Ηγεμονική φιλοσοφία και επιθετική πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα

Print Friendly, PDF & Email

23/8/2020

του Τίτου Χριστοδούλου

Θα περιγράφαμε την πολιτική επέκτασης της Τουρκίας ως στρατηγική του θερμού αερίου. Μια συνεχής διαστολική πίεση, ώσπου να συναντηθεί ένας σταθερός τοίχος, μια σκληρή αντίσταση. Απέναντι σε αυτούς τους μαλακούς, όπως αντιλαμβάνεται, γείτονες, η Τουρκία εφαρμόζει μια επιθετική τακτική, χωρίς όμως να παίρνει μεγάλα ρίσκα, εκτός κι αν είναι σίγουρη για την επιτυχημένη έκβαση των ενεργειών της, όπως είχε προετοιμάσει τα πράγματα στην Κύπρο το ’74 ή με την υπό διάλυση Συρία τώρα. Επιθετική συμπεριφορά διαφόρων βαθμίδων ακολουθεί η Τουρκία απέναντι στην Ελλάδα (Θράκη, Αιγαίο, Κύπρος), την Αρμενία και το Ιράκ

Μια ανοιχτά επιθετική πολιτική εφαρμόζει κατά σύστημα η Τουρκία ενάντια σε αντιπάλους που κρίνει αδύναμους, φροντίζοντας με καλοσχεδιασμένη μακροπρόθεσμη διπλωματική πίεση να αποκτήσει ερείσματα προβάλλοντας π.χ. ζητήματα μειονοτήτων ή συνοριακών διαφορών και γκριζοποίησης των διεκδικούμενων. Θα περιγράφαμε την πολιτική αυτή επέκτασης της Τουρκίας ως στρατηγική του θερμού αερίου. Μια συνεχής διαστολική πίεση, ώσπου να συναντηθεί ένας σταθερός τοίχος, μια σκληρή αντίσταση. Απέναντι σε αυτούς τους μαλακούς, όπως αντιλαμβάνεται, γείτονες, η Τουρκία εφαρμόζει μια επιθετική τακτική, χωρίς όμως να παίρνει μεγάλα ρίσκα, εκτός κι αν είναι σίγουρη για την επιτυχημένη έκβαση των ενεργειών της, όπως είχε προετοιμάσει τα πράγματα στην Κύπρο το ’74 ή με την υπό διάλυση Συρία τώρα. Επιθετική συμπεριφορά διαφόρων βαθμίδων ακολουθεί η Τουρκία απέναντι στην Ελλάδα (Θράκη, Αιγαίο, Κύπρος), την Αρμενία και το Ιράκ, όπου φαίνεται να εποφθαλμιά τις πηγές του πετρελαίου στο Κιρκούρκ, ίσως με τη δημιουργία προτεκτοράτου, ίδε τουρκοκυπριακό πελατειακό «κρατίδιο» – αστυνομικό φυλάκιο, «prison posts» τα αποκαλεί ο διεθνολόγος καθ. Βασίλης Φούσκας – στην Κύπρο.

Η αύξηση της τουρκικής στρατιωτικής ισχύος έναντι της Ελλάδος επισείει ως μόνιμη συνοδό απειλή το ενδεχόμενο μιας πολεμικής σύρραξης, όταν και εάν οι συνθήκες ισορροπίας δυνάμεων το επιτρέψουν, με πιο πιθανή στρατηγική βλέψη την φινλανδοποίηση της Ελλάδας. Δημιουργούνται λοιπόν για την Ελλάδα – και αφήνονται σαφώς να εννοηθούν από την απειλούσα και δι’ αποκαλυπτικών δηλώσεων Τουρκία – συνθήκες μιας μόνιμης κούρσας εξοπλισμών, που σαφώς αποβλέπει σε εξάντληση τής οικονομικά και πληθυσμιακά πιο αδύναμης Ελλάδας. Αλλά και μιας Ελλάδας που για λόγους κοντόφθαλμης πολιτικής και πολιτικής διαφθοράς, ειδικά στον τομέα των εξοπλισμών, απέτυχε να δημιουργήσει την εθνική πολεμική βιομηχανία που αντιστοιχεί στο επίπεδο παιδείας και τεχνολογικής κατάρτισης των ανθρώπων της. Αντίθετα από την Τουρκία, με μιαν ανθούσα και πλατιά πολεμική βιομηχανία από την οποία προμηθεύεται το 85% των εξοπλισμών της, με φιλοδοξίες να ανεβάσει το ποσοστό στο 100%. Πρόκειται, δηλαδή, για απειλή που είναι μόνιμη, όσο και οπορτουνιστική. Και μια απειλή που πρέπει να φιλτραριστεί στο θυμικό του ελληνικού λαού, ώστε να αναμορφώσει βιοθεωρία και τρόπο ζωής σε συστράτευση και ομοθυμία προς τις εθνικές ανάγκες, τον κοινό αγώνα εθνικής επιβίωσης.

