Συνέντευξη Ακιντζί στην FAZ–«Λύση δυο κρατών ο Αναστασιάδης»

05.05.2018 08:36 

Sigmalive

Η εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung φιλοξενεί εκτενή συνέντευξη του Τ/κ ηγέτη, Μουσταφά Ακιντζί, με τίτλο «Το φυσικό αέριο, o Ερντογάν και η περηφάνια της Κύπρου».

Η συνομιλία συνοψίζει τις θέσεις του Τ/κ ηγέτη στις εξής θεματικές: α. αντιδράσεις τ/κ πλευράς στο ζήτημα των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ, β. σκεπτικισμός για την πιθανότητα της επανένωσης της νήσου και γ. άσκηση κριτικής στον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα «η απειλή της χρήσης στρατιωτικής βίας υφέρπει στο πολιτικό υπόβαθρο της ανατολικής Μεσογείου, ωστόσο κατά τη διάρκεια των προηγουμένων μηνών δόθηκε αρκετές φορές η εντύπωση ότι πρόκειται οι λεβαντίνικες λεκτικές απειλές να μετατραπούν σε βίαιες συγκρούσεις. Αφότου το τουρκικό πολεμικό ναυτικό παρεμπόδισε ένα πολιτικό, εταιρικό πλοίο, να προβεί σε έρευνες για πιθανολογούμενα οικόπεδα φυσικού αερίου στα κυπριακά ύδατα, ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, απείλησε με εμπλοκή πρόσθετων πολεμικών πλοίων καθώς και της πολεμικής αεροπορίας, σε περίπτωση που επιχειρηθούν εκ νέου έρευνες. Η αιτιολογία της Άγκυρας γι’ αυτήν την πολιτική έχει ως εξής: Με δεδομένο ότι η κυβέρνηση στη Λευκωσία εκπροσωπεί μόνον τους Ελληνοκύπριους στην από το 1974 διχοτομημένη νήσο, δεν έχει κανένα δικαίωμα να λαμβάνει αποφάσεις για το μέλλον της χώρας ερήμην της τουρκοκυπριακής πληθυσμιακής ομάδας».

Η εφημερίδα γράφει ότι η κυβέρνηση της Κύπρου εμμένει αντιθέτως στα κυριαρχικά δικαιώματά της. «Ως προς αυτά, δέχθηκε προ μερικών ημερών την υποστήριξη του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: ‘Η Τουρκία ενεργεί παράνομα στην ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο’, δήλωσε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ. Γνώστες των αγορών ενέργειας αντιτείνουν ότι μία η διαμάχη γι’ αυτό το θέμα είναι περιττή και για τον πρόσθετο λόγο ότι, εφόσον τα δυνητικά υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αερίου της Κύπρου μπορέσουν κάποτε να εντοπιστούν, με βάση το παρόν επίπεδο της τεχνολογίας ούτως ή άλλως δεν είναι εξορύξιμα σε τιμή που να ανταποκρίνεται στα δεδομένα της αγοράς. Προς τι λοιπόν η διένεξη για κάτι που, ούτως ή άλλως, δεν έχει καμία αξία με όρους της οικονομίας της αγοράς;»

