6/4/2025
Γράφει ο ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ ΣΟΦΙΔΙΩΤΗΣ
Η φωτογραφία ντοκουμέντο από την εκτέλεση του ηρωϊκού Λοχία Ίτσιου
Μέσα στις επετείους Ελληνικής ιστορικής μνήμης ασφαλώς συμπεριλαμβάνεται και η 6η Απριλίου 1941, κατά την οποίαν η τότε Ναζιστική Γερμανία είχε εισβάλλει κατά της Ελλάδας, με κατάληξη εκείνης της εισβολής την ολοκληρωτική κατάληψη της χώρας μας , όταν καταλήφθηκε η Ελληνική πρωτεύουσα την 27ηνΑπριλίου 1941…
Το μέγεθος της αξίας της Ελληνικής Αντίστασης που προβλήθηκε κατά της Ναζιστικής εκείνης εισβολής μπορεί να γίνει κατανοητό καθώς αυτό προκύπτει μέσα από το πολιτικοστρατιωτικό σκηνικό της εποχής εκείνης, το οποίο υφίστατο πάνω σε ολόκληρη την Ευρώπη και στην λεκάνη της Μεσογείου…
Πρόκειται λοιπόν για την εποχή εκείνη κατά την οποίαν τα Χιτλερικά στρατεύματα , η πανίσχυρη εκείνη πολεμική μηχανή του Ναζισμού , είχαν ήδη από τον Σεπτέμβρη του 39 αρχίσει τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο , με την κεραυνοβόλα εισβολή τους κατά της Πολωνίας και στη συνέχεια κατά της Δανίας, της Νορβηγίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου, του Λουξεμβούργου, της Γαλλίας και αφού προηγουμένως ,με την ανοχή των άλλων ΕυρωπαΪκών Κρατών είχαν καθυποτάξει αναίμακτα και την Τσεχοσλοβακία και είχαν πετύχει και την ένωση της Αυστρίας με το Τρίτο ΡάΪχ.
Ετσι λοιπόν εκείνη την άνοιξη του 1941 , τα Ναζιστικά στρατεύματα, αήττητα, είχαν καταλάβει , το ένα Ευρωπαϊκό κράτος μετά το άλλο , εκτός από την Μ.Βρετανία, , ενώ ο Ελληνικός στρατός αγωνιζόταν ακόμα στα παγωμένα βουνά της Αλβανίας κατά του Ιταλικού Στρατού του Μουσολίνι , αφού είχε προηγουμένως συνέλθει από την ιταμή και απρόκλητη επίθεση της 28ης Οκτωβρίου 1940 και είχε αντεπιτεθεί με επιτυχία από τα μέσα του Νοέμβρη του 40 και μετέπειτα, κατά του εισβολέως , κατά μήκος ολοκλήρου του μετώπου.
Εξ άλλου, στην Αφρική , από το Φλεβάρη του 41 ο Στρατάρχης Ρόμελ, επί κεφαλής του Γερμανικού Εκστρατευτικού Σώματος, είχε φθάσει στην Τρίπολη της Λιβύης.
Την 1η Μαρτίου 1941 προσχωρεί στη δύναμη του Αξονα και η Βουλγαρία και την επόμενη κιόλας ημέρα επίλεκτες Ναζιστικές στρατιωτικές δυνάμεις μετακινούνται ανενόχλητα μέσα στο έδαφός της και παρατάσσονται κατά μήκος της Βουλγαρο-Ελληνικής μεθορίου.
Την 7η Μαρτίου 1941 φθάνει στην Ελλάδα Βρετανική δύναμη υπό τον Μαιητλαντ Ουϊλσον , ενώ στο Αλβανικό μέτωπο αναμένεται η εαρινή επίθεση του Μουσολίνι κατά του Ελληνικού Στρατού.
ΟΙ προοπτικές φαίνονται πολύ δυσοίωνες για την Ελλάδα , καθώς όλο και περισσότερα σύννεφα ανησυχιών συγκεντρώνονται πάνω από την Ελληνική πρωτεύουσα από το γεγονός ότι διαφαίνεται άμεσα η εμπλοκή και της Ναζιστικής Γερμανίας του Χίτλερ κατά της Ελλάδας, προς υποστήριξη του συμμάχου του Μουσολίνι…
Την 8η Μαρτίου 1941 , ο δημοσιογράφος και εκδότης της ΑθηναΪκής εφημερίδας «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» Γεώργιος Βλάχος, γράφει και δημοσιεύει στην εφημερίδα του μιάν ανοιχτήν επιστολή του, την οποίαν απευθύνει προς την Αυτού Εξοχότητα Αδόλφον Χίτλερ, Αρχικαγκελάριον της Γερμανίας.
Στην ιστορική αυτήν επιστολή του ο Βλάχος , αφού έκανε λόγο για μια πιθανή επίθεση της Γερμανίας κατά της Ελλάδος , αναφέρθηκε στον Ελληνικό Στρατό , ο οποίος εκείνες τις ώρες μάχονταν κατά των Ιταλών του Μουσολίνι στην Αλβανία., με πολλές θυσίες σε νεκρούς και τραυματίες και με δυσβάσταχτες κακουχίες και κατέληγε την επιστολή του αυτή με το δραματικό εκείνο ερώτημά του προς τον Χίτλερ:
«… Τι θα κάνει ο στρατός σας Εξοχώτατε εάν αντί πυροβολικού και Μεραρχιών στείλει η Ελλάς , φύλακες εις τα σύνορά της, είκοσι χιλιάδας τραυματιών, χωρίς πόδια, χωρίς χέρια, με τα αίματα και τους επιδέσμους διά να τον υποδεχθούν; Αυτούς τους στρατιώτες φύλακας , θα υπάρξει στρατός διά να τους κτυπήσει:…»
Την επόμενη μέρα αυτής της δημοσίευσης της ιστορικής επιστολής του Γεωργίου Βλάχου, 9 Μαρτίου 1941,εκδηλώθηκε η λεγόμενη «εαρινή επίθεση» των Ιταλών στο Αλβανικό Μέτωπο, υπό τον στρατηγό Καμπαλέρο , με την παρουσία και επίβλεψη της επίθεσης του ίδιου του Μουσολίνι και με διπλάσιες δυνάμεις από τις αμυνόμενες Ελληνικές…
Στο μεταξύ, την 24η Μαρτίου 1941 ο Ρόμελ στην Αφρική καταλαμβάνει την Ελ ΑγκέΪλα και την 30 Μαρτίου εξαπολύει επίθεση κατά των Βρετανών για την ανακατάληψη της Κυρηναϊκης που είχαν χάσει προηγουμένως οι Ιταλοί και την επόμενη μέρα οι Βρετανοί εγκαταλείπουν την Βεγγάζη, καταδιωκόμενοι από τις ευκίνητες δυνάμεις του Ρόμελ…
Μέσα λοιπόν σ΄αυτό το πολιτικά και στρατιωτικά σκοτεινό κλίμα , στις 5 Απριλίου 1941 είχαν παραταχθεί οι επίλεκτες Ναζιστικές σιδερόφραχτες φάλαγγες, σε πλήρη ανάπτυξη από την πλευρά των Βουλγαρικών συνόρων προς την Ελλάδα , κατά μήκος και μπροστά από την ονομαζόμενη «Γραμμή Μεταξά», τα Μακεδονικά Οχυρά… Ησαν οι ίδιες εκείνες δυνάμεις οι οποίες πρίν από ένα σχεδόν χρόνο είχαν συντρίψει την περιβόητη «Γραμμή Μαζινώ» στη Γαλλία και είχαν καθυποτάξει αυτή τη μεγάλη χώρα, με το μεγάλο στρατό της και με τα πολλά και ποικίλλα όπλα της…
Η Ναζιστική ηγεσία είχε εκδώσει την με αριθμό 18 Διαταγή της προς το Γενικόν Επιτελείο της για την επίθεση κατά της Ελλάδος, όπως και κατά της Γιουγκοσλαβίας , με την κωδική ονομασία «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΜΑΡΙΤΑ».
