του 1950, όσο και του 1960, προκαλώντας μαζική φυγή και εθνική ερημοποίηση σε ό,τι αφορά την ελληνική παρουσία, τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και στην Ίμβρο και στην Τένεδο.

Οι τουρκικές Αρχές, ακολουθώντας μια διαχρονικά κοινή στρατηγική απάλειψης του Ελληνισμού στην τουρκική επικράτεια, φρόντισαν με το γνωστό πογκρόμ του Σεπτεμβρίου 1955 να πλήξουν υπαρξιακά την ελληνική μειονότητα στην Κωνσταντινούπολη. Πρόκειται για μια επιθετική στρατηγική, που ακολουθήθηκε με συνέχεια και συνέπεια το 1964 και το 1967 και ολοκληρώθηκε με την εισβολή της Κύπρου το 1974. Η Πόλη των 100.000 και πλέον Ελληνισμού σφύζουσα τότε ιστορίας, παράδοσης και του μεγαλείου της βασιλεύουσας, μετεβλήθη αίφνης σε χώρο μερικών Ελλήνων, ελαχίστων γερόντων, σκιά της άλλοτε ακμάζουσας παρουσίας του ελληνισμού. Αντιστοίχως, οι πολυπληθείς ελληνικοί πληθυσμοί της Ίμβρου και της Τενέδου υποχρεώθηκαν «ιδία βουλήσει» να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες ενώπιον των θηριωδιών που ενέσκηψαν στους χώρους ζωής και διαβίωσης, μεταβάλλοντάς τους σε άντρο «μετεγκατασταθέντων», προς τούτο απελευθερωθέντων Τούρκων βαρυποινιτών, οι οποίοι απεστάλησαν επί τούτου στα ελληνικά νησιά για να επιφέρουν την «εθελουσία» εκδίωξή τους.

Το ελληνικό κράτος της περιόδου εκείνης υποταγμένο στις σκοπιμότητες των διεθνών ισορροπιών ενός μεσούντος Ψυχρού Πολέμου και ευρισκόμενο στην καθοδηγητική σκιά μιας αμερικανοβρετανικής επικυριαρχίας, δεν τόλμησε, δεν θέλησε, δεν μπόρεσε να αντιδράσει, αποθρασύνοντας έτσι την τουρκική επιθετικότητα, που υλοποίησε το 1964 την πολιτικά σχεδιασθείσα και διεκπεραιωθείσα εθνοκάθαρση του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας.

Σήμερα εμφανίζεται η μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά στις πρόσφατες Ευρωεκλογές, διεκδικούσα δικαιώματα και αυξημένα προνόμια, υπερβαίνοντα τα διά της Λωζάννης προβλεπόμενα και επεκτεινόμενα σε αξιώσεις πολιτικής αυτονομίας κατά παράβαση των κατά τα ανωτέρω διεθνοπολιτικών, συμβατικών ρυθμίσεων. Η Άγκυρα λειτουργεί και στην περίπτωση της Θράκης, όπως έπραξε και στην Κύπρο, με τις αναλογίες του καλούμενου «Εγγύς Εξωτερικού».

Η εμφανής προσπάθεια της ηγεσίας της πολιτικής κίνησης Κόμμα Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας των μουσουλμάνων της Θράκης συνίσταται στη μετατροπή της διά των διεθνών συνθηκών κατοχυρωμένης ως θρησκευτικής μειονότητας σε εθνική τοιούτη, δηλαδή τουρκική από μουσουλμανική, πράγμα που συνιστά μία σημαντική, ουσιώδη και ποιοτική διαφορά, τόσο ως προς την προβολή του αιτήματος, όσο και ως προς τις διεκδικήσεις που θα ακολουθήσουν. Η διεκδίκηση εθνικής ταυτότητας, δηλαδή τουρκικής υπόστασης της θρησκευτικής μειονότητας, είναι τόσο εμφανής, όσο και διακηρυγμένη διά της επικεφαλής του κατά τα ανωτέρω κινήματος.

Το γεγονός πως η ηγέτης του μειονοτικού κόμματος φροντίζει στεντορεία τη φωνή να υπογραμμίζει πως είναι Τουρκάλα και πως η μητέρα πατρίδα της είναι η Τουρκία μάς οδηγεί σε μία αναγκαστική δυσάρεστη, πλην πραγματική παραπομπή στον Τουρκοκύπριο ηγέτη, Ραούφ Ντενκτάς, ο οποίος κατά παρόμοιο τρόπο διεκδίκησε από τη δεκαετία του 1950 κοινοτικά δικαιώματα για την τουρκοκυπριακή μειονότητα στην Κύπρο, μετατρέποντάς την σε ισότιμο εταίρο της ελληνικής πλειοψηφίας στη δομή και λειτουργία του κυπριακού κράτους. Δοθείσης δε ευκαιρίας εφαρμόστηκε το Σχέδιο Αττίλας το 1974, για τη μετατροπή της Κύπρου σε επικυριαρχούμενο όμηρο της Άγκυρας. Είμαστε υποχρεωμένοι να σημειώσουμε πως η αναγνώριση από τη διεθνή κοινότητα μιας κοινωνικής, θρησκευτικής ομάδας ως εθνικής τοιούτης τής προσδίδει δικαιώματα που παραπέμπουν σε πολιτική αυτονομία, που συνιστά το πρώτο βήμα στην αυτοδιάθεση.

Η Ελλάδα οφείλει να σκεφθεί τρόπους που παραπέμπουν σε στρατηγικές ενσωμάτωσης. Υπάρχουν ζητήματα, τα οποία υφίστανται ως εθνικές κρίσεις εν εξελίξει, για την αντιμετώπιση των οποίων είναι αρμόδια και υπεύθυνη η πολιτική ηγεσία του τόπου πέραν και πάνω από ιδεολογικές αντιθέσεις, ακριβώς γιατί στα σοβαρά κράτη οι πολιτικές δυνάμεις συγκρούονται για την εξουσία και ενώνονται για την υπεράσπιση της χώρας και του έθνους εν προκειμένω. Στρατηγική σημαίνει συνεννόηση όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας σε μια κοινή στάση για κοινούς βηματισμούς και τακτικές αντιμετώπισης του ζητήματος, το οποίο με την πάροδο του χρόνου θα δυναμώνει και εάν δεν το προσέξουμε θα καταστεί απειλητικά δυσεπίλυτο. Συνεπώς, οφείλουμε να το επαναλαμβάνουμε, πως η χώρα χρειάζεται στρατηγική αντιμετώπισης ζητημάτων που άπτονται της εθνικής συνοχής του παρόντος και του μέλλοντος της εθνικής υπόστασης του Ελληνισμού.

Χριστόδουλος Κ. Γιαλλουρίδης
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών
για τον Πολιτισμό και την Επικοινωνία,
Πάντειο Πανεπιστήμιο

ΠΗΓΗ:http://www.sigmalive.com/simerini/analiseis/571192/i-entos-ton-teixon-apeili-tou-mellontos