7/3/2024
Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος
Ήταν Φεβρουάριος του 1947 όταν υπογραφόταν στο Παρίσι η συνθήκη ειρήνης μεταξύ των Συμμάχων Δυνάμεων και της Ιταλίας.
Σύμφωνα με την ιστορική συμφωνία «η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου τας κατωτέρω απαριθμωμένας ήτοι: Αστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τήλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λίψον, Σύμην, Κω, και Καστελόριζον ως και τας παρακειμένας νησίδας».
Η ελληνική πλευρά διευκρίνιζε, κατά την υπογραφή, ότι με τον όρο «παρακείμενες» εννοούνται οι «υπό ιταλικήν κυριαρχίαν» κατά την είσοδο της Ιταλίας στον πόλεμο.
Η συμφωνία συνυπογραφόταν, πέραν της Ελλάδας και της Ιταλίας, από άλλα είκοσι κράτη που είχαν πολεμήσει τον ιταλικό φασισμό.
Η Τουρκία ούτε θέση, ούτε λόγο είχε σ’ αυτήν.
Η ένωση των νησιών αναβλήθηκε, κατά κάποιο τρόπο, επί τρεισήμισι δεκαετίες από μια άτυχη συγκυρία.
Είχαν μεταβιβαστεί στην Ιταλία από την Οθωμανική Αυτοκρατορία τον Μάιο του 1912, μετά τον ιταλο-τουρκικό πόλεμο.
Έτσι, κατά την έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, ιταλοκρατούνταν.
Ενώ είναι βέβαιο ότι σε διαφορετική περίπτωση θα απελευθερώνονταν τότε από τις ελληνικές δυνάμεις, όπως και τα άλλα νησιά στο Αιγαίο.
Η τελετή παράδοσης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα από τις βρετανικές αρχές έγινε στις 31 Μαρτίου 1947 στη Ρόδο μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα.
Πρώτος διοικητής των Δωδεκανήσων ανέλαβε ο αντιναύαρχος Περικλής Ιωαννίδης, με πολιτικό σύμβουλο τον πανεπιστημιακό και δικαστικό Μιχαήλ Στασινόπουλο, μετέπειτα πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η επίσημη τελετή της ενσωμάτωσης έγινε στις 7 Μαρτίου 1948 και το 1955 τα Δωδεκάνησα έγιναν νομός με πρωτεύουσα τη Ρόδο.
ΟΙ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ
Η τελετή της ιστορικής ελληνο-ιταλικής συμφωνίας, σύμφωνα με την ανταπόκριση από τη γαλλική πρωτεύουσα γινόταν στο μέγαρο Κε ντ’ Ορσέ.
Στο μακρόστενο τραπέζι, όπου εγκρίνονταν τα διατάγματα των Λουδοβίκων, αλλά και της Γαλλικής Επανάστασης.
Κάτω από την παράσταση φρυγικού πλοίου, που είχε αντικαταστήσει τα παλιότερα βασιλικά εμβλήματα…
Είκοσι λεπτά της ώρας χρειάστηκαν για να ολοκληρωθεί η υπογραφή, στις 10 και 32 λεπτά το πρωί εκείνης της Δευτέρας.
Από την ελληνική πλευρά υπέγραψαν ο γενικός διευθυντής του υπουργείου Εξωτερικών Λ. Μελάς και ο πρεσβευτής στη Γαλλία Ρ. Ραφαήλ.
Από την ιταλική ο πρέσβης Αντόνιο Μέλι Λούπι και πρώτος από τους συμμάχους ο σοβιετικός εκπρόσωπος.
Η εκχώρησή τους ήταν η μοναδική εθνική διεκδίκηση που ικανοποιήθηκε τότε. Δικαιωματική με, αλλά ελάχιστη και μη επαρκή αναγνώριση της ελληνικής συμβολής της στην αντιφασιστική νίκη και των εθνικών διεκδικήσεών της.
Μαζί με την ελληνοϊταλική υπογράφονταν τέσσερις ακόμη συνθήκες με τους άλλους δορυφόρους της χιτλερικής Γερμανίας (Ρουμανία, Βουλγαρία, Ουγγαρία και Φιλανδία).
Η κάθε συνθήκη με τις χώρες αυτές συνυπογραφόταν από όσα κράτη είχαν μετάσχει στη διαδικασία της συνθηκολόγησής της.
