Η Ναυμαχία της Έλλης.Η νίκη του Ελληνικού Στόλου, υπό τον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη

11/1/2024

Γράφει ο Χαράλαμπος Χαραλαμπίδης

Μέσα στον Φαληρικό Όρμο είχαν παραμείνει μόνο τα θωρηκτά «Αβέρωφ», «Σπέτσαι», «Ύδρα» και «Ψαρά» και τα τορπιλοβόλα «11» και «15», έτοιμα κι αυτά να αποπλεύσουν μόλις θα περατωνόταν η επιθεώρησή τους από τον βασιλέα Γεώργιο. «Ο φωτεινός ήλιος της μεγάλης εκείνης ημέρας διά τον Ελληνισμόν», γράφει ο Επαμεινώνδας Μπαμπούρης, «εύρισκε τους κυβερνήτας και τα επιτελεία των πολεμικών μας σκαφών παρατεταγμένους εις την πρύμνην του θωρηκτού ‘‘Αβέρωφ’’ και τα πληρώματα των άλλων πολεμικών εις τα καταστρώματα των πλοίων των, εν αναμονή της ελεύσεως του Βασιλέως και της Κυβερνήσεως…».

Στις 10.30 διάτορες κραυγές και χειροκροτήματα διέσχισαν την παραλία μόλις φάνηκε η ατμάκατος που μετέφερε από την εξέδρα της ακτής στη ναυαρχίδα τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, τον Υπουργό Ναυτικών Νικόλαο Στράτο, τον αρχηγό της ναυτικής αποστολής, ναύαρχο Τόφνελ και τον Αρχηγό του ΓΕΝ, αντιπλοίαρχο Ματθαιόπουλο. Ο Πρωθυπουργός κι ο Υπουργός των Ναυτικών, αφού χαιρέτισαν τον Αρχηγό του Στόλου, που τους ανέμενε στην κορυφή της κλίμακας, τον κυβερνήτη του σκάφους, αντιπλοίαρχο Σοφοκλή Δούσμανη, τους παραταγμένους κυβερνήτες των πολεμικών σκαφών και τους λοιπούς αξιωματικούς, κατευθύνθηκαν στην πρύμνη, όπου εψάλη δέηση υπέρ της ευόδωσης του ιερού αγώνα και της νίκης των Ελληνικών Όπλων. Στη συνέχεια ο Υπουργός Ναυτικών διάβασε την ακόλουθη ιστορική ημερήσια διαταγή:

«Εν Αθήναις τη 5η Οκτωβρίου 1912, προς τους αρχηγούς, τα επιτελεία και τα πληρώματα του Στόλου του Αιγαίου και της Μοίρας του Αμβρακικού

Αρχηγέ, Αξιωματικοί

Εκηρύχθη σήμερον ο πόλεμος κατά της Τουρκίας. Η πατρίς καλεί υμάς εις το καθήκον.

Υπουργός ναυτικών

Ν. ΣΤΡΑΤΟΣ».

Αμέσως μετά, κάτω από παρατεταμένα χειροκροτήματα και ουρανομήκεις ζητωκραυγές ο Υπουργός των Ναυτικών πλησίαζε τον Αρχηγό του Παύλο Κουντουριώτη και του έδωσε γραπτώς την προαγωγή του σε υποναύαρχο. Στη συνέχεια ο Νικόλαος Στράτος προσφώνησε τα επιτελεία και τα πληρώματα από τα πλοία και ζήτησε να επιβάλουν ανά το Αιγαίο την κυριαρχία της Ελληνικής Σημαίας. Να επιτεθούν κατά του εχθρού, διότι μόνο η επίθεση οξύνει τον νουν και χαλυβδώνει τον ενθουσιασμόν. «Καλείσθε», τους τόνισε, «να παρακωλύσητε τον εφοδιασμόν του εχθρού και να παραλύσητε την συμπλήρωσιν της κινητοποιήσεώς του, ασφαλίζοντες ούτω την οριστικήν ημών και των συμμάχων οριστικήν νίκην… Ο Θεός ευλογεί τους αγώνας υμών. Η Πατρίς εμπιστεύεται εις τον στόλον της την τιμήν της Σημαίας της, την ασφάλειαν της οριστικής νίκης της, την τελικήν πλήρωσιν των απ’ αιώνων ονείρων της Ελληνικής Φυλής. Ζήτω το Έθνος, ζήτω ο βασιλεύς, ζήτω το Ελληνικόν Ναυτικόν».