Ο Μουσταφά Ακιντζί, γράφει η FAZ, δεν προτίθεται να εμπλακεί σε τέτοιες εικασίες. Όπως λέει, τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της Κύπρου ίσως είναι οικονομικώς αξιοποιήσιμα, ίσως και όχι – κανείς δεν μπορεί όντως να το διαβλέψει αυτό, αντιτείνει συνομιλώντας με αυτήν την εφημερίδα, και παραπέμπει στην περίπτωση του υποθαλάσσιου οικοπέδου Ζορ, στα θαλάσσια ύδατα της Αιγύπτου. Εκεί, το 2015, προς έκπληξή τους, οι μηχανικοί της ιταλικής εταιρίας ENI έπεσαν πάνω στο μεγαλύτερο οικόπεδο φυσικού αερίου που ανακαλύφθηκε έως τώρα στη Μεσόγειο. Υπάρχει αυξημένη πιθανότητα να εκτείνεται η ίδια μορφολογία και στα κυπριακά ύδατα, επειδή η απόσταση μεταξύ του οικοπέδου Ζορ και της ΑΟΖ της Κύπρου είναι μόνον έξι χιλιόμετρα, εικάζει ο Ακιντζί, και γι’ αυτό το λόγο θεωρεί απαραίτητη την υπέρβαση των πολιτικών διαφορών μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Όπως λέει, στόχος πρέπει να είναι ο συνδυασμός των πιθανών κυπριακών κοιτασμάτων φυσικού αερίου με τα ισραηλινά, προκειμένου να υπάρχει δυνατότητα εξαγωγής μέσω Τουρκίας στην Ευρώπη. Ωστόσο, – τονίζει – προαπαιτούμενο γι’ αυτό είναι η συναπόφαση μεταξύ Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων για την ενεργειακή πολιτική της χώρας – ανεξάρτητα από εάν κάποια στιγμή στο μέλλον, η διχοτομημένη από το 1974 νήσος θα επανενωθεί ή όχι. Ο Ακιντζί ζητεί την άμεση σύσταση μιας επιτροπής με τη συμμετοχή Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, που θα λαμβάνει από κοινού αποφάσεις σε ενεργειακά ζητήματα.

Αντιθέτως, – επισημαίνει – η προσπάθεια των Ελληνοκυπρίων να διεθνοποιήσουν τη διένεξη, προσκαλώντας δυτικούς εταιρικούς ομίλους όπως η ιταλική ΕΝΙ, η Exxon Mobil από τις ΗΠΑ ή η Total από τη Γαλλία για τη διεξαγωγή δοκιμαστικών εξορύξεων, θα μπορούσε να αποδειχθεί αποτυχημένη πρακτική, καθώς «και εμείς εγείρουμε απαιτήσεις σε αυτά τα ύδατα». Ο πληθυντικός αφορά στους Τουρκοκυπρίους και την Τουρκία. Σύμφωνα με τον Ακιντζί, η παρουσία της Τουρκίας είναι αναπόφευκτη, διότι η τουρκοκυπριακή πλευρά στερείται τεχνικών δυνατοτήτων να προβεί η ίδια σε δοκιμαστικές εξορύξεις. «Δεν έχουμε άλλον χρηματοδότη», δηλώνει και προσθέτει ότι σε περίπτωση που η ΕΕ έδειχνε έτοιμη να χρηματοδοτήσει τους Τουρκοκυπρίους, δεν θα υπήρχε καμία αντίρρηση. «Όμως το σενάριο από ‘δω και πέρα έχει ως εξής: Ή ξεκινάμε με διπλωματικό και φιλικό τρόπο τη συζήτηση για το θέμα του μέλλοντός μας ή ξεκινάμε και εμείς διαδικασίες ερευνών για κοιτάσματα φυσικού αερίου. Δεν θα κάτσουμε άπραγοι και θα κοιτάμε» υποστηρίζει.

