6/1/2019
του Ανδρέα Πιμπίσιη
Καθώς οι τηλεοπτικοί δέκτες παρουσιάζουν τη δράση του τουρκικού στρατού στα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία αλλά και εντός του συριακού εδάφους, είναι εμφανές σε όλους όσοι παρακολουθούν ποιες δυνατότητες έχουν σήμερα οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, ότι οι συγκρούσεις με τους Κούρδους και οι επιχειρήσεις εντός του συριακού εδάφους προσφέρουν στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις συνεχή εκπαίδευση.
Για τους Ελληνοκύπριους 44 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, οι μνήμες του 1974 είναι ακόμα ζωντανές. Πιστεύουν πως εάν η Τουρκία διατηρήσει τα ίδια με τότε επεμβατικά δικαιώματα, θα δρα όπως κάνει στη Συρία, στο Ιράκ ή αλλού. Και ακριβώς επειδή οι Ελληνοκύπριοι αντιλαμβάνονται τις πραγματικότητες, θέλουν μια λύση του Κυπριακού η οποία να τους διασφαλίζει ότι ο τουρκικός στρατός θα μείνει μακριά, επιτρέποντας σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους να προχωρήσουν μαζί. Εξάλλου η Ελλάδα έχει ξεκαθαρίσει πως δεν θέλει να διατηρήσει, μετά τη λύση του Κυπριακού, τα όποια δικαιώματα απέρρεαν από τις συμφωνίες εγγυήσεων του 1960. Τη Βρετανία με διασφάλιση των Βάσεων της στο νησί ολίγο την ενδιαφέρουν τα παρακάτω.
Από την άλλη πλευρά, οι Τουρκοκύπριοι βλέποντας την Εθνική Φρουρά να αποκτά όπλα (ακόμα και σήμερα που σπανίως συμβαίνει) πιστεύουν ότι αυτά αγοράζονται για να χρησιμοποιηθούν κατά ανάλογο τρόπο όπως τη δεκαετία του ’60. Οι Τουρκοκύπριοι έχουν υιοθετήσει σε μεγάλο βαθμό τη λογική πως ο μόνος που μπορεί να τους προστατεύσει από τους Ελληνοκύπριους είναι η Τουρκία.
Είναι εμφανές για αμφότερες τις πλευρές ότι το κεφάλαιο Ασφάλεια παίζει και θα συνεχίσει να παίζει έναν καθοριστικό ρόλο στις προσπάθειες λύσης του Κυπριακού. 44 χρόνια μετά τα γεγονότα του 1974, είναι επίσης εμφανής η λάθος διαδρομή που ακολουθήθηκε από το σύνολο της ελληνοκυπριακής ηγεσίας με επικεντρωμένες τις προσπάθειές της στην επίτευξη συμφωνιών επί των λεγόμενων εσωτερικών πτυχών του Κυπριακού. Είτε από δική τους λανθασμένη εκτίμηση των δεδομένων είτε γιατί τους είχαν παροτρύνει οι διάφοροι ξένοι (οι οποίοι σίγουρα δεν ήταν σε θέση να αντιληφθούν τις πραγματικότητες στο νησί), επέλεξαν για τέσσερις δεκαετίες να συζητήσουν το Κυπριακό ως μια διακοινοτική διαφορά, αποφεύγοντας να αγγίξουν μια από τις πλέον σημαντικές πτυχές του Κυπριακού, αυτήν της ασφάλειας. Ακόμα και μετά το 2004, οπότε μια μεγάλη μερίδα των Ελληνοκυπρίων καταφέρθηκε εναντίον του προτεινόμενου σχεδίου γιατί εντόπιζε κενά στο θέμα της ασφάλειας, οι συνομιλίες συνεχίστηκαν στο ίδιο μοτίβο όπως και προηγουμένως.
Χρειάστηκε να φτάσουμε στις τελευταίες συνομιλίες, δηλαδή το 2017 στην Ελβετία, προκειμένου να ανοίξει για τα καλά το κεφάλαιο της ασφάλειας. Κι εκεί φάνηκε ξεκάθαρα ποια από τις δύο πλευρές ανησυχεί γι’ αυτή την πτυχή του Κυπριακού.