Μέσα σ΄αυτό λοιπόν το ζοφερό πολιτικοστρατιωτικό πλαίσιο είχε διαμορφωθεί και η ψυχολογία του Ελληνικού Λαού , με έναν τρόπο διαφορετικόν από εκείνον του Οκτωβρίου του 40, επειδή αυτή τη φορά αφ΄ενός αποδέχονταν το ενδεχόμενο της Ναζιστικής εισβολής σε βάρος μας, αλλά και αφ΄ετέρου συνειδητοποιούσε ότι αυτή τη φορά θα είχε να αντιμετωπίσει και ένα δεύτερο μέτωπο , ενόσω δηλαδή κρατούσε ακόμη εκείνο της Αλβανίας και ότι φυσικά οι διασπασμένες πλέον δυνάμεις μας θα είχαν να αντιμετωπίσουν και τις μέχρι τότε αήττητες στρατιές της Ναζιστικής Γερμανίας…
Αυτήν όμως την ειλημμένη παρά ταύτα απόφαση της μάχης μέχρις εσχάτων και της άρνησης στην υποταγή της βίας διά των όπλων , την διεκήρυξε και η τότε Πολιτική ηγεσία της Ελλάδος, την εξέφρασε και η ανοιχτή επιστολή του Γεωργίου Βλάχου που είδαμε προηγουμένως, αλλά μπορεί κανείς να ισχυρισθεί με βεβαιότητα ότι δηλώθηκε και με την απάντηση του Αθανασίου Αγνίδη, ενός εκ των ανωτέρω αξιωματούχων μας στην τότε Κοινωνία των Εθνών , την οποίαν έδωσε προς τον Ιταλό Πρέσβυ Μπόβα Σκόπα ,στη Λισαβωνα όταν , ακόμα στις αρχές του Μάρτη του 41 ο Ιταλός εκείνος διπλωμάτης του έκανε την υπόδειξη να υποκύψει η Ελλάδα στις δυνάμεις του Αξονα και να δεχθεί τις όποιες αξιώσεις του, προκειμένου έτσι να αποφύγει τις δυσάρεστες έως και καταστροφικές γι΄αυτήν συνέπειες.!!!…
Εκείνος λοιπόν ο Ελληνας ανώτερος Κρατικός Λειτουργός, έδωσε προς τον βαθμολογικά ανώτερό του Ιταλό Πρέσβυ την ακόλουθη απάντηση:
«Κύριε Πρέσβυ,
Οι συμπατριώτες μου είναι πεισματάρηδες και ανυποχώρητοι όταν πρόκειται για ζητήματα που αφορούν στην ανεξαρτησία και στην τιμή της χώρας τους… Ισως , όπως εσείς υποστηρίζετε, να εξαφανισθούμε σαν Εθνος… Αλλά θα είναι αυτό για μια καλή υπόθεση…
Θα ήταν προτιμότερο για εμάς τους Ελληνες που θα απέμεναν να υπερηφανεύονται ότι έσωσαν την τιμή τους και ότι η νεώτερη Ελλάδα έκανε ό,τι μπορούσε , που να ανταποκρίνεται στις αρχαίες καταβολές της και που να δικαιολογεί την ύπαρξή της, παρά να ζούν ατιμωμένοι και περιφρονημένοι…
Στην πραγματικότητα τίποτε δεν θα είχε χαθεί, γιατί το παράδειγμά μας θα ήταν χρήσιμο στον κόσμο, για να θερμαίνει τους Λαούς στην εκτέλεση του χρέους , ακόμα και όταν διακυβεύεται το πάν…»
Φθάνουμε λοιπόν έτσι στο πρωΪνό εκείνο της Κυριακής 6 Απριλίου του 1941.
Ο Ραδιοφωνικός σταθμός των Αθηνών μετέδιδε την Κυριακάτικη λειτουργία , η οποία διακόπηκε ξαφνικά και ο Κωνσταντίνος Σταυρόπουλος , ο πρώτος τη τάξει εκφωνητής του τότε ΕΘΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑΣ, ανήγγειλε αυτό που όλοι μέρες τώρα περίμεναν με σφιγμένες τις καρδιές: Την έναρξη της Ναζιστικής εισβολής!… Ετσι μέσα σε πέντε μήνες ερχόταν η επανάληψη ενός δεύτερου , προσχηματικού , τελεσίγραφου και μιάς δεύτερης εισβολής…
Είχε προηγηθεί λοιπόν στις 05:15 τα ξημερώματα εκείνης της Κυριακής η επίσκεψη του Γερμανού Πρεσβευτού στην Αθήνα , Κόμιτος Ερμπαχ Φόν Σύνεμπεργκ , στην κατοικία του τότε Πρωθυπουργού της Ελλάδος Αλέξανδρου Κορυζή, στο κέντρο της Ελληνικής πρωτεύουσας και η ανακοίνωσή του ότι εκείνη την ώρα «… Τα Γερμανικά στρατεύματα θα εισήρχοντο εντός του Ελληνικού εδάφους κατόπιν της εν Ελλάδι αφίξεως Αγγλικών στρατιωτικών δυνάμεων…».
Τα γεγονότα λοιπόν γίνονται θλιβερά και η ατμόσφαιρα βαραίνει δραματικά, με τη Γερμανική διακοίνωση εξ ίσου , αν όχι και περισσότερο, ιταμή με εκείνην του Μουσολίνι και με μιάν έπαρση, ίσως και δικαιολογημένη από το μέχρι τότε αήττητο των Ναζιστικών στρατευμάτων…
Ο Αλέξανδρος Κορυζής αντιτάσσει το δεύτερο ΟΧΙ μέσα σε πέντε μόλις μήνες από το πρώτο του 40,επικοινωνεί με τον τότε Βασιλιά Γεώργιο τον Δεύτερο, συγκαλεί αμέσως Υπουργικό Συμβούλιο και εκδίδεται το πρώτο διάγγελμα προς τον Ελληνικό Λαό , όπου μεταξύ άλλων αναφέρονταν :
«ΕΛΛΗΝΕΣ, Νέος εχθρός προσέβαλεν από σήμερον την πρωίαν την τιμήν της πατρίδος μας . Ο ηρωΪκός Στρατός μας , φρουρός ακοίμητος του ιερού μας εδάφους, το προασπίζει ήδη διά του αίματός του. Μέ την βοήθειαν του Θεού και την ευλογίαν της Παναγίας, θα νικήσωμεν».
Η αποφασιστικότητα του Ελληνικού Λαού ήταν και πάλι, για άλλη μια φορά, συμπαγής , αλλά έκρυβε και τον χαρακτήρα της αυτοθυσίας και αυτό ήταν το δραματικό στοιχείο εκείνων των στιγμών, καθώς οι υπολογισμοί δεν στρεφόταν πλέον μόνον προς την νίκη , αλλά και προς έναν ένδοξο θάνατο…
Και αυτό πάλι επειδή μόνη η απλή αντιπαράθεση των αντιπάλων δυνάμεων μας δίνει πολύ εύγλωττα και χαρακτηριστικά το μέγεθος εκείνου του δραματικού στοιχείου της απόφασης των Ελλήνων να αντιταχθούν στη βία και να αψηφίσουν ακόμα και τον θάνατο:
Οι συντριπτικές λοιπόν δυνάμεις οι οποίες προωθήθηκα εναντίον της Ελλάδος από τα Βόρεια σύνορά της ήσαν πέντε Σώματα Στρατού (11ο, 14ο 18ο, 30ο και 40ο), τα οποία συγκρότησαν την 12η Στρατιά, επί κεφαλής της οποίας τοποθετήθηκε ο Στρατάρχης Βίλελμ Φόν Λϊστ.
Ακόμα προστέθηκαν τέσσερες τεθωρακισμένες Μεραρχίες Πάντζερ (5η, 9η, 11η και η 2η) , επί κεφαλής των οποίων τοποθετήθηκε ο Στρατηγός Εβαλντ Φόν ΚλάΪστ, ο οποίος είχε ήδη διακριθεί στη μάχη κατάληψης της Πολωνίας και της Γαλλίας.
Πάνω από αυτές τις χερσαίες δυνάμεις και προς σθεναρή και ουσιαστική υποστήριξή τους , πετούσε το 8οΣώμα Αεροπορικών δυνάμεων , υπό την διοίκηση του Στρατηγού της Αεροπορίας Φράϊαρ Φόν Ριχτχόφεν και επί πλέον όλων αυτών των δυνάμεων υπήρχε ακόμη και μια απέραντη ποικιλία τεχνικών μονάδων , αλλά και μονάδων σιδηροδρομικών για την όσο το δυνατόν καλύτερη εκμετάλλευση του μέτριου σιδηροδρομικού δικτύου της εποχής εκείνης σε ολόκληρη τη Βαλκανική Χερσόνησο…
Οσον αφορά στους Ελληνες υπερασπιστές των Μακεδονικών Οχυρών ,αυτή η αντίπαλη δύναμη αποτελούσε έναν πραγματικόν οδοστρωτήρα…καθώς ο Ελληνας Στρατηγός Κωνσταντίνος Μπακόπουλος, ως Διοικητής του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας , διέθετε δύο Ταξιαρχίες, με τις ενδεικτικές ονομασίες ΕΒΡΟΣ και ΝΕΣΤΟΣ και τέσσερες Μεραρχίες Πεζικού (7η, 14η, 18η και 19η). Ετσι είχε στη διάθεσή του για την άμυνα των Οχυρών συνολικά 25 Τάγματα, 37 Πυροβολαρχίες και βεβαίως και τα 24 Οχυρά της γραμμής Μεταξά, από τα οποία θα αναφέρουμε εδώ τα κυριώτερα 18 από αυτά, με διάταξή τους από τα Δυτικά προς τα Ανατολικά, δηλαδή από την ανατολική όχθη της λίμνης Δοϊράνης μέχρι και τα Βόρεια της Κομοτινής:
Η ΠΟΠΟΤΛΙΒΙΤΣΑ, ΤΟ ΑΡΠΑΛΟΥΚΙ, ΤΟ ΙΣΤΙΜΠΕΗ, ΤΟ ΚΕΛΚΑΓΙΑ, ΟΙ ΠΑΛΗΟΥΡΙΩΝΕΣ, ΤΟ ΡΟΥΠΕΛ, ΤΟ ΚΑΡΑΤΑΣ, Η ΚΑΛΗ, Η ΠΕΡΣΕΚ, Η ΖΩΡΑ, Η ΜΑΛΙΑΓΚΑ, ΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙ, ΤΟ ΛΙΣΣΕ, ΤΟ ΝΤΑΣΑΒΛΙ, ΤΟ ΠΥΡΑΜΙΔΟΕΙΔΕΣ, Ο ΒΩΛΑΞ, Ο ΕΧΙΝΟΣ ΚΑΙ Η ΝΥΜΦΑΙΑ…
Αξίζει να σημειωθεί εν προκειμένω ότι οι Βρετανοί στρατιωτικοί στην Ελλάδα διαβλέποντας τον κίνδυνο από την επικείμενη σύγκρουση της Ελλάδας και με τη Ναζιστική Γερμανία, ζήτησαν , πολύ λογικά, τη σύμπτυξη των δυνάμεών μας της Ηπείρου και την οργάνωση της άμυνάς μας σε μια περιορισμένη μόνον γραμμή μετώπου, από τον Αλιάκμονα μέχρι το ΚαΪμακτσαλάν , αλλά η Ελλάδα αρνήθηκε την εγκατάλειψη της γραμμής των Μακεδονικών Οχυρών , με την υπόσχεσή της προς τους Βρετανούς να εγκαταστήσει 23 Τάγματά μας στη γραμμή του Αλιάκμονα…
Και φτάνουμε έτσι σε εκείνη την Κυριακή της 6ης Απριλίου 1941 , στις 05:15 το πρωί , όταν ο Στρατάρχης Φον Λίστ εξαπέλυσε εναντίον της Ελλάδος δύο Σώματα Στρατού , μόνον για την εκπόρθηση των Οχυρών της Γραμμής Μεταξά.
