23/3/2025
γράφει ο Χαράλαμπος Χαραλαμπίδης
Ο ήρωάς μας έγινε αγωνιστής, προτού ακόμα μυηθεί στην ΕΟΚΑ και δώσει τον όρκο τον ιερό. Τελειόφοιτος της Αμερικανικής Ακαδημίας Λάρνακας, όταν ακούστηκε το εγερτήριο σάλπισμα του Διγενή, άρχισε να πρωτοστατεί σε πατριωτικές εκδηλώσεις και οι φίλοι του, που ήταν ήδη μυημένοι στην Οργάνωση, τον όρκισαν κι ενώθηκε μαζί τους στο εκτελεστικό

Μαύρος ήταν ο Απρίλης του 1957 για την ηρωομάνα ΕΟΚΑ, που από την Πρωταπριλιά του 1955 είχε αρχίσει τον Ένοπλο Απελευθερωτικό Αγώνα για την Αυτοδιάθεση και την Ένωση με τη Μάνα Ελλάδα. Στις τρεις του μήνα έγινε ολοκαύτωμα στη Σπηλιά του Μαχαιρά ο Καπετάν Ζήδρος, Γρηγόρης Αυξεντίου, διδάσκοντας στους συναγωνιστές του πώς να ζουν και πώς να πεθαίνουν για τη λευτεριά. Στις 14 του μήνα, δηλαδή έντεκα μόνο μέρες αργότερα, ο έφηβος της Τσάδας, ο ήρωας ποιητής Ευαγόρας Παλληκαρίδης, οδηγήθηκε στο ικρίωμα της αγχόνης, με τον Ύμνο της Λευτεριάς στα χείλη. Και στις 21 του μήνα, έξι μέρες αργότερα, έπεφτε στην Ορά της ημιορεινής Λάρνακας ο Πετράκης Κυπριανού, πολεμώντας μόνος με κυνηγετικό όπλο χιλιάδες πραιτωριανούς του Χάρντινγκ, που είχαν περιζώσει το χωρίο, μετά από προδοσία.
Ο ήρωάς μας έγινε αγωνιστής, προτού ακόμα μυηθεί στην ΕΟΚΑ και δώσει τον όρκο τον ιερό. Τελειόφοιτος της Αμερικανικής Ακαδημίας Λάρνακας, όταν ακούστηκε το εγερτήριο σάλπισμα του Διγενή, άρχισε να πρωτοστατεί σε πατριωτικές εκδηλώσεις και οι φίλοι του, που ήταν ήδη μυημένοι στην Οργάνωση, τον όρκισαν κι ενώθηκε μαζί τους στο εκτελεστικό. Πήρε μέρος σε πολλές επιθέσεις εναντίον στρατιωτικών στόχων και σε εκτελέσεις γνωστών προδοτών και πρακτόρων του εχθρού. Τελικά, η εθνική-αγωνιστική δραστηριότητα στάθηκε αφορμή να αποβληθεί από την Ακαδημία και να παρακολουθούνται στενά οι κινήσεις του. Η σύλληψή του εθεωρείτο σίγουρη, αλλά ο Πετράκης πρόλαβε τους δυνάστες. Βγήκε αντάρτης κι ενώθηκε με τις ομάδες του τομεάρχη Μιχαλάκη Ρωσσίδη.

Στο βουνό, ο νεαρότερος αντάρτης της ΕΟΚΑ – μόλις 17 ετών- ήταν υπόδειγμα ενσυνείδητου αγωνιστή. Η συμπεριφορά του ήταν άψογη από κάθε άποψη και είχε αποκτήσει νωρίς τη συμπάθεια και την εμπιστοσύνη των συντρόφων του.
