15/3/2020
της Φανούλας Αργυρού*
ΝΙΚΗ ΚΙΚΚΙΔΟΥ
Η Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών κάλεσε τις χώρες μέλη της να διακηρύξουν την 8η Μαρτίου ως την Ημέρα του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των γυναικών και για παγκόσμια ειρήνη. Η 8η Μαρτίου γιορτάζεται ως η Διεθνής Ημέρα για τις Γυναίκες, για τους αγώνες των γυναικών για ανθρώπινα δικαιώματα, κατορθώματα και επιτεύγματα.
Δυστυχώς, όμως, και ενώ βρισκόμαστε πλέον στο 2020 ακόμα γυναίκες και κορίτσια ανά τον κόσμο υποφέρουν από απίστευτη βία, διακρίσεις, βιασμούς, παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ως άνθρωποι κατώτερης κατηγορίας. Φριχτά παραδείγματα π.χ. στις Ινδίες, αφρικανικές χώρες, χώρες της Λατινικής Αμερικής και στην Κύπρο μας το 1974. Εγκλήματα που παραμένουν ατιμώρητα με την ανοχή του ΟΗΕ…
(Σχετικά τα άρθρα του Δρ. Κλέαρχου Α Κυριακίδη στη «Σ» «Εγκλήματα κατά των παιδιών και η ’’ζώνη ατιμωρησίας’’ στα κατεχόμενα» 22/9/2018 και «Το βρετανικό Κατεστημένο, η παιδεραστία και το 1974» 8/3/2020).
Σήμερα, όμως,με την ευκαιρία της Ημέρας αυτής που μόλις μας πέρασε, θα αφιερώσω το κείμενό μου σε μια δική μας Γυναίκα, Ελληνίδα της Κύπρου, για την προσφορά της στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα αντιγράψω (από το Αρχείο μου) από την συνέντευξη που της πήρε και την δημοσίευσε στις 28.10.1994 η παλαιά καλή συνάδελφος Περσεφόνη Ανδρέου, στο Περιοδικό που εξέδιδε το Συγκρότημα ΔΙΑΣ.
«Η ΚΥΠΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ – Η θρυλική ιστορία μιας Κυπρίας που οργάνωσε δραπέτευση όλων των γυναικών από τη φυλακή του Μπρίντιζι – ΝΙΚΗ ΚΙΚΚΙΔΟΥ: Καταδικάστηκε σε θάνατο…» ήταν ο τίτλος και οι υπότιτλοι του δημοσιεύματος, της Περσεφόνης Ανδρέου με φωτογραφίες του επίσης πρώην συνάδελφου στο Συγκρότημα Στέλιου Παπαστυλιανού.
Ξεκινώντας η συνάδελφος, ως εισαγωγή παραθέτει στοιχεία που εξασφάλισε από τον πρόεδρο του Παγκυπρίου Συνδέσμου Πολεμιστών Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κ. Χρ. Ηλιοφώτου, ότι περίπου 200 Κύπριες υπηρέτησαν στη Βοηθητική Στρατιωτική Υπηρεσία, δηλαδή στα γνωστά ATS (Auxiliary Territorial Service). Η κατάταξη άρχισε τον Αύγουστο του 1942 κι οι νεοσύλλεκτες προωθούνταν στη βάση του ATS στη Μέση Ανατολή, όπου εκπαιδεύονταν και αναλάμβαναν καθήκοντα στη Μέση Ανατολή ως οδηγοί, μηχανικοί και αποθηκάριοι, αντικαθιστώντας τους άντρες που μπορούσαν να προωθηθούν στο μέτωπο.
Άλλες 25 Κύπριες υπηρέτησαν στη Γυναικεία Βοηθητική Αεροπορία (WAAF) εκτελώντας γραφική εργασία και άλλα ειδικά καθήκοντα. Η εκπαίδευση αυτή γινόταν στην Παλαιστίνη και μετά αυτές επέλεγαν ή να επέστρεφαν για υπηρεσία στην Κύπρο ή σε διάφορους σταθμούς της Βασιλικής Αεροπορίας στην Μ. Ανατολή.
Νίκη Κικκίδου – Φοιτήτρια Οδοντιατρικής – αριθμός 3750

«Μια θρυλική παρουσία στην Αντίσταση ήταν αυτή της Νίκης Παπαδοπούλου – Κικκίδη. Η Νίκη γεννήθηκε στο Κτήμα στην Πάφο το 1918 και φοιτούσε στην οδοντιατρική σχολή στην Αθήνα όταν ξέσπασε ο πόλεμος. Ακολούθησε η κατοχή και η αθλιότητα των γερμανικών στρατευμάτων. Μόλις 19 χρόνων αποφάσισε να γίνει μέλος Αντιστασιακής ομάδας και να βοηθήσει τους Άγγλους και συμμάχους. Η ομάδα της Νίκη έβρισκε τρόφιμα για τους κρυμμένους Άγγλους αξιωματικούς και συχνά φυγάδευε ΄Αγγλους στο εξωτερικό. Δρούσε με το ψευδώνυμο «Βίκυ», προδόθηκε και συνελήφθη. Δεν λύγησε στην βασανιστική και επίμονη ανάκριση, αρνήθηκε να ομολογήσει τους συνδέσμους της και για αυτό καταδικάστηκε σε θάνατο.