Ετσι το 30ο Σώμα , υπό την διοίκηση του Στρατηγού Χέρμαν Χότ προς την ανατολική (ΔΕΞΙΑ) πλευρά της αμυντικής γραμμής μας και το 18ο Ορεινό Σώμα , υπό την διοίκηση του Στρατηγού Φράντς Μπέμε, προς την Δυτική (ΑΡΙΣΤΕΡΑ) πλευρά.
Ένα σύνολο πέντε εκλεκτών αντιπάλων Μεραρχιών , κάτω από την υποστήριξη ισχυρών μονάδων πυροβολικού, με αφθονία πυρομαχικών και υπό την από αέρος υποστήριξη της Ναζιστικής αεροπορίας , με βασικά αεροσκάφη τα «στούκας».
Η κύρια προσπάθεια των εισβολέων στράφηκε από τις πρώτες κιόλας ώρες προς το αριστερό μέρος των οχυρών μας , από το Μπέλες μέχρι το Ρούπελ.
Στον τομέα λοιπόν αυτόν της Γερμανικής εισβολής προπορευόταν άρματα μάχης και μοτοσυκλέτες, πίσω ακολουθούσε το Γερμανικό πεζικό σε πυκνές φάλαγγες ανδρών, ενώ ένα μεγάλο πλήθος από λαστιχένιες βάρκες κατέβαινε από τον ποταμό Στρυμώνα και μερικές από αυτές τις βάρκες ήταν τόσο μεγάλες ώστε μετέφεραν και πυροβόλα όπλα…
Με μεγάλη αυτοπεποίθηση και Χωρίς καμμιά νευρικότητα, αλλά και με επαγγελματική ακρίβεια και με συντονισμένες κινήσεις αυτές οι επιτιθέμενες εχθρικες μονάδες μπήκαν μέσα στα Ελληνικά στόχαστρα , με αποτέλεσμα να βουλιάξουν τελικά όλες αυτές οι βάρκες , χωρίς να καταφέρει να περάσει στην εντεύθεν όχθη ούτε μια από αυτές… Υστερα χτυπήθηκαν τα άρματα μάχης και καθηλώθηκαν και εκείνα τα οποία δεν είχαν ακόμα εξουδετερωθεί τελείως… Όμως, παρά αυτόν τον πρώτο χαμό και τη σχετική έκπληξη πού πήραν οι εμπειροπόλεμοι εισβολείς από την πρώτη αυτή επαφή τους με τις Ελληνικές αμυνόμενες δυνάμεις , δεν έδειξαν να δειλιάζουν και εξακολούθησαν σε δεύτερο στάδιο να προχωρούν ξανά και μάλιστα και ακάλυπτοι…
Αλλά και οι Ελληνες αμυνόμενοι, με αξιοθαύμαστη επίσης ψυχραιμία άφηναν τους εισβολέις να πλησιάζουν και στη συνέχεια άνοιγαν πύρ εναντίον τους , με αποτέλεσμα να τους αποδεκατίσουν σύντομα , να τους σαστίσουν και τελικά να τους διαλύσουν…
Αμέσως μετά από αυτές τις πρώτες επαφές των αντιπάλων οι εισβολείς άρχισαν καταιγισμό πυροβολικού και επιθέσεων με τα στούκας , για να επακολουθήσουν αυτών και νέες επιθέσεις του Πεζικού τους…
Και να πώς γράφηκε στην Ιστορία και το πρώτο παράδειγμα αυτοθυσίας επώνυμου Ελληνα μαχητή…
Στην κορυφογραμμή των συνόρων μας με την Βουλγαρία, ψηλά , επάνω από τα Ανω Πορρόϊα , στην οροσειρά του Μπέλες, στην τοποθεσία «Ομορφοπλαγιά», από όπου περνούσε η γραμμή αναχαίτισης της Τοποθεσίας Αμυνας του Ελληνικού Στρατού , ένα μικρό, ταπεινό, σκυρόδετο πολυβολείο , με την κωδική ονομασία Π8, κράτησε ολόκληρη τν πρώτη εκείνη μέρα της εισβολής , μέχρις ότου εξήντλησε τις 33.000 σφαίρες και τις χειροβομβίδες που διέθετε…
Για πρόσωπα σαν κι αυτά του εν λόγω Ελληνικού πολυβολείου ο Σερραίος λογοτέχνης , αείμνηστος Πέτρος Πέννας γράφει σε βιβλίο του ειδικά γι΄αυτούς τους μοναχικούς μαχητές μας της πρώτης γραμμής, που πολεμώντας έφθαναν μέχρι το έσχατο σημείο της έλλειψης πυρομαχικών τους, για την συνέχιση του εντεταλμένου καθήκοντός τους:
«…Συνειδητοποιώντας πως εμάχοντο υπέρ βωμών και εστιών , για το χωριό τους και για το σπίτι τους, δεν σκέφθηκαν ούτε μια στιγμή να επωφεληθούν από τη γενική σύγχυση και να εγκαταλείψουν τη θέση τους, φεύγοντας προς το χωριό για να σωθούν…»
Ετσι λοιπόν, όταν σίγησε οριστικά αυτό το πολυβολείο μας , από έλλειψη πλέον των πυρομαχικών του, τότε μόνον κατάφεραν οι επιτιθέμενοι εισβολείς να το πλησιάσουν και να ανασύρουν μέσα από αυτό τους νεκρούς και τραυματίες υπερασπιστές του…
Όταν ο Γερμανός Διοικητής ζήτησε να δεί τον επι κεφαλής του πολυβολείου , εμφανίσθηκε μπροστά του εξαντλημένος από τη φωτιά και την ένταση της μάχης που προηγήθηκε , αλλά και με μια αγέρωχη αξιοπρέπεια , χωρίς όμως κανένα σημάδι κούφιας επίδειξης, ο Λοχίας του Ελληνικού Στρατού, με το όνομα ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΤΣΙΟΣ του Ευσταθίου, Διμοιρίτης Πολυβόλων (του 11/91 Τ.Π.), γεωργός το επάγγελμα και γεννημένος το 1906 στα Ανω ΠορρόΪα Σερρών και πατέρας δύο ανήλικων τότε παιδιών, της Μαρίας και του Αναστασίου.
Ο Γερμανός Αξιωματικός , ξαφνιασμένος από την εμφάνιση εκείνου του τριανταπεντάχρονου παληκαριού μπροστά του, έδειξε το πεδίο της μάχης μπροστά από το πολυβολείο και τα σωριασμένα πάνω στο χώμα 200 πτώματα των ανδρών του και του είπε: «…αυτό το έργο είναι δικό σου…». Στη συνέχεια τον συνεχάρη για τη γενναιότητά του και το κατόρθωμά του εκείνο , αλλά αμέσως μετά διέταξε τον επί τόπου τυφεκισμό του, εκεί , μπροστά στο πολυβολείο εκείνο που τόσο είχε τιμήσει …
Στα μετέπειτα χρόνια που ακολούθησαν τη λαίλαπα εκείνου του πολέμου, κοντά στο θρυλικό πλέον πολυβολείο Π8 του Ελληνικού Στρατού , στήθηκε αναμνηστική στήλη και το στρατόπεδο που βρίσκεται στον τόπο της θυσίας του , πήρε την ονομασία «ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΙΤΣΙΟΥ», αλλά και η προτομή αυτού του επώνυμου Σερραίου ήρωα στήθηκε την 10η Αυγούστου του 1980 στην κεντρική πλατεία του χωριού του, Ανω ΠορρόΪα του Δήμου Κερκίνης, ενώ του απονεμήθηκε μεταθανάτια και ο βαθμός του Επιλοχία , αλλά και το Αργυρούν Αριστείον Ανδρείας. Ακόμη, ι η θυσία αυτού του ήρωα έχει καταγραφεί σε συνταχθείσαν επί τούτου επίσημη Πολεμική Εκθεση του 111/70 Τάγματος , με το εξής χαρακτηριστικό, λακωνικό θα έλεγα, λεξιλόγιο:
«………………. Τα πολυβολεία Π7 και Π8 ανθίστανται μέχρι των τελευταίων φυσιγγίων. Εθέρισαν τον εχθρόν κυριολεκτικώς και επέφεραν εις αυτόν σοβαρωτάτας απωλείας, πλήν όμως ήλθεν η ώρα να σιγήσουν ελλείψει πυρομαχικών . Κυκλούνται και πίπτουν εις χείρας του εχθρού.Οι άνδρες, όσοι δεν εφονεύθησαν, συλλαμβάνονται αιχμάλωτοι και μαζί με αυτούς και ο Λοχίας Ιτσιος Δημήτριος, αρχηγός του Πολυβολείου Π8. Το Πολυβολείον του, διά του φοβερού πράγματι πυρός, επέφερεν εις τους Γερμανούς τεραστίας φθοράς. Διά τούτο ο επί κεφαλής αυτών Αξιωματικός ζητά να μάθει τον Αρχηγόν. Ο Λοχίας παρουσιάζεται και αφού ο Γερμανός ηγήτωρ τον συγχαίρει διά την γενναιότητά του, διατάσσει τον τυφεκισμόν του , διά την φθοράν την οποίαν υπέστη εξ αιτίας του το Γερμανικόν Πεζικόν . Το πέριξ έδαφος είχε σπαρεί από εχθρικά πτώματα.
