19 Μάρτιος 2017
Του Χριστόδουλου Κ. Γιαλλουρίδη
Όλα δείχνουν πως το καθεστώς Ερντογάν είναι περίπου μετέωρο αναζητώντας εσωτερικά και διεθνή ερείσματα, χωρίς απαραιτήτως να είναι αποτελεσματικό, παρά το άνοιγμα που κάνει προς τη Μόσχα
Εσχάτως η Τουρκία βρίσκεται στη δίνη μιας κλιμακούμενης σύγκρουσης στις σχέσεις με τον διεθνή παράγοντα, ιδιαιτέρως μάλιστα με την Ολλανδία και τη Γερμανία, ενώ και με τις ΗΠΑ οι σχέσεις δεν είναι οι καλύτερες. Παράλληλα, αυτή η διεθνής συγκρουσιακή κατάσταση, που οδηγεί την Άγκυρα σε διεθνή απομόνωση, βρίσκει αντίστιξη και στο εσωτερικό μέτωπο της χώρας, το οποίο διέρχεται εδώ και αρκετό καιρό μιαν ατμόσφαιρα κρίσης σε ό,τι αφορά στην επίθεση των τζιχαντιστών, στην αδυναμία εμπέδωσης ενός νέου πολιτικού συστήματος, το οποίο να αντικαθιστά τον καταρρεύσαντα κεμαλισμό.
Όλα δείχνουν πως το καθεστώς Ερντογάν είναι περίπου μετέωρο αναζητώντας εσωτερικά και διεθνή ερείσματα, χωρίς απαραιτήτως να είναι αποτελεσματικό, παρά το άνοιγμα που κάνει προς τη Μόσχα. Η Μόσχα μπορεί να αντιδρά θετικά, αλλά δεν είναι ούτε αρκετή η επιδιωκόμενη παρέμβασή της, ούτε και είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει στον βαθμό που επιδιώκεται από την Άγκυρα.
Ενώ λοιπόν η Τουρκία διέρχεται ως ανωτέρω μια εμφανή και, όπως είπαμε, κλιμακούμενη κρίση, ο Ελληνισμός -και ιδιαιτέρως η ηγεσία του- εμφανίζεται να μην έχει κατανοήσει την κρισιμότητα της καταστάσεως σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στην Τουρκία, αλλά και ως προς το διακύβευμα της Κύπρου, με αποτέλεσμα να μην αναπροσαρμόσει την πολιτική μιας επικίνδυνης υποχωρητικότητας και να συμπεριφέρεται ωσάν να μην έχει συμβεί τίποτα.
Η κυπριακή ηγεσία θα μπορούσε σήμερα, σε συνεννόηση με την Αθήνα, να αναπροσαρμόσει την πολιτική της απέναντι στην Άγκυρα, ώστε να ανασχεθεί η υποχωρητικότητα που δείχνουν οι ηγεσίες Αθηνών και Λευκωσίας σε σχέση με το Κυπριακό και να οχυρωθεί μία γραμμή υπεράσπισης της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία είναι το σημαντικότερο προπύργιο του Ελληνισμού στην νοτιοανατολική Μεσόγειο. Η Αθήνα δεν έχει κανένα δικαίωμα να εγκαταλείψει την Κύπρο, η οποία ιστορικά και πολιτιστικά είναι Ελληνισμός και βεβαίως σήμερα διαθέτει ένα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο, δημοκρατικό, καλά συγκροτημένο και του οποίου οποιαδήποτε μεταβολή στο πλαίσιο μιας επίλυσης του κυπριακού προβλήματος, οφείλει να είναι επί τα βελτίω και όχι επί τα χείρω.
Επομένως, αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι αφενός μεν να παρακολουθούμε τις τουρκικές εξελίξεις και να γνωρίζουμε τις αδυναμίες της αντίπαλης χώρας, η οποία κατέχει εθνικό χώρο στην Κύπρο. Θα πρέπει να οργανώνουμε τη γραμμή υπεράσπισής μας στην Ελλάδα και στην Κύπρο και να επιδιώκουμε μια λύση στο κυπριακό πρόβλημα, η οποία να είναι προϊόν εσωτερικού διαλόγου μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων με στόχο την οικοδόμηση ενός δημοκρατικού, ομοσπονδιακού συστήματος.
Το σύστημα αυτό οφείλει να μη βασίζεται στις συνθήκες της κατοχής, ούτε και της παρουσίας τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, αλλά να προέρχεται από την ελεύθερη βούληση των Κυπρίων, Ελλήνων και Τούρκων, νομίμων κατοίκων της νήσου, οι οποίοι να αποφασίζουν το πολιτικό σύστημα που επιθυμούν να υιοθετήσουν και που θα βασίζεται στις αρχές του κράτους δικαίου, δηλαδή της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών.
Οτιδήποτε μαγειρεύεται σήμερα στο πλαίσιο των εκβιασμών που ασκεί η τουρκική κατοχική δύναμη, θα οδηγήσει αφεύκτως στην κατασκευή ενός κράτους, προτεκτοράτου της Τουρκίας, το οποίο θα έχει μιαν ανεξάρτητη δομή τύποις, στην ουσία όμως θα ελέγχεται από την Άγκυρα, στον βαθμό που η επιβίωσή του θα εξαρτάται από τη βούληση της τουρκικής επικυρίαρχης δύναμης.
Συμπερασματικά, βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι, όπου πρέπει η ηγεσία του τόπου να σκεφτεί την ιστορία και τον πολιτισμό τούτης της χώρας, προτού κάνει οποιοδήποτε βήμα προς την κατεύθυνση διαδικασιών επίλυσης του Κυπριακού, ευρισκόμενη με το τουρκικό πιστόλι στον κρόταφο και εκβιαζόμενη ή απειλούμενη ότι κινδυνεύει από την τουρκική επιθετικότητα. Η Κύπρος πρέπει να επιστρατεύσει τις συμμαχικές δυνάμεις που έχει γύρω τις, ιδιαιτέρως την Αίγυπτο, το Ισραήλ και την Ελλάδα, ώστε να είναι σε θέση να υπερασπίσει αποτρεπτικά την υπόστασή της, αλλά και την ειρήνη και τη σταθερότητα στη νοτιανατολική λεκάνη της Μεσογείου.
Προπάντων, όμως, η ηγεσία του τόπου οφείλει να αναλογισθεί τις ευθύνες της έναντι του μέλλοντος και των επόμενων γενεών, οι οποίες πρέπει να συνεχίσουν ενεργά και δημιουργικά την παρουσία του Ελληνισμού ως πολιτισμού και πνευματικής παραγωγής σε τούτη την κρίσιμη γωνιά της Μεσογείου, όπου παραδοσιακά συγκρούονται πολιτισμοί, συγκρούονται συμφέροντα και που αποτελεί κόμβο γεωπολιτικής συνάντησης διεκδικήσεων και στρατηγικών προσανατολισμών μεγάλων και μικρών δυνάμεων του κόσμου. Απώλεια της Κύπρου θα σηματοδοτήσει μια κλιμακούμενη συρρίκνωση της κυρίως Ελλάδος και του Ελληνισμού ευρύτερα.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών
για τον Πολιτισμό και την Επικοινωνία,
Πάντειο Πανεπιστήμιο
ΠΗΓΗ http://www.sigmalive.com/simerini/analiseis/414753/to-kostos-apoleias-tis-kyprou