Διδάγματα από την ιστορική διάσκεψη της Γενεύης

24 Ιανουάριος 2017

του ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ Π. ΛΕΙΨΟΥ*

Μικρό κράτος η Κύπρος μπορούσε να είχε γίνει η συνείδηση της ανθρωπότητας, αν είχε καταφέρει να τοποθετήσει το πρόβλημά της πάνω σε βάσεις ορθές

Είδαμε επιτέλους και τα αποτελέσματα της διάσκεψης που έγινε στη Γενεύη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, στην οποία παρέστησαν οι τρεις «εγγυήτριες» δυνάμεις, οι δύο «εξοχότατοι» και ο νέος Γενικός Γραμματέας του διεθνούς αυτού οργανισμού. Όπως και στο παρελθόν, η κυπριακή κυβέρνηση ζήτησε γνωμοδοτήσεις από διεθνολόγους, οι οποίοι είπαν πως για να καταργηθεί ή αναθεωρηθεί η Συνθήκη Εγγυήσεως, η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι αναγκαία.

Ήταν και είναι νομικώς ξεκάθαρο πως, αφού και η Κυπριακή Δημοκρατία είναι δεσμευμένη με αυτή τη Συνθήκη, η παρουσία της ως συμβαλλόμενο μέρος είναι απαραίτητη. Αν λόγω άγνοιας, την ανάγκη είχαν αισθανθεί γνωμοδοτήσεων αυτοί που κυβερνούν την Κύπρο για να υπερασπιστούν τα δίκαιά της, καλώς βέβαια έπραξαν.

Τις γνώσεις όμως γι’ αυτού του είδους τα θέματα έπρεπε να τις είχαν ήδη υπ’ όψιν, μόλις παρουσιάστηκε το κυπριακό πρόβλημα ή και πριν ακόμη παρουσιαστεί, και όχι 56 χρόνια ύστερα από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτοί που εκλέγονται πρόεδροι της Κύπρου, και παίρνουν και μισθό από τα ταμεία της Κυπριακής Δημοκρατίας, την Κύπρο και μόνο την Κύπρο έπρεπε να αντιπροσωπεύουν και όχι την «εξοχότητά» τους. Και εκτός τούτου, όπως προβλέπεται και από το κυπριακό Σύνταγμα, ο Πρόεδρος της Κύπρου με αυτή την ιδιότητα αντιπροσωπεύει την Κύπρο, ολόκληρο τον λαό της, που είναι ένας, και αποτελείται από τις δύο κοινότητές της.

Κύριο θέμα συζήτησης σε μια υψηλού επιπέδου διάσκεψη για το Κυπριακό δεν έπρεπε να ήταν, αν η Συνθήκη Εγγυήσεως θα καταργηθεί ή αν θ’ ανανεωθεί με διαφορετική διατύπωση, αλλά για να διαπιστωθεί απλώς ότι από το καλοκαίρι του 1974 έπαυσε να ισχύει. Όχι μόνο επειδή η Συνθήκη αυτή είναι αποικιοκρατικό κατάλοιπο ή αναχρονιστική, αλλά λόγω του μη σεβασμού της από την Τουρκία, που με την εισβολή της διχοτόμησε την Κύπρο.

Με τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου η Ελλάδα και η ελληνοκυπριακή πλευρά απαρνήθηκαν την Ένωση, που ήταν πόθος χιλιετηρίδων, για μια Κυπριακή Δημοκρατία με περιορισμένη ανεξαρτησία. Αυτή τη λύση την είχαν αποδεχτεί οι τότε ηγέτες και σιγά-σιγά τη συνήθισε και ο λαός, και η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε πραγματικότητα με τη συμμετοχή της στα Ηνωμένα Έθνη, κι αργότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι λοιπόν αδιανόητο να γίνει αποδεκτό οποιοδήποτε σχέδιο λύσης που θα προνοεί την εξαφάνιση της Κυπριακής Δημοκρατίας χάριν στα «εύρηκα-εύρηκα» τύπου… «παρθενογένεσης»!

Βλέποντας για μια ακόμη φορά τη σκληρή στάση της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων, που manu militari πήραν το 36,4% της Κύπρου και ζητούν επιπλέον και τον Πύργο της Τηλλυρίας, δεν είναι δύσκολο να διαπιστωθεί πως, δυστυχώς, ποτέ δεν θα βρεθεί τίμια λύση, αν η Κύπρος δεν αποδεχθεί την κηδεμονία και επικυριαρχία -κρυφή η φανερή-, της Τουρκίας, η οποία, όπως άφησαν να νοηθεί διάφοροι εθνικιστές πολιτικοί της, αρχίζοντας από τον Αχμέτ Νταβούτογλου, την έχουν στα σχέδια κατάκτησής τους, για λόγους «ασφάλειας», και τούτο, «έστω κι αν ακόμη δεν υπήρχε ένας μουσουλμάνος Τούρκος» στο νησί. Παρόμοιοι λόγοι έχουν ακουστεί από τότε που η Κύπρος ήταν υπό αγγλική κατοχή, από όλους τους Τούρκους κυβερνώντες, αρχηγούς κομμάτων και στρατηγούς.