Ο Γενναίος Λοχίας Ιτσιος Δημήτριος , με τον σκληρόν θάνατόν του, θα εισέλθει εις το Πάνθεον των ηρώων και η Ιστορία θα αναγράψει το όνομά του προς παραδειγματισμόν των επερχομένων γενεών…….
Η Πατρίς , τιμώσα τον ηρωΪκόν θάνατον του Λοχία Ιτσιου Δημητρίου :
1ον Προήγαγε τούτον , μεταθανατίως , εις τον βαθμόν του Εφέδρου Επιλοχία.(Απόφασις ΥΕΘΑ 14/10/42 εγκ. Δγή 348/42), ΚΑΙ
2ον Απένειμεν εις αυτόν το παράσημον του ΑΡΓΥΡΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΟΥ ΑΝΔΡΕΙΑΣ (ΦΕΚ τεύχος 3, αριθμ.φυλλου 147, 28/5/1946).
Όμως, για να επανέλθουμε στη συνέχεια της εξιστόρησής μας, σημειώνουμε ότι από την πρώτη στιγμή της Ναζιστικής εισβολής και τα οχυρά μας ΙΣΤΙΜΠΕΗ και ΚΕΛΚΑΓΙΑ δέχθηκαν τις σφοδρές εχθρικές επιθέσεις από δύο Μεραρχίες ορεινής σύνθεσης , την 5η και την 8η, υπό τους Στρατηγούς Γιούλιους Ρίγκελ και Φέρντιναντ Σέρνερ, αντίστοιχα.
Το μεν ΙΣΤΙΜΠΕΗ υπεράσπιζαν 450 οπλίτες , το δε ΚΕΛΚΑΓΙΑ μόνον 250, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα ακόμα και από αυτούς τους ελάχιστους αριθμούς ήταν το γεγονός ότι αυτά τα δύο οχυρά μας απείχαν μόνον 200 μέτρα από την συνοριακή γραμμή προς Βουλγαρία με αποτέλεσμα αυτής της πραγματικότητας να είναι άμεσα εκτεθειμένα στο εχθρικό πύρ από το Γερμανικό πυροβολικό , το οποίο ήταν ταγμένο μέσα στο Βουλγαρικό έδαφος και έτσι στόχευε κατ΄ευθείαν γραμμή επάνω στα φατνώματα των οχυρών αυτών και με αντιαρματικά όπλα, αλλά ακόμη και με αντιαεροπορικά πυροβόλα, που αποδεικνύονταν θανάσιμα όπλα για αυτά. Παρ΄όλες αυτές τις άκρως δυσμενείς περιστάσεις, έπειτα από απερίγραπτους αγώνες μέσα και έξω από τα οχυρά αυτά, με φλογοβόλα, με χειροβομβίδες, πολυβόλα και αέρια, κατάφεραν να αντισταθούν μέχρι τις 5 τα ξημερώματα της 7ης Απριλίου και αφού η 5η Γερμανική Ορεινή Μεραρχία του Ρίγκελ είχε χάσει περισσότερους από 1.500 άνδρες της δύναμής της…
Ετσι , αργότερα , μετά τη συνθηκολόγηση, Γερμανοί μαχητές είπαν για το οχυρό του ΙΣΤΙΜΠΕΗ:
«…..Οι Ελληνες αμύνθηκαν με αυταπάρνηση, το ηθικό τους παρέμεινε ακλόνητο , τα νεύρα τους ατσάλινα, Πουθενά και ποτέ δεν παραδόθηκαν όσο είχαν ακόμη μέσα για να αμυνθούν… Θυμάμαι ακόμα έναν νεκρό Ελληνα στρατυιώτη μέσα σε ένα χαράκωμα , μπροστά από τα συρματοπλέγματα, μακρυά από το οχυρό του. Δίπλα του βρίσκονταν τέσσερα άδεια όπλα. Εδώ δεν κείτονταν ένας εχθρός!… Μπροστά μου έβλεπα έναν ήρωα που ούτε οι αρχαίοι Ελληνικοί μύθοι δεν θα μπορούσαν να περιγράψουν καλύτερα…».
Αλλά και για το οχυρό του ΚΕΛΚΑΓΙΑ είπαν Γερμανοί μαχητές που το αντιμετώπισαν:
«…Αφού λοιπόν τους ρίξαμε δακρυγόνα από τους σωλήνες εξαερισμού , δεν τους έμεινε άλλη επιλογή από την παράδοση. Αρχισαν να βγαίνουν από τις στοές, μπροστά ο Αξιωματικός τους με την άσπρη σημαία και από πίσω , σε μακρυά γραμμή, καταπονημένοι, με ξεσκισμένες στολές, χλωμοί, γεμάτοι επιδέσμους και αίματα , οι 250 γενναίοι υπερασπιστές του ΚΕΛΚΑΓΙΑ. Μείναμε βουβοί!… Σχεδόν ντραπήκαμε μπροστά σ΄αυτούς τους άνδρες που ήσαν σαν κι εμάς στρατιώτες, που πολέμησαν καθαρά, σκληρά , αλλά και ιπποτικά, κι ευρίσκοντο τώρα κοντά μας, κάτω από τη συνεχή βροχή. Ο θρίαμβος της νίκης μας πνίγεται μπροστά στην απελπισία των περήφανων αυτών ανθρώπων…»
Εξ άλλου , και το οχυρό μας ΑΡΠΑΛΟΥΚΙ κράτησε δύο ημέρες , μέσα σε μια κόλαση φωτιάς , από τις πυρκαγιές που είχαν ανάψει τα βλήματα των πυροβόλων στο περιβάλλον δάσος του Μπέλες…
Και βεβαίως και το οχυρό ΡΟΥΠΕΛ , στην ανατολική όχθη του ποταμού Στρυμώνα και το οποίο φράζει τη φυσική δίοδο από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα , μια δίοδο γνωστή από τα Βυζαντινά χρόνια σαν το ΡΟΥΠΕΛΙΟΝ…
Για δύο ημέρες και αυτό το οχυρό μας στέκονταν αλύγιστο κάτω από ανηλεές σφυροκόπημα του πυροβολικού και των αρμάτων από ξηράς και των στουκας από αέρος.Οι εισβολείς είχαν ρίξει το βάρος της επίθεσής τους εναντίον αυτού του οχυρού σε ολόκληρο το αριστερό τμήμα της αμυντικής γραμμής, με συνέπεια αυτής της τακτικής τους να δέχονται παράλληλα σφοδρές επιθέσεις και τα γειτονικά οχυρά ΠΑΛΗΟΥΡΙΩΝΕΣ στα Δυτικά, αλλά και ΚΑΡΑΤΑΣ , ΚΑΛΗ και ΠΕΡΙΘΩΡΙ στα Ανατολικά, ενώ κύματα μονάδων του Πεσζικού προσπαθούσαν να διεισδύσουν μέσα από χαράδρες και ανάμεσα από υψώματα. Η αντίσταση αυτών των οχυρών σε αυτό λοιπόν το σημείο έπαιρνε πλέον επικές διαστάσεις , καθώς οι Ελληνες υπερασπιστές των οχυρών θέλανε να ξεπεράσουν την εποποιία του Αλβανικού μετώπου, που είχαν γράψει σ΄αυτό άλλοι συνάδελφοί τους…
Οσον αφορά και στην περιοχή της Δράμας και ειδικώτερα στην κοιλάδα του Νευροκοπίου βρίσκονται τα οχυρά ΠΕΡΣΕΚ, ΖΩΡΑ, ΜΑΛΙΑΓΚΑ, ΠΕΡΙΘΩΡΙ, ΛΙΣΣΕ, ΠΑΡΤΑΛΟΥΣΚΑ και ΝΤΑΣΑΒΛΙ.
Από το επίσημο ημερολόγιο της Ελληνικής Δ΄Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού, υπό την διοίκηση του τότε Τχη Πυρ/κού αείμνηστου Γεωργίου Κουρούκλη, παίρνουμε τα ακόλουθα συγκλονιστικά στοιχεία για εκείνες τις ημέρες που είχαν προηγηθεί της εισβολής αλλά και για τον μετέπειτα αγώνα:
«…..Την 25ην Μαρτίου 1941 , μη βλέποντας γύρω μας παρά μόνον τα άπειρα Τάγματα των εχθρών μας, συγκεντρωθήκαμε στην Εκκλησία του χωριού Περιθώρι και εκεί μεταλάβαμε των αχράντων μυστηρίων , όλοι οι Αξιωματικοί και οπλίτες, ανανενώσαμε τον όρκο μας να δώσουμε και τη ζωή μας στην υπεράσπιση της Πατρίδας μας και προετοιμασθήκαμε για την υπερτάτη θυσία. Όλα αυτά είχαν τέτοιαν επίδραση στις καρδιές όλων μας , ώστε μετέπειτα πολλές φορές εγκαταλείπαμε τα πυροβόλα μας για να πραγματοποιήσουμε επίθεση με τις ξιφολόγχες κατά του ισχυροτάτου αντιπάλου….