Στις 18 του Μάρτη, ο Παύλος Νικολάου -τροφοδότης και υπεύθυνος του χωριού Λάγια- πήρε εντολή από τον τομεάρχη Ρωσσίδη να ειδοποιήσει τον αγωνιστή Γιώργο Κωνσταντίνου να πάει στη Βάβλα, για να παραλάβει τον Πετράκη Κυπριανού. Γύρω στις 3.30 η ώρα το απόγευμα ο Γιώργος με τον Παύλο έφτασαν στη Βάβλα, στο σπίτι όπου έμενε ο δάσκαλος του χωριού, Χριστάκης Καραγιώργης, που φιλοξενούσε προσωρινά τον Πετράκη Κυπριανού και συσκέπτονταν για τον καλύτερο τρόπο, με τον οποίο θα γινόταν με ασφάλεια η μετακίνηση του Πετράκη. «Ξάφνου», γράφει η αγωνίστρια Ελενίτσα Σεραφείμ-Λοΐζου, «από τις χαραμάδες της πόρτας είδαν Άγγλους στρατιώτες να περιπολούν στους δρόμους και να μπαίνουν στα γειτονικά σπίτια για να ερευνήσουν. Τη δύσκολη αυτή στιγμή ο νεαρός Πετράκης έδειξε αξιοθαύμαστη ψυχραιμία και ηγετικές ικανότητες. Αφού κοίταξε τους συναγωνιστές του με καθάριο βλέμμα, τους είπε: ‘‘Ήρθε και σ’ εμάς η ώρα να κάνουμε το καθήκον μας προς την Πατρίδα’’.
»Αφού κοίταξαν κι οι τέσσερεις ακίνητοι, τηρώντας απόλυτη σιγή, παρακολουθούσαν τις κινήσεις των ένοπλων στρατιωτών. Κάποια στιγμή δεκαπέντε περίπου στρατιώτες έφτασαν και έξω από το σπίτι του Καραγιώργη, όπου κρύβονταν οι τρεις αγωνιστές. Ο Πετράκης εκείνη τη μεγάλη στιγμή μεταβάλλεται σε γενναίο πολέμαρχο, με λιονταρίσια ψυχή. Ζώνεται τη ζώνη με τα φυσίγγια του κυνηγετικού, αρπάζει το όπλο, που ήταν το μοναδικό που είχαν μαζί τους και αναδεικνύεται Αρχηγός. Διατάζει τον Χριστάκη Καραγιώργη και τον Παύλο Νικολάου να φύγουν από το σπίτι για να γλυτώσουν. Εκείνος θα μείνει μόνος… Εκείνος είχε πάρει την αμετάκλητη απόφασή του. Θα μείνει. Και θα δώσει μόνος του τη μάχη. Δεν λογαριάζει τον αριθμό των πάνοπλων στρατιωτών και λέγει στον Γιώργο: ‘‘Αν μπουν μέσα μην φοβηθείς. θα τους αφήσω να βγουν στη σκάλα και θα κτυπήσω τον τελευταίο για να μην τους δώσω ευκαιρία να μου φύγουν. Εσύ, μόλις ακούσεις πυροβολισμούς να πέσεις κάτω και ο Θεός βοηθός. Είναι μαζί μας’’. Όταν ο Γιώργος πήρε την εντολή, και είπε στον Πετράκη ότι θα σκοτωνόταν άδικα δίχως όπλο, εκείνος του απάντησε: ‘‘Δεν πειράζει, ο θάνατός μου πάλι για την Πατρίδα θα είναι. Αν σκοτωθώ εγώ και έχω φυσίγγια, πάρε το δικό μου το όπλο και μη φοβάσαι… Έχε ελπίδα στον Θεό’’. Ο Γιώργος, όπως θα πει αργότερα, τον κοίταξε με θαυμασμό στα μάτια, γιατί ποτέ δεν θα φανταζόταν ότι θα άκουγε τέτοια λόγια από ένα δεκαεφτάχρονο παιδί.
»Προς στιγμή, οι στρατιώτες στάθηκαν για λίγο έξω από το σπίτι, αλλά δεν κτύπησαν την πόρτα. Απομακρύνθηκαν σιγά-σιγά από την είσοδο και πριν περάσει αρκετή ώρα ο Χριστάκης και ο Παύλος, που βγήκαν έξω με προσοχή, γύρισαν και ειδοποίησαν τους δυο συναγωνιστές τους ότι ο στρατός αποχώρησε από τη Βάβλα. Περίμεναν μερικές ώρες κρυμμένοι εκεί για να βεβαιωθούν ότι οι Άγγλοι έφυγαν και από τα γύρω βουνά. Και στις τρεις η ώρα το πρωί ο Πετράκης με τον Γιώργο έφυγαν με χίλιες δυο προφυλάξεις με προορισμό την Ορά. Προχωρούσαν αργά και προσεχτικά γιατί το σκοτάδι ήταν βαθύ και το έδαφος ήταν γεμάτο θάμνους. Κατάκοποι έφτασαν στο χωριό σώοι και αβλαβείς. Ο Πετράκης έμεινε προσωρινά, όπως λογάριαζε, μέχρι να διευθετηθεί κρησφύγετο, για να φιλοξενήσει και άλλους αντάρτες. Δυστυχώς , όμως, η μοίρα άλλα έγραφε».