Μετά από ένα μήνα αγωνίας, η ποινή της μετατράπηκε σε ισόβια και στάλθηκε στις φυλακές του Μπρίντιζι όπου πέρασε τρία χρόνια κάτω από άθλιες συνθήκες. Απελευθερώθηκε όταν η 8η στρατιά των Συμμάχων κατέλαβε το Μπρίντιζι».
Και συνεχίζει η συνάδελφος Π. Ανδρέου:
«Για να καταφέρει η Νίκη να ειδοποιήσει τους συμμάχους και να πετύχει την απελευθέρωση των κρατουμένων, προσποιήθηκε την άρρωστη και μεταφέρθηκε έτσι από το στρατόπεδο σε νοσοκομείο. Από το νοσοκομείο έριξε ένα σημείωμα σε στρατιώτες των συμμαχικών δυνάμεων. Δέκα μέρες αργότερα ακολούθησε η απελευθέρωση όλων των γυναικών που κρατούνταν στο Μπρίντιζι λόγω της εξυπνάδας και δράσης της μικροκαμωμένης Νίκης.
Σήμερα η Νίκη Παπαδοπούλου-Κικκίδου 76 χρόνων, ζεί με τις αναμνήσεις της, τα παιδιά και εγγόνια της κι είναι έτοιμη να καταταγεί για να προσφέρει τις υπηρεσίες της στη μοιρασμένη Κύπρο».
Συνέντευξη – Η Λέλα Καραγιάννη

Στη συνέντευξή της η Νίκη Παπαδοπούλου-Κικκίδου θυμόταν ότι συνελήφθηκε μέσα στην τάξη στην Οδοντιατρική Σχολή, και βέβαια από προδοσία. Δυστυχώς όλες οι συλλήψεις, είπε , ήταν από προδοσία κι όχι από την εξυπνάδα των Γερμανών. Δεν φοβήθηκε, είπε την ποινή της, αλλά σκέφθηκε τους γονείς και την αδελφή της Πόλα, που σπούδαζε Φαρμακευτική στην Αθήνα. Πέρασε ένα ολόκληρο μήνα στο μπουντρούμι ως βαρυποινίτισσα και κάθε μέρα που περνούσε περίμενε τη σειρά της. «Λεβέντισσα ήταν η Λέλα Καραγιάννη. Μας έδινε κουράγιο. Ποτέ δε τρόμαξε. Μέχρι που την πήραν στο απόσπασμα» είπε.
Από τις φυλακές «Αβέρωφ» τις μετέφεραν στις φυλακές στο «Εμπειρίκιο», και πρόσθεσε επιγραμματικά: «Δεν θα ξεχάσω τη συμπεριφορά της Ελληνίδας διευθύντριας Μπετράνδη. Ούτε σκύλλα να ήταν. Τόλμησα όμως όταν ήλθε για επιθεώρηση ο Γκόρντι να του μαρτυρήσω τις άθλιες συνθήκες, το σιτηρέσιο και το ξύλο που μας έδινε. Αυτό το πλήρωσα βέβαια με νέα τιμωρία στο μπουντρούμι… Το νούμερο μου ήταν 3750 και μια μέρα εκεί που περιμέναμε ότι θα μας οδηγούσαν σε εκτέλεση, μας πήραν στον Πειραιά, μας φόρεσαν σωσίβια και με σαπιοκάραβα μας μετέφεραν αρχικά σε φυλακές στο Μπάρι στην Ιταλία, και αργότερα στο Μπρίντιζι… Η λέξη αθλιότης και εξευτελισμός της ανθρώπινης ύπαρξης, δεν μπορούν να αποδώσουν το τι περάσαμε στις ιταλικές φυλακές. Στον ίδιο χώρο με εγκληματίες, με φόνισσες, με πρόστυχες. Με καθολικές καλόγριες λεσβίες που επιτίθεντο στις μικρές κρατούμενες. Σε ένα χώρο που η βρώμα, το σκοτάδι και η πείνα βασίλευαν. Το σιτηρέσιο μας ήταν μερικά χόρτα βρασμένα με λίγα μακαρόνια σε ένα βρωμερό ζουμί και μόνο την Κυριακή τρώγαμε στεγνά μακαρόνια. Η μια κρατούμενη ξεψύριζε την άλλη… Δεν το κρύβω, ότι υπήρχαν περιπτώσεις που πλενόμαστε με τα ούρα μας… Κι όμως αντέξαμε. Έζησα στο ίδιο κελί με την πριγκίπισσα κόρη του Κάιζερ και ξεψύριζε η