Ωρα 10:45 της 6ης Απριλίου, ο εχθρός έχοντας παραβιάσει τη διάβαση του Νευροκοπίου και μετά από σύντομη μονομαχία πυροβολικού με το οχυρό ΛΙΣΣΕ, άρχισε να εισέρχεται με μηχανοκίνητο πυροβολικό του στην κοιλάδα του Νευροκοπιου και σε λίγο έταξε περί τις 10 πυροβολαρχίες , ακάλυπτες και άρχισε να βάλει κατά των οχυρών μας ΛΙΣΣΑ, ΠΕΡΙΘΩΡΙ και ΠΑΡΤΑΛΟΥΣΚΑ, με έναν ταχύτατο ρυθμό. Όμως οι βολές της Μοίρας μας εναντίον αυτών των μονάδων είχαν σαν αποτέλεσμα την εξουδετέρωση όλων των εχθρικών πυροβολαρχιών και τη διασκορπιση του εχθρικού Πεζικού που ακολουθούσε και ανακουφίσθηκαν έτσι τα οχυρά μας από την πίεση…
Στις 5 το απόγευμα της ίδιας πρώτης ημέρας τέσσερα εχθρικά άρματα μάχης βλήθηκαν επίσης από το πυροβολικό μας και αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν για να αναζητήσουν κάλυψη…»
Την Δευτέρα , 7 Απριλίου , πέφτει αραιά βροχή και κατά διαστήματα ομίχλη αλλά στις 8 το πρωί μικρά εχθρικά τμήματα από το χωριό Περιθώρι κατορθώνουν με υπεράνθρωπες προσπάθειες και αναρριχώνται πάνω στην κορυφή του οχυρού μας ΠΕΡΙΘΩΡΙ και τότε με αίτηση του Διοικητού του οχυρού αυτού Δαράτου η Μοίρα μας συγκεντρώνει τα πυρά της επάνω στην οροφή του οχυρού και τρέπει έτσι σε άτακτη φυγή τους Γερμανούς , αφού βεβαίως αποδεκατίζει προηγουμένως πολλούς από αυτούς…
Στις 11:30 δύναμη δύο Γερμανικών Συνταγμάτων Πεζικού επιτίθεται εναντίον των οχυρών μας ΠΕΡΙΘΩΡΙ και ΜΑΛΙΑΓΚΑ , μέσα από δασώδη περιοχή και με την χρήση μικρών γεφυρών. Ομως επισημάνθηκαν από την Μοίρα μας και χτυπήθηκαν με απόλυτη επιτυχία… Ο Αυστριακής καταγωγής επί κεφαλής αυτών των επιτεθέντων Αξιωματικός Λίτσεμπεργκερ , ο οποίος αργότερα είχε αναλάβει ως Φρούραρχος των Σερρών, επιβεβαίωσε το γεγονός ότι αυτός ο ίδιος ήταν ένας από τους τρείς μόνον διασωθέντες του δικού του Τάγματος….
Τέλος Την Τρίτη 8 Απριλίου και πάλι με δυσμενείς καιρικές συνθήκες , με συνεχή βροχή και ομίχλη , στις 3 το απόγευμα , δύναμη εχθρικού Τάγματος Πεζικού περνάει μέσα από απυρόβλητα σημεία της Μοίρας μας και τότε όλοι οι πυροβολητές της επιτίθενται με την ξιφολόγχη εναντίον τους και οι εχθροί αιφνιδιάζονται από αυτή την απρόβλεπτη αντίδρασή μας και διασκορπίζονται προς κάθε κατεύθυνση , εγκαταλείποντας τον οπλισμό τους…
Στις 8 το βράδυ της ίδιας τρίτης ημέρας , 50 Γερμανικά άρματα μάχης επισημαίνονται πάνω στην καρροποίητη οδό Περιθωρίου-Λϊσσε και επειδή ολόκληρη πυροβολαρχία δεν μπορούσε να τα προσβάλλει με την απαιτούμενη ταχυβολία , ανέλαβε ένας ουλαμός αυτό το έργο και κατάφερε μέσα σε μόνον δέκα λεπτά να ρίξει 240 βολές. Αυτή η πρωτοφανής για την εποχή εκείνη ταχυβολία, αλλά και η ευστοχία των βολών μας είχε σαν άμεσο αποτέλεσμα την πλήρη εξουδετέρωση και των πενήντα αυτών αρμάτων μάχης και οι αξιωματικοί μας από το οχυρό ΠΑΡΤΑΛΟΥΣΚΑ ανέφεραν τηλεφωνικά ότι μόνον σαν θαύμα μπορεί να χαρακτηρισθεί το γεγονός αυτό της τέλειας συντριβής μέχρις ενός αυτών των 50 αρμάτων και του Πεζικού που τα ακολουθούσε…
Την Τετάρτη 9 Απριλίου 1941 και ώρα 3 το απόγευμα επικρατεί σε όλόκληρο το μέτωπο του Νευροκοπίου μια ύποπτη ηρεμία. Καμμιά εχθρική ενέργεια, σιγή από το πυροβολικό του, σιγή και από τα άρματα μάχης.Και να που σε λίγο διακρίνονται κήρυκες των Γερμανών με λευκές σημαίες να πλησιάζουν τις γραμμές μας. Γερμανός Αξιωματικός , οδηγούμενος αππό πυροβολητές μας , κατευθύνεται προς το Παρατηρητήριο της Μοίρας μας. Εκεί αναγγέλλει ότι ο πόλεμος έληξε και διαβιβάζει την παράκληση της διοίκησής του να αποσυρθούν οι πυροβολητές από την τοποθεσία, χωρίς όμως το υλικό τους…»
Στην παράκληση λοιπόν αυτή των Γερμανών εισβολέων , παίρνει την απάντηση του Διοικητή της Δ Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού Τχη Γεωργίου Κουρούκλη:
«…Οι Ελληνες δεν υποχώρησαν ποτέ από το έδαφός τους ενώπιον του εχθρού . εισβολέα και δεν εγκατέλειψαν ποτέ το υλικό τους αλλά έπεσαν πάντοτε στις θέσεις που ετάχθησαν να υπερασπίσουν. Να ειπείτε στους συναδέλφους σας ότι είναι ντροπή γι΄αυτούς να ζητούν παρακλητικά να επιτύχουν εκείνο το οποίο δεν μπόρεσαν να επιτύχουν με τόση υπεροπλία επί τόσες ημέρες.
Τα οχυρά κατακτώνται και δεν παραδίδονται.
Εμείς θα παραμείνουμε εδώ και αφού πλέον γνωρίζετε τις θέσεις μας ελάτε!… Σας περιμένουμε!… Εμείς ήρθαμε εδώ για να πέσουμε. Και θα προτιμήσουμε να πέσουμε εμείς για να ζήσει η Ελλάς. Εμείς οι Ελληνες πιστεύουμε ότι ο θάνατος στο πεδίο της μάχης είναι ένα στοιχείο αθανασίας…».