Ο Νίκος Αναστασιάδης κατέθεσε πολυσέλιδο έγγραφο μέσα από το οποίο τεκμηριώνει μια κατάσταση ασφάλειας μετά τη λύση του Κυπριακού χωρίς την ομπρέλα των εγγυήσεων και κυρίως των επεμβατικών δικαιωμάτων. Από την άλλη ο Μουσταφά Ακιντζί μέσα από λίγες λέξεις προσπάθησε να δικαιολογήσει την τουρκική θέση για συνέχιση των εγγυήσεων και τη διατήρηση των επεμβατικών δικαιωμάτων.
Αποτέλεσμα ήταν τον Ιούλη του 2017 οι τελευταίες διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν για το Κυπριακό να οδηγηθούν σε αδιέξοδο, χωρίς μέχρι σήμερα να διαφαίνεται εάν υπάρχει ή όχι προοπτική επανέναρξής τους. Επιστροφή στις συνομιλίες σημαίνει και συζήτηση του μείζονος θέματος της ασφάλειας. Γιατί χωρίς να λυθεί αυτή η πτυχή του Κυπριακού σίγουρα δεν μπορεί κανείς να μιλά για λύση αφού δεν τίθεται θέμα να εγκριθεί από τις δύο κοινότητες.
Στις 5 και στις 6 Ιουλίου 2017 ο Πρόεδρος Αναστασιάδης κατέθεσε δύο προτάσεις που έκαναν αναφορά στο θέμα της ασφάλειας. Η πρώτη αναφορά γινόταν στις «ελληνοκυπριακές προτάσεις της 5ης Ιουλίου 2017». Για το κεφάλαιο της ασφάλειας αναφερόταν το εξής:
Ασφάλεια και Εγγυήσεις
«Ο ΓΓ του ΟΗΕ ανέφερε ότι χρειαζόμαστε ένα νέο καθεστώς ασφάλειας, όχι τη συνέχιση του προηγούμενου, και ότι θα πρέπει να υπάρξει ένα τέλος στο μονομερές δικαίωμα της επέμβασης και ένα τέλος στη Συνθήκη Εγγυήσεων. Σύμφωνα με αυτό, οι Συνθήκες Εγγυήσεων και Συμμαχίας θα πρέπει να τερματιστούν με την έναρξη της εφαρμογής της συμφωνίας λύσης.
Όπως ανέφερε ο ΓΓ του ΟΗΕ, το θέμα της αποχώρησης όλων των ξένων στρατευμάτων είναι χωριστό. Θα υπάρξει μια δραστική μείωση στρατευμάτων (συμπεριλαμβανομένων των όπλων και εξοπλισμών τους) στον αριθμό που προβλεπόταν στη Συνθήκη Συμμαχίας του 1960, όπως αναφέρθηκε από τον ΓΓ του ΟΗΕ. Τα τελευταία εναπομείναντα στρατεύματα με τον ελαφρύ οπλισμό τους θα βρίσκονται από την πρώτη ημέρα σε διαδικασία αποχώρησης. Αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί στα πλαίσια μιας Συνθήκης για αποχώρηση στρατευμάτων με σαφώς καθορισμένη ρήτρα λήξης ισχύος, η οποία δεν θα ξεπερνά τους 18 μήνες.
Λαμβάνοντας υπόψη την εισήγηση του ΓΓ του ΟΗΕ ότι η παρούσα κατάσταση θα πρέπει να αντικατασταθεί από ένα στέρεο σύστημα ασφάλειας, όπου όλη η Κύπρος και όλοι οι Κύπριοι και των δύο κοινοτήτων θα αισθάνονται ασφαλείς με έναν ισχυρό μηχανισμό εφαρμογής και επιτήρησης, και λαμβανομένου ότι το σκεπτικό που έθεσε ο ΓΓ του ΟΗΕ ότι οι υφιστάμενες εγγυήτριες δυνάμεις δεν μπορούν να εφαρμόσουν και να επιτηρήσουν τους εαυτούς τους θα πρέπει να αντικριστεί, η ε/κ πλευρά επισυνάπτει μια περιεκτική πρόταση για μια «Νέα Αρχιτεκτονική Ασφάλειας για την Κύπρο».