Αντιθέτως, ο Ακιντζί απορρίπτει τη θέση της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Κύπρου, συνεχίζει το δημοσίευμα. Με βάση αυτήν την προσέγγιση, γράφει η FAZ, «μόνον η κυβέρνηση του Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων στα ζητήματα της διεξαγωγής δοκιμαστικών εξορύξεων, της προκήρυξης αδειών έρευνας και της (όχι και τόσο πιθανής) εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων που εντοπίζονται. Τελικά, τα κέρδη από τις εξαγωγές φυσικού αερίου θα πρέπει μεν – όπως λέγεται – να εισρέουν σε ένα κοινό ταμείο, ωστόσο οι Τουρκοκύπριοι θα αποκτήσουν πρόσβαση στο μερίδιο που τους αναλογεί, μόνον εφόσον δηλώσουν ότι συμφωνούν με μία επανένωση της νήσου. Ο Aκιντζί προειδοποιεί ότι το θέμα με αυτήν την μορφή δεν τίθεται καν υπό συζήτηση και εκφράζει ξεκάθαρα αμφιβολίες ως προς το εάν αποτελεί καν ρεαλιστική προσέγγιση μία επανένωση της Κύπρου. Σε τελική ανάλυση – σημειώνει – η διαπραγμάτευση γι’ αυτό το θέμα με τη μεσολάβηση των ΗΕ μετρά ήδη μισό αιώνα, χωρίς αποτέλεσμα. Γι’ αυτό και θεωρεί κατανοητό το γεγονός ότι ο ΓΓ των ΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, εξέπεμψε το μήνυμα ότι δεν θα υπάρξει καμία περαιτέρω διαμεσολαβητική πρωτοβουλία, ενόσω δεν υπάρξουν σαφή μηνύματα από την Κύπρο ότι η επανένωση της νήσου είναι εκατέρωθεν επιθυμητή».

Ο ίδιος σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται να συμμετέχει εκ νέου σε καμία περίπτωση σε μία μακρόσυρτη και τελικά ατελέσφορη διαπραγματευτική διαδικασία, δηλώνει ο Ακιντζί. Θυμάται ότι στο διεξαχθέν δημοψήφισμα του 2004 υπό την εποπτεία των ΗΕ, σχεδόν 65% των Τουρκοκυπρίων είχε συναινέσει στην επανένωση της νήσου, ενώ περισσότερο από το 75% των Ελλήνων του νησιού εκφράστηκε εναντίον μίας τέτοιας προοπτικής. Έκτοτε, σημειώνει, μία επανένωση γίνεται ολοένα και πιο απίθανη: «Όσο περισσότερος χρόνος περνά, τόσο πιο αποδεκτό γίνεται δυστυχώς το υπάρχον καθεστώς (status quo) για τους ανθρώπους και των δύο πλευρών». Ο Ακιντζί ισχυρίζεται ότι στο μεταξύ έχει μάλλον ακούσει ως επί το πλείστον «συγκεκριμένα μηνύματα αναφορικά με μία λύση δύο κρατών», για την Κύπρο. Μάλιστα, ακόμη και ο Κύπριος Πρόεδρος Αναστασιάδης αναφέρεται εμμέσως σε μία λύση αυτής της μορφής, ισχυρίζεται ο Ακιντζί, προσθέτοντας ότι: «Εάν αυτό είναι που προτιμούν οι Ελληνοκύπριοι παρά ένα μοίρασμα των εξουσιών, τότε είναι καιρός να το συζητήσουμε».

Ωστόσο, προς το παρόν, «η λύση των δύο κρατών», που αναφέρεται δια στόματος του ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, ακούγεται τουλάχιστον εξίσου απίθανη με μια μία επανένωση, λέει το δημοσίευμα. Η «ΤΔΒΚ», όπως γράφει η εφημερίδα, της οποίας ανώτατος εκπρόσωπος είναι ο Ακιντζί, είναι διεθνώς αναγνωρισμένη μόνον από την Τουρκία και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι θα μπορούσε να υπάρξει κάποια αλλαγή σε προβλεπτό χρονικό διάστημα. Σε στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο, συνεχίζει, αποτελεί de facto προτεκτοράτο της Τουρκίας, κάτι όμως που δεν είναι εντάξει για τους Τουρκοκυπρίους, μεταξύ αυτών και για τον Aκιντζί. Εδώ και χρόνια, οι «κυβερνήσεις» στα κατεχόμενα καταβάλλουν προσπάθειες να μετριάσουν την οικονομική τους εξάρτηση από την Τουρκία, προκειμένου να κερδίσουν περισσότερη ελευθερία κινήσεων, αναφέρει το δημοσίευμα. Ως προς αυτό υπάρχουν τα πρώτα επιτυχή αποτελέσματα, λέει ο Ακιντζί. Ενώ ο «διοικητικός μηχανισμός» συντηρείτο κάποτε μόνον μέσω της χρηματοδότησης από την Τουρκία, το ψευδοκράτος θα είναι «σύντομα» σε θέση να καλύπτει εξ ολοκλήρου η ίδια τις σχετικές δαπάνες, προσθέτει. Με βάση τα λεγόμενα Ακιντζί, η χρηματοδότηση θα προέλθει από μία σύγχρονη φορολογική πολιτική και τα αυξανόμενα έσοδα από τον τουρισμό, καθώς και τις δυνατότητες πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, που προσελκύουν πολλούς Αφρικανούς φοιτητές. Όπως λέει ο Aκιντζί, από την Τουρκία θα προέρχεται στο μέλλον μόνον η χρηματοδότηση για την κατασκευή υποδομών στα κατεχόμενα. Δεν αντικρούει βέβαια τη θέση ότι το ψευδοκράτος δεν θα μπορέσει να επιβιώσει χωρίς τις τουρκικές επιχορηγήσεις.