Μετά την άπρακτη αποχώρηση του Γερμανού κήρυκα Αξιωματικού η διοίκηση της Ελληνικής Ταξιαρχίας της περιοχής Νευροκοπίου στις 3 και μισή το απόγευμα της 9ης Απριλίου παίρνει την εντολή να εγκαταλείψει τις θέσεις της και να συμπτύξει όλα τα τμήματά της μέχρις νεωτέρας διαταγής!…
Ετσι , για τρία ημερόνυχτα η άμυνα των οχυρών μας ξεπέρασε κάθε ανθρώπινη δυνατότητα. Αυτοί οι Ακρίτες της πατρίδας μας μάχονταν χωρίς ύτπνο, χωρίς τροφή, χωρίς τα απαραίτητα εφόδια… Όπως στο ΡΟΥΠΕΛ, έτσι και στα Ανατολικά, στο ΛΙΣΣΕ, και στο ΝΤΑΣΑΒΛΙ, και στο μεγάλο φρούριο ,το ΠΥΡΑΜΙΔΟΕΙΔΕΣ, θαρρείς και συναγωνίζονται πιο θα κρατήσει περισσότερο… Ετσι , όπου κατάφερναν οι εισβολείς να εισχωρήσουν μέσα σε οχυρό, άρχιζε ένας νέος αγώνας , σώμα με σώμα… ΕΠϊλεκτες δυνάμεις του Τρίτου Ράϊχ δεν πίστευαν σε αυτό που έβλεπαν… Αυτοί οι μαυριδεροί, οι ταλαιπωρημένοι, και κακοοπλισμένοι στρατιώτες τους κυνηγούσαν μέσα στους διαδρόμους των οχυρών και εκεί ακόμα όπου τα οχυρά μας έλυωσαν κάτω από τη δύναμη της φωτιάς και το πυρωμένο ατσάλι που έπεφτε πάνω τους, λευτερωμένοι οι φαντάροι μας από την υπόγεια ζωή τους , έβγαιναν μέσα από τα οχυρά αυτά πάνω στην επιφάνεια της γής και με την ξιφολόγχη στα όπλα τους κυνηγούσαν τους επιτιθέμενους εισβολείς…
Αλλά και στην περιοχή της Θράκης , το οχυρό μας ΝΥΜΦΑΙΑ κρατάει απεγνωσμένα , παρά το οτι άλλες Γερμανικές δυνάμεις από τη νύχτα της 6ης Απριλίου είχαν φθάσει στην πόλη της Κομοτηνής , έχοντας παρακάμψει το οχυρό αυτό και στις 7 Απριλίου συγκεντρώνουν μόνον εναντίον του εκατό πυροβόλα , ώστε το βράδυ αυτής της ημέρας το οχυρό ξεψυχάει και πέφτει μαζί του στο πεδίο της μάχης και ο Διοικητής του Τχης Αλέξανδρος Αναγνωστός, ενώ ο Γερμανός Διοικητής των επιτεθέντων ζήτησε να γνωρίσει τον Ελληνα «Στρατηγό» Διοικητή του οχυρού, εντυπωσιασμένος από την άμυνά του!!…
Ομοια αντιτάχθηκαν υπεράνθρωπα στις απεγνωσμένες επιθέσεις των εισβολέων κα τα άλλα οχυρά μας με τους επι κεφαλής αυτών διοικητές τους, όπως , όλως ενδεικτικά και για την Ιστορία θα αναφερθούμε εδώ , στο ΠΕΡΙΘΩΡΙ με τον Δαράτο, στην ΜΑΛΙΑΓΚΑ με τον Θεοδωρόπουλο, , στην ΠΑΡΤΑΛΟΥΣΚΑ με τον Δρακουλαράκο, στο ΛΙΣΣΕ με τον Δετοράκη και τον Μπιλάλη , στο ΚΕΛΚΑΓΙΑ με τον Ζακυνθινό, στους ΠΑΛΗΟΥΡΙΩΝΕΣ με τον Χατζηγεωργίου, στην ΠΟΠΟΤΛΙΒΙΤΣΑ με τον Ρογκάκο, στον ΕΧΙΝΟ με τον Δρακούτση, στο ΡΟΥΠΕΛ με τον Δουράτσο, στο ΝΤΑΣΑΒΛΙ με τον Κόνιαρη…
Στις 9 του Απρίλη δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ το με αριθ. 166 ανακοινωθέν του Στρατηγείου μας , στο οποίο μεταξύ άλλων γινόταν λόγος για μια τεθωρακισμένη Γερμανική Μεραρχία , η οποία, δρώντας στο αριστερό του μετώπου των οχυρών μας, απειλούσε άμεσα την Θεσσαλονίκη…
Πράγματι όλα είχαν τελικά κριθεί έξω από τα οχυρά μας και αυτό εξ αιτίας των πρωτοφανών για την εποχή εκείνη ελιγμών τους οποίους είχε πραγματοποιήσει η 2η θωρακισμένη Γερμανική Μεραρχία, υπό την διοίκηση του Στρατηγού Ρούντολφ Βάϊελ και κατάφερε έτσι να ξεχυθεί μέσα από τα Βουλγαρογιουγκοσλαβικά σύνορα μέσα στην κοιλάδα της Στρώμνιτσας και να κονιορτοποιήσει την Γιουγκοσλαβική Μεραρχία με την ονομασια ΜΠΡΕΓΚΑΛΝΙΤΣΑ, που είχε σταλεί για να την αναχαιτίσει…
Κατόπιν η Γερμανική αυτή Μεραρχία στράφηκε προς Νότον και αφού έφθασε ανενόχλητη μέχρι την Γιουγκοσλαβική πλευρά της λίμνης Δοϊράνης , ακολουθώντας έναν πανάθλιο ορεινό δρόμο , παρέκαμψε τη λίμνη από τα Δυτικά της και περνώντας μέσα από την Γιουγκοσλαβοελληνική μεθόριο , πάνω σε έναν φιδωτό χωματόδρομο , τα ξημερώματα της 8ης Απριλίου κατέβηκε στην κοιλάδα του Αξιού.
Στη συνέχεια αυτής της πορείας της , τα μεσάνυχτα της 8ης πρός την 9ην Απριλίου ο Βάϊελ κατέλαβε την πόλη του Κιλκίς , ενώ παράλληλα, άλλα προκεχωρημένα τμήματα της Μεραρχίας του , έφτασαν στα Κουφάλια και ο επί κεφαλής αυτής της εμπροσθοφυλακής έστειλε τελεσίγραφό του προς τον στρατιωτικό διοικητή της Θεσσαλονίκης Αντγο Ραγκαβή ,να του παραδοθεί αμαχητί η πόλη ,με την απειλή, σε τυχόν αρνητική απάντηση, να μπεί μέσα σ΄αυτήν, μαχόμενος με τα τάνκς του …
Τα ξημερώματα όμως της 8ης προς 9ην Απριλίου 1941 ο Μπακόπουλος έστειλε σαν κήρυκα ανακωχής τον Γερμανομαθή Ανχη Πετίνη, για να συναντήσει τους Γερμανούς , αφού είχε πάρει προηγουμένως από τον Στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο την τηλεφωνική διαταγή να συνεχίσει την άμυνα, ή αν η αντίσταση καταστεί ανέφικτη, να επιδιώξει κατά το δυνατόν «έντιμους όρους συνθηκολόγησης»…
Τελικά επιτεύχθηκε η σύναψη εκκεχειρίας , με την πρόβλεψη της εισόδου των Γερμανών στη Θεσσαλονίκη και έτσι το πρωί της 9ης Απριλίου 1941 τα Γερμανικά τάνκς έμπαιναν στη νύφη του ΘερμαΪκού , που έτσι γινόταν η πρώτη μεγάλη πόλη που έμπαινε κάτω από τη Ναζιστική κατοχή…
Εδώ λοιπόν είναι αξιοσημείωτο να αναφερθεί ως πρωτοφανές για την εποχή του το ότι η πανηγυρική αναγνώριση του ηρωΪσμού των Ελλήνων μαχητών ήρθε σχεδόν αμέσως από τους Γερμανούς στρατιωτικούς ηγήτορες όταν υπογράφηκε το πρωτόκολλο της συνθηκολόγησης στη Θεσσαλονίκη από το Στρατηγό Βάϊελ κατ΄εξουσιοδότηση της Γερμανικής ΔΙΟίκησης και από το Στρατηγό Κωνσταντίνο Μπακόπουλο . Ενώ λοιπόν είχε ήδη καταληφθεί εκ των όπισθεν και αμαχητί η πόλη της Θεσσαλονίκης και θα ήσαν αρκετά ελάχιστα μόνον λεπτά της ώρας για μιάν απλή και μόνον παράγραφο και σημείωση της άνευ όρων παράδοσης , εν τούτοις οι δύο αντίπαλοι στρατηγοί συνομίλησαν σαν ίσος προς ίσον και ο Γερμανός Στρατηγός, παρά το ότι επείγονταν να αποχωρήσει για προφανείς Υπηρεσιακούς λόγους, παρέμεινε με τον Μπακόπουλο για περισσότερο από δύο ώρες , έτσι ώστε να μπορούμε να ισχυρισθούμε βάσιμα ότι στην πραγματικότητα δεν ήσαν κοινές διαπραγματεύσεις μεταξύ νικητών και ηττημένων και ότι ο ΒάΪελ επέδειξε και αυτός ευμένεια και θαυμασμό προς τους Ελληνες αντιπάλους του…
Παρόμοιες σκηνές όμως διαδραματίσθηκαν και μπροστά στα οχυρά μας, μετά την συνθηκολόγηση:
Ετσι, το πρωί της 10ης Απριλίου οι Γερμανοί παρέταξαν ένα Τάγμα τους στους ΠΑΛΗΟΥΡΙΩΝΕΣ , όπου ο Γερμανός Σχης που προσήλθε να παραλάβει το οχυρό αυτό προσφώνησε μέσω διερμηνέα του τον Διοικητή του οχυρού και συνεχάρη και αυτόν και τους άνδρες της φρουράς του , εκφράζοντας παράλληλα και τον θαυμασμόν του για την αντίσταση την οποίαν είχαν προβάλλει. Πρόσθεσε δε και το ότι τα Γερμανικά στρατεύματα είναι υπερήφανα επειδή είχαν τέτοιους αντιπάλους. Στη συνέχεια οδήγησε τον Διοικητή του οχυρού πρό του Γερμανικού Τάγματος για να το επιθεωρήσει και διέταξε παράλληλα η Γερμανική σημαία να ανυψωθεί πάνω στο οχυρό μόνον μετά την αναχώρηση της Ελληνικής φρουράς του…
Ανάλογα έπραξε και ο Γερμανός Διοικητής στο οχυρό του ΡΟΥΠΕΛ. Τονίζοντας προς την φουρά του οχυρού αυτού ότι για τους Γερμανούς αποτελεί τιμή και υπερηφάνεια το ότι είχαν ως αντίπαλο έναν τόσον ηρωΪκό στρατό. Οσο δε για την οχύρωση ανέφερε ότι αυτή κρίνεται ως ανώτερη από εκείνην της γραμμής ΜΑΖΙΝΩ της Γαλλίας , αλλά και εφάμιλλη με την Γερμανική γραμμή ΖΙΓΚΦΡΙΝΤ…