Την επομένη, στις 6 Ιουλίου 2017, η ελληνοκυπριακή πλευρά κατέθεσε μια πιο ολοκληρωμένη εισήγηση με τίτλο «Η νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας της Κύπρου». Το έγγραφο αποτελεί μια ολοκληρωμένη, περιεκτική πρόταση της ε/κ πλευράς για την αρχιτεκτονική ασφάλειας της Κύπρου. Υπενθυμίζεται ότι η ε/κ πλευρά έχει ήδη καταθέσει τα πιο κάτω έγγραφα για την ασφάλεια, τα οποία αντικατοπτρίζονται στο παρόν έγγραφο και παραμένουν σε ισχύ:
– Περιεκτική πρόταση του Σεπτεμβρίου 2016 μέσω του άτυπου εγγράφου (non-paper) «Εγγυήσεις και Ασφάλεια στη μετα-λύση εποχή».
– Ερωτήσεις, απαντήσεις και μηχανισμοί που κατατέθηκαν από την ε/κ πλευρά αναφορικά με την ασφάλεια και τις εγγυήσεις και τους μηχανισμούς που χρειάζονται για να είναι δυνατή η αντιμετώπισή τους (Μον Πελεράν, 18-19 Ιανουαρίου 2017).
– Σχόλια της 29ης Ιουνίου στα ερωτήματα που εντοπίστηκαν από τα Ηνωμένα Έθνη.
– Πρόταση της 3ης Ιουλίου 2017 για τους μηχανισμούς παρακολούθησης της εφαρμογής της λύσης.
– Πρόταση της 3ης Ιουλίου 2017 για το πώς η ε/κ πλευρά οραματίζεται να είναι το σύστημα ασφάλειας μετά τη λύση και τι θα απογίνει το υφιστάμενο σύστημα.
– Άλλες προτάσεις που κατατέθηκαν από την ε/κ πλευρά στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων από το 2014.
Σ’ αυτές τις προτάσεις η ε/κ πλευρά έχει περιγράψει ένα ισχυρό και περιεκτικό σύστημα ασφάλειας που περιλαμβάνει:
1. Εσωτερικές συνταγματικές διευθετήσεις που σταθεροποιούν τη δικοινοτικότητα και διζωνικότητα της ομοσπονδίας.
2. Επικύρωση της λύσης με ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ κάτω από το Κεφάλαιο 7 και πλήρης αξιοποίηση των δυνάμεων του Συμβουλίου Ασφαλείας κάτω από τη Χάρτα του ΟΗΕ, ειδικότερα το Κεφάλαιο 7.
3. Πλήρης αξιοποίηση των διασφαλίσεων της ΕΕ (Άρθρα 2,7 και 42,7 ΣΕΕ και Άρθρο 222 ΣΛΕΕ).
4. Διεθνής και περιφερειακή προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
5. Συμβούλιο για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
6. Πολυεθνική Αστυνομική Δύναμη.
7. Σύμφωνο φιλίας ανάμεσα σε Κύπρο-Ελλάδα-Τουρκία.
8. Ισχυρό μηχανισμό παρακολούθησης της εφαρμογής, στον οποίο θα συμμετέχουν μεταξύ άλλων αποστολή του ΟΗΕ, Επιτροπή Παρακολούθησης, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, το Συμβούλιο Ασφαλείας, μια Συντονιστική και Συμβουλευτική Επιτροπή με τη συμμετοχή των πρώην εγγυητριών, καθώς επίσης και μια διαδικασία που θα έχει τη μορφή μοχλού αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών.
Η πρόταση περιλάμβανε επίσης τις εξής νέες προτάσεις, στοχεύοντας περαιτέρω στο να ικανοποιηθούν οι ανησυχίες των Τ/κ στα θέματα ασφάλειας:
– Μέλη της Πολυεθνικής Αστυνομικής Δύναμης μπορεί να προέρχονται επίσης από την Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Τουρκία.
– Η ανάπτυξη της Πολυεθνικής Αστυνομικής Δύναμης δεν θα χρειάζεται κατ’ ανάγκη εκ προοιμίου ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας ΟΗΕ.
