29/12/2018
του Κώστα Βενιζέλου
Η πορεία των συζητήσεων στο Κυπριακό οδηγεί όχι μόνο σε αδιέξοδα αλλά και σε στρεβλώσεις, που βαθμηδόν καταλήγουν σε μια κρίσιμη διαπίστωση: Το υπό συζήτηση μόρφωμα δεν θα είναι λειτουργικό. Κι αυτό γιατί «φόρτωσε- φόρτωσε» το πλαίσιο συμφωνίας ανορθόγραφες δυσανάγνωστες ρυθμίσεις το έχουν καταστήσει θνησιγενές πριν την εφαρμογή του. Κι αυτό γιατί, μεταξύ πολλών άλλων, στην εξίσωση χάθηκε η απλή αριθμητική της δημοκρατίας. Φθάσαμε στο σημείο ένα ζήτημα εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής να καταντήσει μια διαδικασία ικανοποίησης των τουρκικών επιδιώξεων.
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης απευθυνόμενος προ ημερών στον κ. Ακιντζί ζήτησε να του υποδείξει «ένα ανάλογο κράτος του προτύπου που θέλει να δημιουργήσουμε στην Κύπρο, ενός ανάλογου ομοσπονδιακού μοντέλου, όπου η μία των συνιστωσών πολιτειών θα πρέπει να καθορίζει την τύχη της άλλης μέσα από μηχανισμούς της θετικής ψήφου…» Η αναφορά του αυτή αφορά στα γνωστά βέτο, που είχε η τουρκοκυπριακή πλευρά στο σύνταγμα του 1960 και δεν λειτούργησαν. Αφορά στα βέτο που εκχωρήθηκαν στην τουρκοκυπριακή πλευρά και στις συνομιλίες από το 1974 και εντεύθεν μέχρι και το Κραν Μοντανά. Προφανώς ο Πρόεδρος αντιλήφθηκε πως υπό συζήτηση μόρφωμα δεν θα αντέξει, δεν θα λειτουργήσει. Κάλλιο αργά παρά ποτέ. Το θέμα είναι η εναλλακτική επιλογή να μην οδηγεί σε χειρότερη ή παρόμοια εκδοχή, όπως η συνομοσπονδία δύο κρατών.
Η συζήτηση αυτή και οι έντονες διαφωνίες είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι το Κυπριακό έχει μετατραπεί σε ένα ζήτημα εθνικού διαχωρισμού. Όλα χωρίζονται με βάση την εθνική καταγωγή. Αυτή η προσέγγιση θα διαιωνίζει τον εθνικισμό και τις συγκρούσεις.
Είναι προφανές πως επείγει το αναποδογύρισμα της προσέγγισης αυτής, της κατά βάση εθνικιστικής, που παραπέμπει σε λογικές διαχωρισμού με εθνικά κριτήρια. Πώς θα γίνει αυτό; Οι αποφάσεις και οι λειτουργίες του κράτους να δρομολογούνται στη βάση πολιτικών, ιδεολογικών κριτηρίων και όχι της εθνικής προέλευσης, καταγωγής. Στη δημοκρατία οι διαφωνίες είναι πολιτικές και ιδεολογικές. Με αυτόν τον τρόπο ξεπερνιέται και η όποια στρεβλωτική προσέγγιση μπορεί να δοθεί στον όρο «πολιτική ισότητα». Δεν θα χρειάζονται ειδικές πλειοψηφίες, βέτο και η αναζήτηση μιας «θετικής ψήφου» για τις αποφάσεις. Αυτά είναι συνταγή κατάρρευσης του κράτους. Στην περίπτωση της Κύπρου επιχειρείται εδώ και τέσσερις και πλέον δεκαετίες να οικοδομηθεί ένα κράτος χωριστικό. Το κράτος θα είναι όμηρος της «μιας θετικής ψήφου». Θα είναι αιχμάλωτο της Τουρκίας και των επιδιώξεών της. Αυτή είναι συνταγή για διχοτόμηση και όσοι υποστηρίζουν αυτό το μόρφωμα είναι διχοτομιστές. Εάν έχουν αυτοκτονικές τάσεις, δεν νομιμοποιούνται να συμπαρασύρουν τη χώρα μαζί τους.
Υπάρχουν λύσεις, φθάνει να εγκαταλειφθεί η αδιέξοδη πορεία. Μπορούν και πρέπει να δημιουργηθούν κοινές πολιτικές πλατφόρμες. Ακόμη και κοινά κόμματα. Αυτό θα σημαίνει οι αποφάσεις θα είναι πολιτικές, θα λαμβάνονται σε κοινωνική βάση και όχι εθνική. Αυτό, υποτίθεται, θα έπρεπε να ήταν ο στόχος των επιδοτούμενων επαναπροσεγγιστικών συνάξεων και πανηγυριών. Δεν ήταν και δεν είναι, ωστόσο, αυτός ο στόχος αλλά ανατροφοδοτούμενος εθνικισμός. Όλοι αυτοί θέλουν ουσιαστικά με μικρές αναπροσαρμογές, διακοσμητικές, να νομιμοποιήσουν τα αποτελέσματα της εισβολής, τη συνεχιζόμενη κατοχή.
Αναφέρεται συχνά-πυκνά η ανάγκη καθορισμού των «ζωτικών συμφερόντων» της τουρκοκυπριακής κοινότητας στη βάση των οποίων να έχει δικαίωμα βέτο. Τι σημαίνει, όμως, να έχει μια εθνική ομάδα ζωτικά συμφέροντα; Τα δικά της συμφέροντα είναι διαφορετικά από τον υπόλοιπο πληθυσμό; Ζωτικά συμφέροντα έχουν κοινωνικές ομάδες. Έχουν επαγγελματικές ομάδες. Εκτός κι εάν το… κανονικό κράτος που θέλουν θα έχει ως βασικό χαρακτηριστικό τον διαχωρισμό ή την εξυπηρέτηση άλλης χώρας. Όλοι αυτοί, με τις εμμονές τους, θα εδραιώσουν και θα ενισχύσουν τον διαχωρισμό ενισχύοντας τον εθνικισμό και αναπαράγοντας αδιέξοδα.
ΠΗΓΗ:http://www.philenews.com/f-me-apopsi/arthra-apo-f/article/632376/mia-thetiki-psifos-stin-katarrefsi-toy-kratoys