Σταθερά προσανατολισμένος κατά της Ελλάδος ο υπερεξοπλισμός της Τουρκίας

Τα όπλα είναι εργαλεία και κάθε εργαλείο με την μορφή του συνεπάγεται την χρήση του. Έτσι, η επιμονή της Τουρκίας σε απόκτηση δεκάδων αποβατικών σκαφών μικρής απόστασης, όπως και η στροφή του μεγάλου εξοπλιστικού προγράμματος κι ενσωμάτωσης στις μέχρι τότε οπισθοδρομικές στον σχεδιασμό κι επάνδρωσή τους τουρκικές ένοπλες δυνάμεις στην αεροπορία, που ξεχωρίζει για την επάνδρωσή της με το καλύτερο έμψυχο υλικό και το ότι είναι «εντάσεως κεφαλαίου» σημαίνει ένα πράγμα, «μόνον ου φωνή αφιέν». Βέβαια, οι λαλίστατοι στις γαβγίζουσες απειλές τους Τούρκοι δεν φείδονται σαφήνειας στις επεκτατικές κατά της Ελλάδος απειλές τους, που φτάνουν πια να κατονομάζουν τα… 16 νησιά στο Αιγαίο που διασαλπίζουν ότι «δεν είναι ελληνικά», ορθώνοντας τα βουλιμικά σχέδια της «Γαλάζιας Πατρίδας» ενάντια στην παραίτηση του Κεμάλ από κάθε κατά θάλασσα απαίτηση και ό,τι καταγγέλλει ως προσπάθεια των εχθρών της Τουρκίας να την περικλείσουν στα ηπειρωτικά της όρια, όπως και την στιγμή που γράφεται αυτό ακούμε τον εκπρόσωπο του ΑΠΚ, Ομέρ Τσελίκ, να ωρύεται.

Στο «Η Στρατιωτική Δύναμη της Τουρκίας ως Πρόκληση για την Ασφάλεια της Ελλάδας» (Αθήνα, 1996), οι Θάνος Ντόκος και Νίκος Πρωτονοτάριος παρατηρούν ότι μετά την σε προτεραιότητα αεροπορία, ο εξοπλισμός, τεχνολογική αναβάθμιση και επίλεκτη επάνδρωση των Τούρκων στρέφεται στο ναυτικό και ορισμένες μονάδες του στρατού ξηράς, με έμφαση στις μονάδες ειδικών επιχειρήσεων. Παρατηρούν στην συνάφεια αυτή ότι μια πιθανή σύγκρουση με την Τουρκία θα λάβει μέρος κυρίως στον αέρα και στην θάλασσα, γεγονός που μειώνει για την Ελλάδα τον χρόνο αντιστροφής των ροπών που παίρνει η σχεδιασμένη από Τουρκία ανισορροπία δυνάμεων. Το γεγονός μάλιστα ότι η Τουρκία έχει ρίξει σε αυτούς τους τομείς το βάρος των προσπαθειών αναβάθμισης και τεχνολογικής κι εκπαιδευτικής εξέλιξης σε προηγμένο εξοπλισμό των ενόπλων δυνάμεών της συνιστά μία σαφέστατη ένδειξη για τις πραγματικές προθέσεις της. Ιδιαίτερη έμφαση, υποδεικνύουν, δόθηκε από την Τουρκία στην εκπαίδευση τμημάτων ειδικών δυνάμεων, αρθρώνοντας έναν συνδυασμό νέων ναυτικών δυνάμεων, τοπικής αεροπορικής υπεροχής και άρτια εκπαιδευμένων ειδικών δυνάμεων, με έμφαση και προσανατολισμό των αναβαθμισμένων νέων ικανοτήτων των Τούρκων απέναντι από τα νησιά του Αιγαίου. Από την διάρθρωση και τον προσανατολισμό αυτό των ειδικών δυνάμεων της Τουρκίας οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι στρατηγικός στόχος της Τουρκίας στην εκδήλωση επιθετικής προσπάθειας κατά της Ελλάδας θα είναι η δημιουργία τέτοιων συνθηκών, ώστε μια επιθετική ενέργεια της Τουρκίας να φέρει αποτέλεσμα ταχέως και χωρίς μεγάλο οικονομικό κόστος για την ίδια, ενώ, σε περίπτωση μη επίτευξης του πρώτου στόχου, να μπορεί η Τουρκία να διατηρηθεί σε εμπόλεμη κατάσταση ανεξάρτητα από εξωτερική υποστήριξη, ακόμη και σε σχετικά υψηλό για τα δεδομένα της περιοχής επίπεδο τεχνολογίας.