– Όταν ένα από τα συνιστώντα κρατίδια αιτείται ανάπτυξη της Πολυεθνικής Αστυνομικής Δύναμης ως έσχατο μέτρο, θα παρέχεται.
– Προσαρμογή διαφόρων εργαλείων που προσφέρονται από την ΕΕ και τα οποία μπορούν να συμβάλουν στην εφαρμογή της λύσης όπως είναι τα σημεία αναφοράς (benchmarks) για την αποδέσμευση διαρθρωτικών κεφαλαίων, οικονομικές διορθώσεις και μηχανισμοί παρακολούθησης που πάνε πέρα από το κεκτημένο (acquis).
– Ειδική για την Κύπρο, βάσει του άρθρου 7 της ΣΕΕ, παράλληλη διαδικασία που θα παράσχει στην ΕΕ το δικαίωμα για κυρώσεις σε περίπτωση κατάληψης της εξουσίας με μη συνταγματικό τρόπο από μια κοινότητα ή αλλαγή του συντάγματος κατά τρόπο που βλάπτει την πολιτική ισότητα ή μονομερή ανακήρυξη ανεξαρτησίας ή απόσχισης.
Τι ζητά ο Ακιντζί στο κεφάλαιο της ασφάλειας
Σε αντίθεση με την ελληνοκυπριακή πλευρά, η τουρκοκυπριακή κατέθεσε ένα πολύ γενικό έγγραφο στο οποίο τα θέματα της ασφάλειας και των εγγυήσεων είναι έκτασης μερικών γραμμών. Στο κεφάλαιο των εγγυήσεων ο Μουσταφά Ακιντζί ζήτησε όπως η Συνθήκη Εγγυήσεων εφαρμοστεί τηρουμένων των αναλογιών στη νέα τάξη πραγμάτων. Η εφαρμογή της λύσης να παρακολουθείται από μία νέα Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, η οποία να υπόκειται σε αναθεώρηση στο τέλος της τρίτης θητείας της προεδρίας (21 χρόνια), χωρίς όμως χρονοδιάγραμμα κατάργησης. Ομοίως και στα στρατεύματα. Έκανε λόγο για σημαντική μείωση στην αρχή και αναλόγως της προόδου, σε σχέση με την εφαρμογή της λύσης, περαιτέρω σταδιακή μείωση. Ζήτησε μόνιμη στρατιωτική Δύναμη, χωρίς χρονοδιάγραμμα αποχώρησης, καθώς και ένα νέο πρόσθετο, όπως αναφέρει, πρωτόκολλο για τη μεταβατική ασφάλεια.
Επανεξέταση με την ένταξη στην ΕΕ…
Θέση διαχρονική της Τουρκίας ήταν πως δεν πρόκειται να δεχθεί να χάσει κεκτημένα που είχε στην Κύπρο. Γι’ αυτό και η θέση την οποία παρουσίασε στις συνομιλίες του 2017 ήταν σχεδόν μονολεκτική αφού περιοριζόταν στις Εγγυήσεις του 1960 και κατ’ επέκταση τα επεμβατικά δικαιώματα που είχε εξασφαλίσει τότε.
Αυτή ήταν πάντοτε η θέση της Τουρκίας και αυτή τη θέση προσπάθησε να εξυπηρετήσει ο Μουσταφά Ακιντζί μέσα από τις δικές του προτάσεις.
Αυτή ήταν η θέση που επανέλαβε και ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου στη διάρκεια επαφών και συναντήσεων που είχε σε σχέση με το Κυπριακό. Το μόνο παράθυρο που άφησε ο Τσαβούσογλου για επανεξέταση των θέσεων της Τουρκίας στο θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων είναι μετά την ένταξη της χώρας του στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Κάποιοι ωστόσο επέλεξαν να μην παραδέχονται την τόσο ξεκάθαρη θέση της τουρκικής πλευράς. Και προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι είναι έτοιμη η Άγκυρα για επανεξέταση της θέσης της… παραλείποντας το ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι της πρότασης «μετά την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ».
ΠΗΓΗ:http://www.philenews.com/eidiseis/politiki/article/635708/asfaleia-to-meizon-ga-tin-epitefxi-lysis