Η προδοσία είχε ξαναχτυπήσει. Το απόγευμα της 21ης του Μάρτη, οι στρατιώτες γύρισαν στο χωριό και άρχισαν να καταλαμβάνουν τα γύρω υψώματα. Ήταν φανερό ότι ο προδότης ήξερε πολλά για τη δράση των ανταρτών στην περιοχή και τους οδήγησε εκεί. Το χωριό είχε πλημμυρίσει από σιδερόφραχτους πραιτωριανούς το Χάρντινγκ. Ο Γιώργος, στο σπίτι του οποίου βρισκόταν ο Πετράκης, έκλεισε αμέσως το μαγαζί του κι έτρεξε να τον ειδοποιήσει τι συνέβαινε. Εκείνος του ζήτησε να γυρίσει και να κοιτάξει καλύτερα τις κινήσεις των στρατιωτών, που είχαν ήδη αρχίσει να θέτουν το χωριό σε κατ’ οίκον περιορισμό, το γνωστό ‘‘κέρφιου’’. Ο Γιώργος δεν πρόλαβε ν’ απομακρυνθεί από το σπίτι, όταν οι τηλεβόες και τα μεγάφωνα του στρατού καλούσαν τους κατοίκους να συγκεντρωθούν στην πλατεία του σχολείου.

Θα γράψει αργότερα η αγωνίστρια Ελενίτσα Σεραφείμ-Λοΐζου: «Γεμάτος αγωνία επέστρεψε στο σπίτι του. Προσφέρθηκε να βοηθήσει τον Πετράκη να διαφύγει. Εκείνος του απάντησε: ‘‘Είσαι τρελός; Εγώ μόλις βγω έξω θα σκοτωθώ. Εσύ πήγαινε στο σχολείο. Θα σε χρειαστεί η πατρίδα’’. Και γυρίζοντας προς την αδελφή του Γιώργου, που ήταν εκεί, την παρακάλεσε να του φέρει μια σακούλα για να βάλει μέσα το όπλο του. Όταν όμως η κοπέλα έτρεξε και του πήρε τη σακούλα, ο Πετράκης άλλαξε γνώμη και της είπε: ‘‘Όχι δεν την θέλω. Θα βγω με τ’ όπλο στο χέρι κι ό,τι θέλει ο Θεός’’. Ο Γιώργος συνέχισε να τον παρακαλεί να τον αφήσει να τον οδηγήσει έξω από το χωριό, κι ο Πετράκης τού είπε επιτακτικά: ‘‘Να πας στο σχολείο σού λέω’’. Κι ο Γιώργος αναγκάστηκε να υπακούσει. Αγκαλιάστηκαν και φιλήθηκαν συγκινημένοι. Ήξεραν ότι χώριζαν για πάντα.
»Προτού αποχωριστούν, ο Πετράκης παρήγγειλε στον Γιώργο να ειδοποιήσει τους δικούς του. Ύστερα έκανε τον σταυρό του, πήρε το κυνηγετικό όπλο με τα 27 φυσίγγιά του και διέταξε και πάλι τον φίλο του να φύγει και να πάει στο σχολείο. Όταν βεβαιώθηκε ότι εκείνος απομακρύνθηκε, αποχαιρέτησε και τη μητέρα του και τη αδελφή τού Γιώργου και βγήκε αποφασιστικά στον δρόμο, περήφανος σαν Σπαρτιάτης. Ή ταν ή επί τας. Η ώρα της θυσίας στον βωμό της λευτεριάς πλησιάζει. Μόλις βγήκε από το σπίτι και προχώρησε μέχρι τον φράχτη, έχοντας το όπλο κάτω από τη μασχάλη, ένας Άγγλος τού φώναξε να σταματήσει. Ο Πετράκης, αντί άλλης απάντησης, τον πυροβόλησε και τον άφησε νεκρό. Ο πυροβολισμός κινητοποιεί άλλους στρατιώτες που ερευνούσαν εκεί. Εκείνος τρέχει και προλαβαίνει να μπει σ’ ένα ακατοίκητο σπίτι. Εκεί διάλεξε να στήσει το μετερίζι του για την ιερή μάχη της τιμής και του καθήκοντος».