Μάχη και πόλεμος, εξωτερική πολιτική και εθνικό αυτοείδωλο

Εδώ υπεισέρχεται ό,τι, σε αναφορά με την στρατιωτική αναμέτρηση με την Τουρκία, ο φιλόσοφος Παναγιώτης Κονδύλης υπέδειξε ως διάσταση ανάμεσα στην σύγκρουση ή επιθετική ενέργεια και την γενικότερη πολεμική αναμέτρηση, την μάχη και τον πόλεμο. Απαισιόδοξος για τις προοπτικές διάστασης μιας ανισορροπίας δυνάμεων που εγκλείει το διαφορετικό, πληθυσμιακό μέγεθος ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα, ο Παναγιώτης Κονδύλης, στο «Θεωρία Πολέμου» του, προέτεινε τα στρατιωτικά πλεονεκτήματα μιας αιφνίδιας μαζικής επίθεσης τής Ελλάδας κατά του βασικού όγκου των τουρκικών δυνάμεων, μόνο για να καταλήξει στο απαισιόδοξο συμπέρασμα ότι, πέρα από την απώλεια του ηθικού πλεονεκτήματος για την Ελλάδα, αυτό θα οδηγούσε σε ένα μακρό πόλεμο, στον οποίο η Τουρκία θα έχει τα πλεονεκτήματα του μεγαλύτερου όγκου και δυνατοτήτων για επιβίωση σε μια αγωνιώδη κούρσα εξοπλισμών και στην κοινωνικο-οικονομική τριβή της μακροχρόνιας πολεμικής αναμέτρησης. «Αν πατήσουν σε ελληνικό έδαφος, πρώτα θα τους κάψουμε και μετά θα ρωτήσουμε ποιοι είναι», είχε διασήμως προειδοποιήσει, από κυπριακού εδάφους, ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος. Η διακήρυξή του προδιαγράφει, βέβαια, θα πουν οι απαισιόδοξες Κασσάνδρες, μιαν ανάλογη δυνατότητα κι από τουρκικής πλευράς, με τις δύο αντίπαλες πλευρές, σε μια εποχή αυξήσεως των δυνατοτήτων στοχευμένης κι εκ του μακρού καταστροφής που επιφέρουν τα πυραυλικά οπλοστάσια σε μια τοπική μικρογραφία της ισορροπίας αμοιβαίας καταστροφής, Μutual Assured Destruction, MAD, που διατήρησε την παγκόσμια ειρήνη στην εποχή των πυρηνικών υπερδυνάμεων.

Απαισιόδοξες Κασσάνδρες γίνονται κι οι Ντόκος και Πρωτονοτάριος όχι μόνον όταν περιγράφουν την τοπική τουρκική υπεροπλία, 5:1 και 7:1 σε χερσαίες δυνάμεις, σχετική υπεροπλία στην αεροπορία, αν και με τρομερές οικονομικές ισορροπίες η Ελλάδα διατήρησε μια σχετική ισορροπία, όπως και στο ναυτικό. Ωστόσο, οι συγγραφείς προσθέτουν στα πλεονεκτήματα επιλογής του τόπου του πρώτου πλήγματος, όπως κατάληψη νησιού, την πιθανή υπεροπλία σε μέσα ηλεκτρονικού πολέμου που μπορεί να καταστήσουν ακόμη και την επικοινωνία με τα νησιά προβληματική έως αδύνατη, ενώ η γειτνίαση νησιών με την τουρκική ενδοχώρα καθιστά τις ελληνικές σε αυτά αμυντικές δυνάμεις ευάλωτες στις απεριόριστες δυνάμεις πυρός του τουρκικού πυροβολικού. Η διασπορά ελληνικών δυνάμεων στα 30 π.χ. νησιά που πρέπει να προστατευτούν και η απόστασή τους από τα κέντρα στήριξης προσθέτουν στις δομικές δυσκολίες αμύνης για την ελληνική πλευρά, αντιμέτωπη και με την καθαρά επιθετική φιλοσοφία των μεγάλων τουρκικών επενδύσεων ήδη από τα 1990 σε RPVs και μοίρες καταστολής αντιαεροπορικών δυνάμεων, σε συνδυασμό με αεροσκάφη ηλεκτρονικού πολέμου και δυνατότητες Wild Weasel. Η Τουρκία, ωστόσο, προβλέπουν ότι δεν θα προβεί σε κατάληψη, ειδικά κατοικημένου νησιού, πιο πιθανός είναι ένας αεροναυτικός κι ηλεκτρονικός αποκλεισμός για την επίτευξη μιας υπό εκβιασμό διαπραγμάτευσης με ανταλλάγματα θετικές προς αυτήν συμφωνίες οριοθέτησης της ΑΟΖ και ίσως και ντυμένες με επιχρίσματα «ειρηνιστικών φιλοσοφιών» συνεκμεταλλεύσεις στο Αιγαίο. Κάπως όπως ανεμίζει ειρηνιστικές παντιέρες ζητώντας καρντάσικες συνεκμεταλλεύσεις στην Κύπρο ο Τ/κ «υπεξ», Κουντρέτ Οζερσάι.

*Φιλόσοφος, συγγραφέας

ΠΗΓΗ:https://simerini.sigmalive.com/article/2020/8/23/egemonike-philosophia-kai-epithetike-politike-tes-tourkias-apenanti-sten-ellada/