Έτσι, τελείωνε και τυπικά η εμπόλεμη κατάσταση και διακανονίζονταν, σε πολύ γενικές γραμμές, στη βάση των αρχών του ΟΗΕ, οι διακρατικές σχέσεις των εμπλεκόμενων χωρών.
Αν και με πολλές πικρίες και σφοδρές κριτικές, κυρίως από μέρος των μικρών κρατών.
Ανάμεσά τους και ελληνικές για την τύχη της Κύπρου και της Β. Ηπείρου.
Η ΕΚΠΛΗΞΗ ΤΟΥ ΜΟΛΟΤΩΦ
Παραμονές της Συνδιάσκεψης Ειρήνης στο Παρίσι (Ιούλιος-Οκτώβριος 1946) προεξοφλούνταν το ναυάγιο για το Δωδεκανησιακό λόγω της σοβιετικής άρνησης.
Όταν στη διάσκεψη των τεσσάρων υπουργών Εξωτερικών (Βρετανία, Γαλλία, ΕΣΣΔ και ΗΠΑ) ο Β. Μολότοφ συμφώνησε αμέσως για την παραχώρηση στην Ελλάδα, αυτό θεωρήθηκε έκπληξη.
Έχουν γραφτεί πολλά και διάφορα για το γεγονός (27 Ιουνίου 1946).
Η μαρτυρία του Αμερικανού υπ. Εξωτερικών:
«… H συνεδρίαση της ημέρας εκείνης άρχισε με άγονη συζήτηση για τη ναυσιπλοΐα στον Δούναβη.
O Mολότοφ επέμενε ότι η πλωτή αυτή οδός έπρεπε να παραμείνει υπό τον έλεγχο των παρακτίων κρατών, δηλ. της Σοβιετικής Ένωσης.
Kατόπιν συζητήθηκαν διάφορα δευτερεύοντα θέματα και περιέργως οι Σοβιετικοί συνεφώνησαν για τις οικονομικές διατάξεις των σχεδίων ειρήνης με τη Pουμανία. Εντυπωσιάστηκα με το γεγονός αυτό και σκέφτηκα να βολιδοσκοπήσω τις σοβιετικές διαθέσεις. Γι’ αυτό μεταξύ σοβαρού και αστείου είπα στο Mολότοφ:
H συνεδρίαση θα τελειώσει καλά, αν διεκανονίζετο και το θέμα της Δωδεκανήσου. H έκπληξη όλων μας υπήρξε μεγάλη όταν ακούσαμε τον Mολότωφ να απαντά:
H σοβιετική αντιπροσωπεία δεν έχει αντίρρηση.
O Mπέβιν δεν μπορούσε να πιστέψει και ρώτησε:
-Δηλαδή κ. Mολότοφ θέλετε να πείτε ότι συμφωνείτε να δοθούν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα;
Mάλιστα, αυτή είναι η έννοια των λόγων μου, απάντησε ο Mολότοφ.
Aς ανασάνουμε δύο λεπτά ώστε να συνέλθουμε, είπα εγώ… (από τις αναμνήσεις του Τζέιμς Μπερνς με το χαρακτηριστικό τίτλο «Τα χαρτιά στο τραπέζι»).
Από τις τοποθετήσεις του Σοβιετικού υπουργού Εξωτερικών, Β. Μολότοφ, προκύπτει ότι η ΕΣΣΔ τασσόταν υπέρ της παραχώρησης στην Ελλάδα.
Εμμέσως, όμως, τη συσχέτιζε και με το εσωτερικό ελληνικό πρόβλημα, λέγοντας ότι «όσο γρηγορότερα γίνει στην Ελλάδα φυσική δημοκρατική κυβέρνηση τόσο το καλύτερο γι΄ αυτήν και τους συμμάχους της» (δηλώσεις στις 18 Σεπτεμβρίου 1945 στο Λονδίνο).
Η σοβιετική θέση, παρά τα θρυλούμενα τότε και επαναλαμβανόμενα ως τις μέρες μας, είχε διαμορφωθεί πριν από το τέλος του πολέμου για την παραχώρηση των νησιών στην Ελλάδα.
Το πρόβλημα, σε βάθος χρόνου, ήταν ο όρος για την «αποστρατιωτικοποίηση» των νησιών, που θα δώσει πολύ αργότερα αφορμή στην Άγκυρα να προβάλει μη νόμιμες από την άποψη του διεθνούς δικαίου και των συνθηκών.