Μετά την προσφώνηση του καταχειροκροτούμενου Υπουργού των Ναυτικών, ο Πρωθυπουργός Βενιζέλος προχώρησε μπροστά και κατασυγκινημένος είπε μεταξύ άλλων: «Μετανοώ διότι αυτήν την στιγμήν το στάδιό μου με έφερε να είμαι ο Αρχηγός της Πολιτείας, αντί να είμαι εις εξ υμών, οτιδήποτε είτε αξιωματικός είτε υπαξιωματικός ή και ναύτης απλούς ακόμη. Ναι, σας βεβαιώ ότι ζηλεύω όλων σας την θέσιν και των απλών ακόμη ναυτών, διότι σας εμπιστεύεται σήμερον με πάσαν αισιοδοξίαν η Πατρίς τας τύχας αυτής. Κατερχόμεθα εις τον αγώνα πλήρεις εμπιστοσύνης κατά ξηράν, ως εκ των συμμαχιών μας, αλλά με την ιδίαν πεποίθησιν κατά θάλασσσαν, της οποίας τον αγώνα η συμμαχία εμπιστεύεται εις ημάς. Είμεθα οι πάντες πλήρεις αισιοδοξίας, όχι μόνον διά το άριστον υλικόν, αλλά προπαντός διά το γενναίον φρόνημα όλων ημών. Η πατρίς αξιοί από ημάς, όχι απλώς να αποθάνετε υπέρ αυτής. Αυτό θα ήτο το ολιγώτερον. Αξιοί να νικήσετε και διά τούτο έκαστος εξ υμών και θνήσκων ακόμη, μίαν σκέψιν πρέπει να έχει, πώς να εντείνει τας δυνάμεις του μέχρι της τελευταίας πνοής, όπως οι εναπομείναντες νικήσουν. Και θα νικήσετε. Είμαι υπερβέβαιος».

Δεν πρόλαβε να τελειώσει την τελευταία φράση του ο Βενιζέλος και οι κρότοι των τηλεβόλων του «Αβέρωφ» ανήγγελλαν την άφιξη της ακάτου του βασιλέα. Τον υποδέχθηκαν ο Ναύαρχος και ο κυβερνήτης του θωρηκτού. Μετά προχώρησε προς τους παραταγμένους αξιωματικούς, προς τους οποίους απηύθυνε σύντομον χαιρετισμό: «Ήλθον να σας αποχαιρετήσω και να σας ευχηθώ! Έχω πλήρη πεποίθησιν ότι πάντες, από του πρώτου μέχρι του τελευταίου, θέλητε εκπληρώση το εις την πατρίδα καθήκον μετά προθυμίας και αφοσιώσεως. Σεις θα έχετε την τιμήν να προσθέσετε και ετέρας σελίδας δόξης εις την ιστορίαν του Ναυτικού της. Αι ευχαί ολοκλήρου του λαού και αι δικαί μου σας συνοδεύουν. Ο θεός είναι μαζί της». Η μουσική επαιάνισε τον Εθνικό Ύμνο και ο βασιλιάς αναφώνησε: Ζήτω το Ελληνικό ναυτικό, Ζήτω το Έθνος. Νέες ουρανομήκεις ζητωκραυγές και παρατεταμένα χειροκροτήματα κάλυψαν τον χαιρετισμό του βασιλιά, ο οποίος αποχώρησε με την ατμάκατο.

Τις πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες ο Στόλος σήκωσε τις άγκυρες και με το «Αβέρωφ» μπροστά ανοίχθηκε στη Θάλασσα. Τραβούσε προς τον θρίαμβο και τη δόξα, απελευθερώνοντας το ένα μετά το άλλο τα μέχρι τότε σκλαβωμένα νησιά του Αιγαίου. Και το πρωί της άλλης μέρας, 6ης Οκτώβρη, βρήκε τον Στόλο να πλέει ακάθεκτος προς τη Λήμνο, την οποία κατέλαβε στις 8 Οκτωβρίου και την κατέστησε ως προκεχωρημένη βάση και ορμητήριό του. Είχε κατά νουν ο Ναύαρχος Κουντουριώτης, σε περίπτωση απόπειρας καθόδου του τουρκικού στόλου στο Αιγαίο, να του κλείσει την είσοδο των Στενών και να τον μποτιλιάρει στο ορμητήριό του, τον ναύσταθμο του Ναγαρά. Από το λιμάνι του Μούδρου εξορμούσαν τα πλοία του Ελληνικού Στόλου για να ελέγχουν τα Στενά και να απελευθερώνουν τα σκλαβωμένα νησιά. Στις 17 Οκτωβρίου ο Στόλος διαιρέθηκε σε τρεις μοίρες και άρχισε η απελευθέρωση των νησιών του βορειανατολικού Αιγαίου.

Παράλληλα με την απελευθέρωση των νησιών ανιχνευτικά του Ελληνικού Στόλου παρακολουθούσαν τα Στενά για να ειδοποιηθεί ο Ναύαρχος, σε περίπτωση που κατέβαινε στο Αιγαίο ο τουρκικός στόλος, ο οποίος είχε συγκεντρωθεί στον ναύσταθμο του Ναγαρά. Και στις 3 Δεκεμβρίου 1912 άρχισε η κάθοδός του στο Αιγαίο, προπορευμένου του καταδρομικού «Μετζιτιέ». Μόλις τα ανιχνευτικά του Ελληνικού Στόλου διαπίστωσαν ότι ο εχθρικός στόλος κατερχόταν στο Αιγαίο ειδοποίησαν τον Ναύαρχο Κουντουριώτη, ο οποίος έδωσε αμέσως διαταγή προς όλα τα πλοία του στόλου, όπου και να βρίσκονται, να κατευθυνθούν στην είσοδο των Στενών, όπου έπλεε και ο ίδιος με τη ναυαρχίδα «Αβέρωφ». Στο ιστορικό σήμα του προς τα σκάφη του στόλου, ο Κουντουριώτης τόνιζε: «Με την δύναμιν του Θεού και τας ευχάς του βασιλέως μας και εν ονόματι του δικαίου, πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με την πεποίθησιν της νίκης εναντίον του εχθρού του Γένους».