Όπως όλοι γνωρίζουμε , η θλιβερή κατάληξη ήταν η αμαχητί είσοδος των Γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα κατά την 27ην Απριλίου 1941, δηλαδή μετά από τρείς εβδομάδες μετά την εισβολή τους κατά της Ελλάδος και αξίζει νομίζω να ακούσουμε ένα ακόμη ηχητικό ντοκουμέντο , το οποίο δημιουργήθηκε λίγες μόνον ώρες πριν την κατάληψη της Αθήνας , όταν και πάλι ο Κωσταντίνος Σταυρόπουλος, πρώτος εκφωνητής του ΕΙΡ ανακοίνωσε από το Ρ.Σ. των Αθηνών την επικείμενη Γερμανική είσοδο στην Ελληνική πρωτεύουσα:
Να προσθέσουμε εδώ , για την Ιστορία ότι : α) οι τελευταίες μάχες του τακτικού Ελληνικού Στρατού κατά των Ναζιστικών δυνάμεων , δόθηκαν στην Κρήτη, από την 20η έως την 31η Μαίου 1941, β) συμμετείχαν εθελοντικά στις μάχες αυτές στη μεγαλόνησο και πολλοί στρατιώτες που επέστρεψαν από το Αλβανικό Μέτωπο, αλλά και από τα Μακεδονικά Οχυρά και γ) ανάμεσα στους εθελοντές αυτούς μαχητές της Κρήτης ήταν και ένας συμπατριώτης μας εκ των επωνύμων , ο αείμνηστος Γιώργος Καφταντζής, ο οποίος και έγραψε τις σχετικές αναμνήσεις του σε ειδικό περί της μάχης της Κρήτης βιβλίο του… Αλλά η μάχης της Κρήτης του Μαίου του 41 , αποτελεί άλλο ένα θέμα , για μιάν άλλη σχετική με αυτήν εκδήλωση ιστορικής μνήμης…
Επανερχόμενοι λοιπόν στο σημερινό θέμα μας , προσωπικά θεωρώ ότι η κατά οποιονδήποτε τρόπο εκφρασμένη εκτίμηση των αντιπάλων σου είναι αυτό το οποίο μας φανερώνει και το μέτρο της κρίσης του μεγέθους του αγώνα σου εναντίον των αντιπάλων σου…
Ετσι νομίζω ότι είναι σκόπιμο να αναφερθούμε και στις κρίσεις επώνυμων Γερμανών ηγητόρων , κατά τις ημέρες εκείνες της μάχης των Μακεδονικών Οχυρών:
Πρέπει να αναφερθεί λοιπόν εδώ ο Γερμανός Αντγος Βαρώνος Φον Ριχτεμπεργκ , στο βιβλίο του με τίτλο «ΠΩΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΑΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ» μας δίνει με αδρές γραμμές το μέγεθος της αντίστασης των οχυρών μας, γράφοντας μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
«…Το 2/172 Σύνταγμα Πυροβολικού που επιχείρησε να ταχθεί στο ανοιχτό πεδίο της κοιλάδας του Νευροκοπίου, με τον αντικειμενικό σκοπό να θέσει εντός βολής κατ΄ευθείαν τα Ελληνικά οχυρά, συνετρίβη κυριολεκτικώς από το καταιγιστικό πύρ των Ελλήνων, με τεραστίας απωλείας. Μία και ημίσεια πυροβολαρχία του Συντάγματος τούτου , εκονιορτοποιήθησαν… Εναντίον του οχυρού ΛΙΣΕΕ η επίθεση ανατέθηκε στο τρίτο Τάγμα του ενισχυμένου 2/105 Συντάγματος Πεζικού και επίσης μετακινήθηκε προς κατάληψη θέσεων βολής και Σύνταγμα Πυροβολικού και υπέστη σοβαράς απωλείας εις άνδρας και πυροβόλα. Μόνον πέντε πυροβολαρχίαι διεσώθησαν. Ουτως η διοίκησις του 32/105 Συντάγματος εζήτησε νέον ισχυρόν πυροβολικόν. Πράγματι αι ενισχύσεις κατέφθασαν και ήρχισε σφοδρά επίθεσις κατά του οχυρού ΛΙΣΣΕ. Εις την επίθεσιν έλαβε μέρος ολόκληρον το Γερμανικόν πυροββολικόν του τομέως και αι βολαί υπήρξαν τόσον ραγδαίαι ώστε δεν εξεχώριζαν η μία από την άλλην αι εκκρήξεις των οβίδων και μόνον μία συνεχής και αλλεπάλληλος βοή δονούσε τας χαράδρας και τας βραχώδεις οροσειράς.
Τα πυρά των Ελλήνων υπήρξαν απροσδοκήτως και αφαντάστως συντριπτικά. Μία πυκνή βροχή βολών του Ελληνικού πυροβολικού, ολμοβόλων και οπλοπολυβόλων εθέρισε και συνέτριψε την επιτιθεμένην Γερμανικήν δύναμιν , η οποία αφήκε πλήθος κατεστραμμένων πυροβόλων , βαρέων όπλων και μέγα αριθμόν νεκρών και τραυματιών, καθ ,όλην την έκτασιν… Ο αγώνας των Γερμανικών δυνάμεων της 72ας ενισχυμένης Μεραρχίας , με αντικειμένικόν σκοπόν την κατάληψιν του συγκροτήματος των οχυρών του Νευροκοπίου διήρκεσε 4 ημέρας , άνευ σοβαρού αποτελέσματος. Ο αντικειμενικός σκοπός του Γερμανικού Στρατηγείου δεν επραγματοποιήθη , παρ΄όλην την ανδρείαν που επέδειξαν αι μαχόμεναι Γερμανικαί δυνάμεις. Γεγονός είναι ότι τα μεν Ελληνικά οχυρά παρέμειναν ανέπαφα, ο δε οπλισμός και η φρουρά των επίσης παρέμειναν άθικτα. Η 72η Μεραρχία ευρέθη προ αδιεξόδου, δεδομένου ότι και αι νέαι επθέσεις θα είχον την ιδίαν τύχην με τας προηγουμένας από τους σκληροτράχηλους Ελληνας.
Ευτυχώς διά τους Γερμανούς ανέτειλεν η 9η Απριλίου, κατά την οποίαν ανηγγέλθη η συνθηκολόγησις της Ελληνικής Στρατιάς…».
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της σφοδρότητας της αναμέτρησης στη μάχη των οχυρών μας είναι και το ότι ο Γερμανός Σχης Πέτερσεν , του οποίου το 2/105 Σύνταγμα πήρε μέρος στις μάχες κατά του οχυρού ΡΟΥΠΕΛ , επιστρέφοντας από το πεδίο της μάχης , όπου σε ένα βάθος περίπου ενός χιλιομέτρου δεν εναπέμεινε σπιθαμή γής ακάλυπτη από πτώματα και αίμα των ανδρών του, είπε:
«Δεν θρηνώ ως στρατιώτης γιατί ήταν μια θυσία για μας επιβεβλημένη. Όμως κλαίω σαν άνθρωπος , γιατί από το Σύνταγμά μου δεν έμειναν παρά ελάχιστοι μόνον άνδρες…».
Ο Στρατηγός Μπέμε , που διοικούσε όπως είδαμε τους επιτιθέμενους Γερμανούς στα δυτικά της αμυντικής γραμμής μας, ειπε:
«Είχαμε ακούσει να μιλούν για τον ηρωϊσμό και για τη γενναιότητα του Ελληνικού Στρατού, εν εφανταζόμασταν όμως εκείνο που επέδειξαν οι Στρατιώτες σας, Επολεμήσατε θαυμάσια…»
Ο Διοικητής της πολύπαθης 72ης Γερμανικής Μεραρχίας έλεγε προς τον Ελληνα Στρατηγό Δέδε:
«Εμείς επολεμήσαμε στη Πολωνία και στη Γαλλία, όμως πουθενά δεν συναντήσαμε την αποτελεσματική φθοροποιό αντίσταση που συναντήσαμε στην Ελλάδα».
Ο Γερμανός Σχης Αντων Μπλάζιους, μαχητής στο ΛΙΣΣΕ , σε μεταπολεμική επίσκεψή του στο οχυρό ΛΙΣΣΕ και στο εκεί Μουσείο το 1995, κατά την 54η επέτειο της μάχης των οχυρών ,επί κεφαλής δέκα παλαιών συμπολεμιστών του , οι περισσότεροι εκ των οποίων ήσαν στρατευμένοι στην πολύπαθη 72η Γερμανική Μεραρχία , η οποία σημειωτέον είχε υποστεί την απώλεια 555 ανδρών , τον τραυματισμό άλλων 2.134 και την εξαφάνιση άλλων 170 ανδρών, είπε για την εμπειρία του από τη μάχη για την κατάληψη του οχυρού μας αυτού :
«Ο κάθε στρατιώτης υποχρεούται, ως εκ του επιβεβλημένου καθήκοντός του , να πολεμήσει και να σκοτώσει και να δώσει ακόμη και τη ζωή του κατά τη διάρκεια μιάς μάχης σε έναν πόλεμο.
Όμως στον καιρό της ειρήνης και ενεργώντας σαν απλός πολίτης, οφείλει να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να αποφεύγεται ο πόλεμος και γι΄αυτό και ζητάμε , μέσα στο πένθος μας για τους ανθρώπους που χάσαμε , την φιλία με τους εναπομείναντες ζωντανούς συνανθρώπους μας…» και αφιέρωσε το πολεμικό κράνος του στο Μουσείο του ΛΙΣΣΕ…καθώς επίσης και μια μαρμάρινη πλάκα, με ορειχάλκινη παράσταση, η οποία τοποθετήθηκε στους πρόποδες του οχυρού ΛΙΣΣΕ….
Ο Λγός Υπασπιστής του Σχη Φον Γκέϊζο εδήλωσε:
« Επολέμησα με όλους τους αμντιπάλους της Γερμανίας από τις αρχές του Β.Π.Π. Με τη Γαλλία, την Πολωνία, την Τσεχοσλοβακία, κράτη ισχυρά που όμως δεν μπόρεσαν να αντισταθούν. Για την Ελλάδα είχαμε τη γνώμη ότι θα εκάναμε έναν περίπατο. Οποιοσδήποτε άλλος στρατός όταν αντίκρυζε το Γερμανικό Πεζικό, το μοναδικό πυροβολικό μας την αεροπορία μας και τα τεθωρακισμένα μας , που μπορούσαν να περάσουν ακόμα και τις Αλπεις, θα πετούσε τα όπλα του και θα διελύετο… Αλλά εσείς οι Ελληνες , με τα πενιχρά μέσα, αντισταθήκατε και δεν μας επιτρέψατε τη διάβαση… Η συνθηκολόγησή σας δεν είναι απόρροια ήττας, αλλά συνέπεια κατάρρευσης του Σερβικού μετώπου…».