μια την άλλη… Παρακαλούσα το Θεό να ζήσω να δώ μόνο λίγο φώς. Να νιώσω το δροσερό καθαρό νερό να τρέξει στο κορμί μου… Μια μέρα ήλθε στις φυλακές του Μπρίντιζι, ο Τσιάνο, γαμπρός του Μουσολίνι. Ήταν ευγενικός και καλός. Δεν έχασα την ευκαιρία και του είπα για τις άθλιες συνθήκες. Αμέσως διέταξε να μας επιτρέψουν να κάνουμε μπάνιο. Η υπεύθυνη των φυλακών ήθελε να με τιμωρήσει γιατί τα μαρτύρησα. Οι άλλες Ιταλίδες κρατούμενες μας φώναζαν «πουτάνες¨» και μας κτυπούσαν. ΄Είμαστε πολλές Ελληνίδες, μια Αγγλίδα και λίγες Γιουγκοσλάβες, Από την Κύπρο ήμουν μόνο εγώ. Θυμάμαι μας οδήγησαν σε ανοιχτό χώρο για να κάνουμε μπάνιο. Χωρίς ντροπή βγάλαμε τα ρούχα μας, γυμνές κάναμε μπάνιο… από ψηλά μπαλκόνια μας πετούσαν διάφορες ακαθαρσίες. Μας εξευτέλιζαν… αλλά το νερό για μας ήταν θείο δώρο…»
Για το πώς ελευθερώθηκαν είπε:
«Είχαμε πληροφορίες ότι ήλθαν σύμμαχοι Αυστραλοί. Αλλά είμαστε κλεισμένες στα μπουντρούμια για τρία χρόνια. ΄Επρεπε να πάει κάποια στο νοσοκομείο παίζοντας την άρρωστη. Έπαιξα την άρρωστη. Η καλόγρια φύλακας δεν με πίστευε και με κτυπούσε. Παρόλο που ήμουνα εξαντλημένη την έδειρα, έγινε φασαρία και έτσι η διευθύντρια των φυλακών αναγκάσθηκε να με στείλει στο νοσοκομείο που τελικά ήταν τρελλάδικο… ετοίμασα ένα σημείωμα και με μια πέτρα το έριξα από το παράθυρο σε ένα στρατιωτικό αυτοκίνητο που περνούσε. Αυτό ήταν, σε δέκα μέρες ήλθε η 8η στρατιά του Μοντγκόμερι και μας ελευθέρωσε».
Εν τω μεταξύ οι γονείς της, όπως εξιστόρησε η ίδια, δεν γνώριζαν τίποτα, μόνο η αδελφή της Πόλα η οποία είχε παντρευτεί και το κοριτσάκι της το έβγαλε Νίκη γιατί νόμιζε ότι είχε σκοτωθεί. Με καράβι με τη βοήθεια του βρετανού πρωθυπουργού μεταφέρθηκε στη Μάλτα, Τύνιδα, Τρίπολη, Αλγέρι και αργότερα στο Κάιρο. Εκεί κατατάχθηκε στη Βοηθητική Στρατιωτική Υπηρεσία, πήγε στην Παλαιστίνη για εκπαίδευση και γύρισε στο Κάιρο στο Αρχηγείο. Όταν τελείωσε ο πόλεμος πήγε στην αδελφή της στην Ουγκάντα, όπου γνώριζε το σύζυγό της τον Πολύβιο Κικκίδη που ήταν εκατομμυριούχος και παντρεύτηκαν…
Η Νίκη Κικκίδη το γένος Τορναρίτη, κατόρθωσε, είπε, αργότερα και συνέχισε τις σπουδές της στην Αγγλία, πήρε το δίπλωμα της οδοντιάτρου που ήταν το όνειρό της. Γύρισε στην Κύπρο, υιοθέτησαν δυο παιδιά από την Ελλάδα, ο γιό της ήταν πιλότος στις Κυπριακές Αερογραμμές και η κόρη της εργαζόταν στο ΡΙΚ. Δυστυχώς έχασε το σύζυγό της αλλά ήταν ευτυχισμένη με τα παιδιά και εγγόνια της.
« Φεύγοντας γύρισα το βλέμμα στην πινακίδα της οδού του σπιτιού της στον Άγιο Ανδρέα, «Οδός Αβέρωφ»,. Τι σύμπτωση. Έζησε βαρυποινίτισσα στις φυλακές «Αβέρωφ» στην Ελλάδα κι οικοδέσποινα στην οδό «Αβέρωφ» στην Κύπρο», έγραψε η Περσεφόνη Ανδρέου ολοκληρώνοντας το κείμενό της.
*Ερευνήτρια/δημοσιογράφος
ΠΗΓΗ:ΣΗΜΕΡΙΝΗ 15/3/2020