Ο Ερντογάν, γράφει η FAZ, κάνει τους Τουρκοκυπρίους να νιώσουν απόλυτα αυτήν την εξάρτηση. Ιδιαίτερα σαφές έγινε αυτό, όταν πρόσφατα η τουρκοκυπριακή εφημερίδα καθημερινής κυκλοφορίας, Afrika, η οποία τηρεί κριτική απόσταση έναντι του ρόλου της Άγκυρας στην Κύπρο, επέκρινε την επέλαση του στρατού του Ερντογάν στη Συρία, χαρακτηρίζοντας την ως «πολιτική κατοχής». Ο Eρντογάν εξοργίστηκε τόσο πολύ με αυτό το επικριτικό σχόλιο, που κάλεσε την ίδια μέρα τους οπαδούς του στα κατεχόμενα να δώσουν «τη σωστή απάντηση» στους Τουρκοκύπριους δημοσιογράφους. Κι αυτό έγινε άμεσα: Ένας όχλος από Τούρκους της Ανατολίας, οι οποίοι έχουν μετοικήσει τις προηγούμενες δεκαετίες στην Κύπρο, επιτέθηκε στους αρχισυντάκτες της εφημερίδας. Μόνον η προσωπική παρέμβαση του Ακιντζί απέτρεψε την αιματοχυσία, γράφει το δημοσίευμα.

Μιλώντας γι’ αυτό το περιστατικό, o Ακιντζί καθιστά πλέον σαφές ότι ο ίδιος δεν συμμερίζεται μεν την επικριτική γραμμή των αρχισυντακτών της εφημερίδας Afrika έναντι της Τουρκίας, αλλά ότι παρά ταύτα ήταν εντελώς απαράδεκτη η επίθεση στην εφημερίδα: «Εμείς οι Τουρκοκύπριοι θέλουμε να διατηρήσουμε τη δημοκρατία μας και το κράτος δικαίου». Στο ερώτημα εάν συνειδητά διατυπώνει αυτήν την άποψη με σαφείς οριοθετήσεις έναντι της Τουρκίας, ο Ακιντζί απαντά προσεκτικά: «Δεν θα ήθελα να προβώ σε καμία σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη χώρα, διότι αυτό θα προξενούσε μόνον δυσκολίες, ενώ η πρόθεσή μας είναι να μην ενισχύουμε κανενός είδους τριβές μεταξύ ημών και της Τουρκίας». Όπως σημειώνει, η Τουρκία είναι η μοναδική χώρα που τείνει χείρα βοηθείας προς τους Τουρκοκυπρίους και αναγνωρίζει το βόρειο τμήμα της νήσου. «Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να εισάγουμε τα πάντα από την Τουρκία. Θέλουμε εδώ να διατηρήσουμε τη δική μας ταυτότητα. Θέλουμε να διατηρήσουμε τη δημοκρατική, κοσμική μας αντίληψη και τον τρόπο ζωής μας».