Αφού, εκτός των άλλων, ως μη συμβαλλόμενο μέρος δεν απορρέουν δικαιώματα από την εφαρμογή της συνθήκης Συνθήκη των Παρισίων.
Η ΛΑΜΠΡΗ ΤΕΛΕΤΗ ΚΑΙ Ο ΤΣΙΓΑΝΤΕΣ
Το τέλος της πορείας αυτής γράφτηκε με τον νόμο 518 που ψήφισε η Βουλή στις 9 Ιανουαρίου 1948 και αποφάσισε την προσάρτηση της Δωδεκανήσου στο Ελληνικό Κράτος, ενώ παράλληλα καθόρισε ως ημέρα της επίσημης Ενσωμάτωσης την 7η Μαρτίου 1948!
Όμως πριν φτάσουμε στην ημερομηνία αυτή υπάρχει ένα επείγον τηλεγράφημα του στρατιωτικού διοικητή Δωδεκανήσου αντιναύαρχου Περικλή Ιωαννίδη με ημερομηνία 4 Νοεμβρίου 1947 που απευθύνεται σε όλους τους δημάρχους της Ρόδου.
Το τηλεγράφημα αναφέρει επί λέξει: «Εορταί ενσωματώσεως ανεβλήθησαν επί τινας ημέρας. ΣΤΟΠ.
Αναμείνατε νεωτέρας οδηγίας».
Προφανώς γίνονταν συζητήσεις για την ημερομηνία του εορτασμού σε συνδυασμό και με τις υποχρεώσεις του βασιλικού ζεύγους που θα έπρεπε με την παρουσία του στη Ρόδο να τιμήσει την επέτειο!
Σημειώνεται ότι την επόμενη ημέρα της έπαρσης της ελληνικής σημαίας, πέθανε ο βασιλέας Γεώργιος ο Β’.
Άλλωστε, την περίοδο εκείνη ο εμφύλιος πόλεμος βρισκόταν στο αποκορύφωμα του και τελικά επελέγη η 7η Μαρτίου 1948 ως επίσημη επέτειος και αγνοήθηκε παντελώς η 31η Μαρτίου 1947 που είναι η ημέρα κατά την οποία η Βρετανία παραδίδει τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα και στον ιστό του κτηρίου της Διοικήσεως Δωδεκανήσου (σημερινής νομαρχίας) γίνεται η υποστολή της βρετανικής σημαίας και η έπαρση της ελληνικής.
Το γεγονός αυτό με όλη την ιστορική σημασία του μαρτυρά και η μαρμάρινη πλάκα που είναι εντοιχισμένη μέχρι σήμερα στην είσοδο του κτηρίου και γράφει: ΕΔΡΑ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 1947.
Ο εορτασμός της επετείου στις 7 Μαρτίου 1948 ήταν πράγματι λαμπρός και έγινε παρουσία του βασιλέως Παύλου, της βασίλισσας Φρειδερίκης, το διαδόχου Κωνσταντίνου, της πριγκίπισσας Σοφίας, του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Τσαλδάρη, υπουργών και άλλων επισήμων. Κατά την άφιξη του βασιλικού ζεύγους ο δήμαρχος Ρόδου Γαβριήλ Χαρίτος απένειμε στον βασιλέα Παύλο το χρυσό κλειδί της πόλης.
Πάντως στις εορταστικές εκδηλώσεις της 7ης Μαρτίου 1948 δεν παρέστη ο διοικητής του Ιερού Λόχου (και πρωταγωνιστής του απελευθερωτικού αγώνα στα Δωδεκάνησα) Χριστόδουλος Τσιγάντες!
Παραμένει άγνωστο εάν πρόκειται για σκόπιμη απόφαση ή δεν προσκλήθηκε στις εκδηλώσεις.
Ακολούθησε μεγάλη παρέλαση και πολλές άλλες εορταστικές εκδηλώσεις και σε μία απ’ αυτές ο βασιλιάς Παύλος παρασημοφόρησε πολλούς Δωδεκανησίους –κυρίως εκπαιδευτικούς, αλλά και μετά θάνατον σε εκτελεσθέντες από τους κατακτητές- για την προσφορά και τη θυσία τους στον απελευθερωτικό αγώνα.
ΠΗΓΕΣ: Η ΡΟΔΙΑΚΗ, pontosnews.gr, https://www.militaire.gr/ta-dodekanisa-ginontai-ellinika-stigmes-istorias-me-ton-dim-stayropoylo/