Το σπίτι περικυκλώθηκε αμέσως από πολλούς πάνοπλους στρατιώτες. Σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων, αυτοί που περιέζωναν και ερευνούσαν το χωριό ήταν πάνω από τρεις χιλιάδες. Ο «τρομοκράτης» της ΕΟΚΑ ένας και μόνος με 26 φυσίγγια – είχε ρίξει ακόμα ένα και φονεύσει πριν από λίγο έναν στρατιώτη. Οι πραιτωριανοί δεν τολμούν να πλησιάσουν. Μερικοί που τόλμησαν να πλησιάσουν, δέχθηκαν τα πυρά τού αγωνιστή και σωριάστηκαν νεκροί. Ακολουθούν καταιγιστικά πυρά του εχθρού. Προσπαθεί να τρομοκρατήσει τον λεβεντονιό της ΕΟΚΑ και να παραδοθεί. Οι γενναίοι, όμως, όπως ο Πετράκης, δεν παραδίδονται. Μένουν στο πεδίο της τιμής και πέφτουν για της λευτεριάς το θείο δώρο. Οι στρατιώτες δεν τολμούν να τον πλησιάσουν. Πιστεύουν ότι στο τέλος θα παραδοθεί. Ο Πετράκης σιωπά και έχει πάντοτε το όπλο του στραμμένο απέναντι στους εχθρούς. Σε κάθε τους κίνηση να τον πλησιάσουν, απαντά με ντουφεκιά. Γνωρίζει ότι τα φυσίγγιά του είναι λίγα και προσπαθεί να κάνει οικονομία μέχρι να πέσει η νύχτα για να κάνει έξοδο προς το ποτάμι, που ήταν πολύ κοντά στο σπίτι όπου ήταν ταμπουρωμένος και να διαφύγει.
Πόσο, όμως, μπορούσε να αμύνεται με τα 26 φυσίγγια που του είχαν απομείνει; Ήταν νωρίς και η νύχτα αργούσε να ’ρθει. Στις πεντέμισι η ώρα ρίχνει και το τελευταίο του φυσίγγιο. Τότε πήρε την παράτολμη απόφαση, που μόνο ένας ανυπόταχτος αγωνιστής μπορούσε να πάρει, μπροστά στο δίλημμα που ορθωνόταν στον νου του: Να μείνει εκεί άοπλος και να τον συλλάβουν ή να επιχειρήσει έξοδο προς την ελευθερία; Αποφασίζει το δεύτερο. Επιχειρεί έξοδο προς τον ποταμό. Ο εχθρός που τον περιζώνει είναι πολυάριθμος. Το τείχος που είχε ορθώσει γύρω από τον αγωνιστή είναι απροσπέλαστο. Τον είχε αντιληφθεί μόλις βγήκε από το σπίτι κι άρχισε η καταδίωξη. Στο κάλεσμα να παραδοθεί, ο άοπλος Πετράκης άρχισε να τρέχει, με την ελπίδα να διαφύγει. Η τύχη, όμως, δεν στάθηκε με το μέρος του. Δέχεται θανάσιμα εχθρικά πυρά και πέφτει. Βάφει με το ηρωικό αίμα του το δέντρο της λευτεριάς. Και η νεανική ψυχή του πετά ασύλληπτη στο Πάνθεο των Ηρώων με τα φτερά της δόξας.
ΠΗΓΗ:https://simerini.sigmalive.com/article/2025/3/23/petrakes-kuprianou-o-nearoteros-antartes-tes-eoka-pou-epese-gia-te-leuteria/