Η ναυμαχία κράτησε 63 λεπτά

Στις 9.20 άνοιξε πρώτη πυρ η τουρκική ναυαρχίδα «Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσας», από απόσταση 12.500 μέτρων από το «Αβέρωφ», που απάντησε αμέσως και η ναυμαχία γενικεύτηκε. Δεκατρία λεπτά αργότερα ο λιονταρόψυχος ναύαρχος Κουντουριώτης εκμεταλλεύτηκε τη μεγαλύτερη ταχύτητα του «Αβέρωφ» και όρμησε στην τουρκική ναυαρχίδα, ενώ ταυτόχρονα ύψωνε το περίφημο σήμα «Ζ», που σήμαινε κίνηση ανεξάρτητη από τα άλλα σκάφη. Ο Τούρκος ναύαρχος εξεπλάγη από την κίνηση αυτή του Κουντουριώτη, έστριψε προς τα δεξιά για να γλυτώσει, αλλά τον ακολούθησαν και τα άλλα εχθρικά σκάφη. Έτσι ο στόλος τους διασπάστηκε και έσπευσε να πλεύσει ατάκτως προς τα Στενά, για ν’ αποφύγει την κατά κράτος ήττα και τη συντριβή.

Το τόλμημα του Κουντουριώτη να καταδιώξει μόνος με το «Αβέρωφ» τον τουρκικό στόλο ανησύχησε την Κυβέρνηση και αναγκάστηκε ο βασιλιάς να του στείλει επιπληκτικό σήμα, στο οποίο ανέφερε και τα εξής: « Έχω καθήκον να σου συστήσω σύνεσιν και φρόνησιν. Προς Θεού, σε παρακαλώ μην είσαι νευρικός. Τα ίδια αποτελέσματα των πράξεών σου και του ανδρείου Στόλου μας είναι τόσο μεγάλα και σπουδαιότατα, ώστε ουδείς αμφιβάλλει περί της ναυτικής δυνάμεώς μας απέναντι της τουρκικής. Θέλεις λογαριάζει δε τι θα γίνει η φιλτάτη Ελλάς, εάν καταστραφούν τα πλοία… Σε παρακαλώ φρόνησιν και ψυχραιμίαν. Αυταί αι μόναι αρμόζουσαι αρεταί του ναυάρχου».

Χρόνια αργότερα ο δαφνοστεφής Ναύαρχος θα γράψει με τον θυμόσοφο χαρακτήρα του: «Τα πολεμικά πλοία δεν είναι διά στολισμόν. Η Ιστορία διδάσκει ότι, ουδέν έθνος δύναται να θαλασσοκρατεί, εφ’ όσον δεν θεωρεί τα πολεμικά πλοία προορισμένα να κινδυνεύσουν, και εν ανάγκη να καταστραφούν».

Η ναυμαχία της Έλλης κράτησε 63 λεπτά. Φάνηκε δε τόσο μικρή η διάρκειά της και τόσο απότομος ο τερματισμός της, με την άτακτον φυγή του τουρκικού στόλου, ώστε, όπως διηγήθηκε αργότερα ο κυβερνήτης του «Αβέρωφ», Σοφοκλής Δούσμανης, ο Κουντουριώτης στράφηκε και του είπε: «Ε, και τώρα τι εκάμαμε;». – «Να, ενικήσαμε. Δεν βλέπετε που μπαίνουν μέσα;». – «Μα, αν ξαναβγούν;». – «Δεν πιστεύω, κύριε Ναύαρχε, να ξαναβγούν. Τις φάγανε για καλά». Ο Ναύαρχος επέμενε στην ιδέα του, συνεχίζει ο Δούσμανης, γι’ αυτό διέταξε να περιπολούμε έξω από τα Στενά, περιμένοντας τον τουρκικό στόλο να ξαναβγεί. Και είχε ορθά εκτιμήσει ο Κουντουριώτης. Ο τουρκικός στόλος ξανακατέβηκε στο Αιγαίο στις 6 του Γενάρη 1913. Ηττήθηκε και δεν ξανατόλμησε να κατέβει, μέχρι τον Ιούλιο του 1974, που οι επίγονοι του Κουντουριώτη αναδείχθηκαν «κότες». Επέτρεψαν στον Αττίλα να καταλάβει τη μισή Κύπρο.

*Αναδημοσίευση από την έντυπη έκδοση της Κυριακάτικης “Σημερινής”, 7.1.2024

ΠΗΓΗ:https://simerini.sigmalive.com/article/2024/1/9/e-naumakhia-tes-elles/