Τόσα χρόνια ύστερα από την εισβολή, το πιο παράδοξο για την Κύπρο είναι πως, μέχρι και σήμερα, δεν έχουν εφαρμοστεί, ούτε και κατά το ελάχιστον, τα περιβόητα άρθρα του καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που θεωρούνται ως αρχές δικαίου θεμελιακές, αλλά ούτε και οι πολυάριθμες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. Γιατί; Γιατί οι διάφοροι μεσολαβητές ή αντιπρόσωποι του ΟΗΕ ζητούν συνεχώς υποχωρήσεις -όλες εξευτελιστικές- από την Κυπριακή Δημοκρατία, οι οποίες οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στον τάφο τους Έλληνες της Κύπρου;

Γιατί όλοι αυτοί οι Γενικοί Γραμματείς, τους οποίους ο ρόλος είναι ο σεβασμός του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και η εκτέλεση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας, δεν εφαρμόζουν τον νόμο του Οργανισμού τον οποίο εκπροσωπούν; Γιατί η κατοχή συνεχίζεται κι έχει σχεδόν γίνει αποδεκτή και απ’ τους ιδίους; Γιατί ο εποικισμός, αντί να είχε ήδη από τα πρώτα ψηφίσματα του ΟΗΕ σταματήσει, συνεχίζεται; Γιατί τα ξένα στρατεύματα δεν έχουν εγκαταλείψει την Κύπρο αλλά, αντιθέτως, ενισχύονται;

Μικρό κράτος η Κύπρος μπορούσε να είχε γίνει η συνείδηση της ανθρωπότητας, αν είχε καταφέρει να τοποθετήσει το πρόβλημά της πάνω σε βάσεις ορθές. Αν από την αρχή η Κυπριακή Δημοκρατία είχε παρουσιάσει το δράμα της στη διεθνή κοινωνία ως θέμα εισβολής και κατοχής, όλοι αυτοί που θέλουν να την εξαφανίσουν ως Κράτος και ν’ αντικαταστήσουν τον πανάρχαιο ελληνοχριστιανικό πληθυσμό της με έναν άλλο, θα έβλεπαν πως δεν είναι -όπως είχαν διανοηθεί- τόσο εύκολα τα πράγματα, γιατί γραπτοί και άγραφοι νόμοι συνηγορούν υπέρ των δικαίων της.

Αντί οι συνομιλίες να αρχίσουν από τα θέματα στα οποία λίγο ή πολύ το περιθώριο συμφωνίας φαινόταν βέβαιο, έπρεπε να είχαν αρχίσει θέτοντας πρώτα στο τραπέζι των συμφωνιών τη Συνθήκη Εγγυήσεως, ρίζα αιτίας κακών, μαζί με το γεωγραφικό. Με τέχνη όμως και μαεστρία, λίγο-λίγο, η τουρκική πλευρά οδήγησε την ελληνοκυπριακή εκεί που επιθυμούσε.

Καλοί διπλωμάτες αλλά και πονηροί οι Τούρκοι επένδυσαν στον παράγοντα χρόνο, γιατί ήξεραν πως ο χρόνος φθείρει, η προσφυγιά κουράζει και οι αγώνες και οι θυσίες σε καιρούς χλιδής εκφυλίζονται. Και το έχουν πετύχει. Υπάρχει πιο μεγάλος εξευτελισμός για έναν άνθρωπο του οποίου η πατρίδα είναι υπό κατοχή, που εκδιώχθηκε άρον-άρον από τη γη των προγόνων του και από το σπίτι του χωρίς να πάρει ούτε και μια βαλίτσα, να διαπερνά τα λεγόμενα οδοφράγματα για να δει ό,τι του λήστεψαν οι Τούρκοι… ως τουρίστας;

Δεν είναι αυτό αποδοχή των με χρήση βίας επιβληθέντων καταστάσεων; Δεν είναι μια πράξη που όπλα νέα δίνει στην Τουρκία, για να πει πως «το Κυπριακό, κύριοι, έχει εκ των πραγματικοτήτων και τόσων άλλων πράξεων λυθεί;».

Οι συνομιλίες της Γενεύης το μόνο αποτέλεσμα που είχαν ήταν για να διαπιστωθεί ότι το χάσμα αποστάσεων μεταξύ των δύο πλευρών είναι ακόμη τεράστιο. Ήταν επίσης ευκαιρία για την ελληνική πλευρά, για να επαναλάβει πως η αποδοχή λύσης, σαν αυτήν που θέλει να επιβάλει η Τουρκία, είναι δύσκολο να γίνει. Πολύ αισιόδοξος ο αντιπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, όπως όλοι οι Γενικοί Γραμματείς που μας προσφέρουν λύσεις χρόνια τώρα, έχει δηλώσει πως η διαδικασία θα συνεχιστεί. Δουλειά του είναι…

Την ίδια στιγμή ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μ. Ακιντζί διακηρύττει με επιβλητικότητα πως διάσκεψη, χωρίς την παρουσία τουρκικού στρατού στην Κύπρο και εγγυήσεις, θα οδηγήσει σε αδιέξοδο. Απ’ την πλευρά του ο Κύπριος Πρόεδρος, που πιστεύει ακόμα σε λύση παρά τις αλλεπάλληλες τουρκικές αμετάβλητες τοποθετήσεις, παρόντων του Έλληνα Προέδρου και του Αρχιεπισκόπου, μίλησε για την «απελευθέρωση της πατρίδας μας» και «την επανένωσή της».

Έπρεπε όμως να είχε εξηγήσει πως η απελευθέρωση της Κύπρου, για την οποία μιλά, δεν είναι αντίθετη με την πολιτική που ακολουθεί, κι αν με τη λεγόμενη «επανένωση» η Κύπρος δεν θα είναι όπως τώρα γεωγραφικά σε δυο κομμάτια διχοτομημένη κι ενωμένη μόνο κάτω από μια κοινή συνομόσπονδη ομπρέλα, που θα διακινδυνεύει να την πάρει ο άνεμος. Ο άνεμος που θα φυσήξει από την… Ανατολία.


*Επίτιμος δικηγόρος στη Γαλλία

ΠΗΓΗ:http://www.sigmalive.com/simerini/analiseis/399042/didagmata-apo-tin-istoriki-diaskepsi-tis-genevis