Χωρίς ονομαστική αναφορά στον Ερντογάν, o Ακιντζί αναμφισβήτητα ασκεί κριτική στην ελλιπή αντίληψή του περί δημοκρατίας. Όπως λέει, θα μπορούσε κανείς αναμφίβολα να απορρίψει «συγκεκριμένες προκλητικές διατυπώσεις και επικεφαλίδες», αλλά «αυτό δεν σημαίνει ότι όποιος μιλά και γράφει κατά τρόπο μη αρεστό σε μένα, θα πρέπει να φιμώνεται. Όχι. Εδώ έχουμε ελευθερία έκφρασης γνώμης». Όταν γίνονται «προσβολές», τότε διατυπώνει την άποψη ότι αυτό θα μπορούσε να διευθετηθεί με ένδικα μέσα, εφόσον υφίσταται θέμα αξιόποινης πράξης. Αντίθετα, μία βίαιη συμπεριφορά έναντι δημοσιογράφων δεν είναι κατά τη γνώμη του αποδεκτή. «Εναντίον λόγων, σκέψεων και κειμένων μπορεί κανείς να συντάξει άλλους λόγους και κείμενα – αλλά δεν μπορεί κανείς απλά να ορμά σε μία εφημερίδα και να επιχειρεί να την κλείσει με τη βία. Αυτό δεν πρόκειται να το ανεχθούμε». Δηλώνει ότι στα κατεχόμενα υφίσταται «διάκριση των εξουσιών και δεν υπάρχει κανενός είδους ανάμιξη στο σύστημα δικαιοσύνης και γι’ αυτό είμαστε υπερήφανοι», ενώ συμπληρώνει ότι η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη και έτσι θα παραμείνει.

Ο Ακιντζί οριοθετεί ωστόσο επιπλέον την έμμεση κριτική του ως προς τις επικρατούσες συνθήκες στην Τουρκία με πρόσθετες παρατηρήσεις. Εστιάζει στην «πολύ δύσκολη περίοδο» που διάγει η Τουρκία, και παρατηρεί ότι είναι περισσότερο εκτεθειμένη στις τρομοκρατικές απειλές από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Η χώρα πρέπει να εξοπλιστεί για να τις αντιμετωπίσει, παρατηρεί. Γι’ αυτό το λόγο η Τουρκία κατά τα προηγούμενα χρόνια ανέπτυξε μία «ιδιαίτερη ευαισθησία». «Από την άλλη πλευρά, δεν μπορεί κανείς να συναινέσει όταν βλέπει πώς καταδικάζονται σε ισόβια ποινή φυλάκισης συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι», λέει ο Ακιντζί. Στο ερώτημα αν αυτού το είδους οι ανοικτές τοποθετήσεις θα μπορούσαν να του προκαλέσουν δυσκολίες με την Άγκυρα, απαντά: «Αποδίδουμε μεγάλη αξία στη συνέχιση των καλών σχέσεων με την Τουρκία. Αυτό όμως δεν θα πρέπει να σημαίνει απαραιτήτως ότι έχουμε την ίδια γνώμη σε όλα τα ζητήματα». Οι Τουρκοκύπριοι δεν θα ήθελαν «να γίνουν ούτε μία μειονότητα σε ένα ελληνοκυπριακό ενιαίο κράτος ούτε μια επαρχία της Τουρκίας». Τι απομένει λοιπόν για τους Τουρκοκυπρίους; «Είτε μία επανένωση σε ένα ομοσπονδιακό κράτος με δύο επιμέρους συστατικά, πολιτικά ισότιμα τμήματα είτε μία λύση δύο κρατών» λέει ο Ακιντζί στο τέλος της συνομιλίας.

ΠΗΓΗ:ΚΥΠΕ