Ο Σχης Φον Γκρόνεκ , διοικητής μηχανοκίνητης μονάδας , είπε τα ακόλουθα στον Ελληνα στρατηγό ΟΙκονομάκο:
«Η άμυνα των Ελληνικών Στρατευμάτων στην Ανατολική Μακεδονία ήταν τοιαύτη ώστε εξηναγκάσθημεν να αντικαταστήσωμε τρείς φοράς τας μονάδας επιθέσεώς μας. Και εχρησιμοποιήσαμε Αυστριακούς Αλπινιστάς και μονάδας εφόδου. Τελικώς δεν κατορθώσαμε να καταλάβωμε την οχυρωμένην γραμμήν , παρά μόνον μετά την συνθηκολόγησιν , ύστερα από την πτώσιν της Θεσσαλονίκης».
Ο Πάουλ Χάσσε, ένας ακόμα Γερμανός Στρατηγός, σε άρθρο του σε Γερμανική εφημερίδα και υπό τον τίτλον «ΟΙ ΑΝΔΡΕΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ» , έγραφε μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Το Σύνταγμά μας είχε πείραν διασπάσεως οχυρών γραμμών εκ των προηγουμένων εκστρατειών μας. Αλλά μονάχα οι Ελληνες ημύνθησαν , παρά την υπεροπλίαν μας εις έμψυχον και άψυχον υλικόν.Και ημύνθησαν με σκληρόν φανατισμόν , ανάλογον του οποίου δεν είχον συναντήσει οι Γερμανοί στρατιώτες εις ουδεμίαν από τας προηγουμένας εκστρατείας μας. Εφ΄όσον και ένας Ελλην στρατιώτης παρέμενεν ζωντανός εις την θέσιν του, επυροβόλει…».
Και ένα ελάχιστο αλλα αξιοσημείωτο απόσπασμα από την Ημερησίαν Διαταγήν του Στρατάρχη Φον Λϊστ:
« Οι Ελληνες υπερασπίσθησαν γενναίως την πατρίδα τους και συνιστώ εις τους Γερμανούς να τους μεταχειρισθούν όπως αξίζει εις γενναίους στρατιώτας…».
Τέλος και αυτός ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ, σε λόγο του στο Ράϊχσταγκ την 4η Μαίου 1941, μετά τη λήξη της επιχείρησης ΜΑΡΙΤΑ και αφού βεβαίως είχε καταληφθεί και η Ελληνική πρωτεύουσα και ολόκληρη η Ηπειρωτική Ελλάδα ήταν ήδη υπό κατοχικό καθεστώς και επομένως δεν είχε ο Χίτλερ κανένα λόγον να μας «καλοπιάσει», είπε και τα ακόλουθα:
«Για τον Γερμανό Στρατιώτη τίποτε δεν είναι αδύνατον… Η ιστορική δικαιοσύνη όμως με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι από τους αντιπάλους που έλαβαν τα όπλα εναντίον μας , ιδιαίτερα ο Ελλην στρατιώτης επολέμησεν επίσης με ύψιστον ηρωϊσμόν και αυτοθυσίαν. Συνθηκολόγησε μόνον όταν η περαιτέρω αντίσταση ήταν αδύνατη και επομένως μάταιη. Ο Ελληνικός λαός αγωνίσθηκε τόσον γενναία ώστε και αυτοί οι εχθροί του δεν μπορούν να αρνηθούν την προς αυτόν εκτίμηση. Εξ όλων των αντιπάλων που μας αντιμετώπισαν μόνον ο Ελληνας στρατιώτης επολέμησε με παράτολμο θάρρος και ύψιστη περιφρόνηση προς τον θάνατο…».
Είναι αξιοσημείωτο εν προκειμένω ΄το γεγονός ότι περαιτέρω διατάχθηκε από τον ίδιο το Χίτλερ η απελευθέρωση όλων των αιχμαλώτων Ελλήνων στρατιωτικών , τη στιγμή κατά την οποίαν αυτή η ευμένεια (της απελευθέρωσης αιχμαλώτων πολέμου) δεν επιδείχθηκε σε κανέναν ως τότε στρατιωτικό άλλων κατακτημένων ως τότε Ευρωπαϊκών χωρών…
Μια όμως ακόμα αδιάσειστη απόδειξη αυτού του υψηλού βαθμού της Ελληνικής αντίστασης στα Μακεδονικά οχυρά μας είναι και το γεγονός ότι η Γερμανική διοίκηση θεώρησε όλους τους μαχητές της ως ηρωες στον αγώνα τους κατά των Ελλήνων , για πρώτη φορά στα μέχρι τότε χρονικά του Β.Π.Π. Αλλά ακόμη και το γεγονός της παρασημοφόρησης πολλών Γερμανών Αξιωματικών και Υπαξιωματικών και ακόμη και αυτή η ίδια η αιτιολογία των παρασημοφορήσεων αυτών αποτελεί άλλη μια απόδειξη του σκληρότατου αγώνα τον οποίον εξαναγκάσθηκαν να διεξαγάγουν εναντίον των Ελλήνων στρατιωτών…
Ετσι , όλως ενδεικτικά θα αναφερθούμε:
Στον Σχη Μπενκεμαν , ο οποίος έλαβε το ανώτατο Γερμανικό παράσημο , επειδή «επί κεφαλής τμήματος της Μονάδος του κατόρθωσε να προχωρήσει κάτω από συνεχή και σφοδρότατα Ελληνικά πυρά…»!!…
Στον Τχη Γκύντερ Χόφμαν Σάϊνμπορν , ο οποίος παρασημοφορήθηκε επειδή «… οδήγησε την πυροβολαρχία του σε ανοιχτή θέση που αποτέλεσε έτσι στόχο σφοδρότατης βολής εκ μέρους των Ελλήνων και με τη γενναία του αυτή προσωπική πράξη κατάφερε να καλύψει επίθεση του Γερμανικού Πεζικού…»!!..
Στον Υπλγό Γιόχαν Ράστ , ο οποίος έλαβε τον Γερμανικό Πολεμικό Σταυρό επειδή «… ενήργησε επίθεση εναντίον οχυρωμένων Ελληνικών Τμημάτων…»!!…
Ακολούθησαν και οι παρασημοφορήσεις του Λγού Αλμπερτ Γκάουν, του Επιλοχία Βάλτερ Μάγερ, του Τχη Ελμπιν Ες, του Λγού Φρόντυ Παράϊμερ, του Λγού Χάϊνριχ Νίτσε,, του Λγού Χέρμπερτ ΡάΪτερ, του Υπλγού Αλμπερτ Ορισιγκ και άλλων, οι οποίοι παρασημοφορήθηκαν «…ως άνδρες ικανοί για εξαιρετικές πράξεις στο πεδίο της μάχης…»!!…
Τέλος αξίζει νομίζω να αναφερθούμε και στα σχόλια των Βρεταννών συμμάχων μας, εκ των οποίων ο μέν τότε Πρωθυπουργός Ουίονστων Τσώρτσιλ είπε τη γνωστή φράση ότι «μέχρι τώρα λέγαμε ότι οι Ελληνες πολεμούν σαν ήρωες και από τώρα και στο εξής θα λέμε ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Ελληνες …», ο δε τότε Υπουργός των Εξωτερικών της Βρετανίας Σερ Αντονυ Ηντεν είπεν ότι «εμείς οι Αγγλοι δεν θα λησμονήσωμεν την ενθάρρυνση και την παρηγοριά που μας δώσατε κατά τας αγωνιώδεις ώρας του πολέμου…»…
Και σε ό,τι αφορά στην τότε Σοβιετική Ενωση, διαβάζουμε στα απομνημονεύματα του Σοβιετικού Στρατάρχη Γκεόργκι Ζούκωφ ότι :
«Αν ο Ρωσσικός Λαός κατόρθωσε να ανορθώσει το κουρασμένο κορμί του μπροστά στις πόρτες της Μόσχας , να συγκρατήσει και να νανατρέψει τον Γερμανικό χείμαρρο, το οφείλει στον Ελληνικό Λαό, που καθυστέρησε τις Γερμανικές Μεραρχίες όλον τον καιρό που θα τους επέτρεπε να μας γονατίσουν.Η γιγαντομαχία της Κρήτης που επακολούθησε , υπήρξε το αποκορύφωμα της Ελληνικής προσφοράς…».
Αλλά ακόμα πιο επίσημη αναγνώριση ηρθε και από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Μόσχας , που εκτίμησε ότι :
«Πολεμήσατε άοπλοι εναντίον πανόπλων και ενικήσατε…
Πολεμήσατε μικροί εναντίον μεγάλων και επικρατήσατε…
Δεν ήταν δυνατόν να γίνει διαφορετικά , γιατί είστε Ελληνες…
Χάρις εις την θυσίαν σας εμείς οι Ρώσσοι εκερδίσαμε χρόνο για να αμυνθούμε…».
Αγαπητοί φίλοι και φίλες,
Τα όσα διαδραματίσθηκαν πάνω στα οχυρά μας τον Απρίλη εκείνον του 41, συνιστούν αδιαφιλονίκητες Εθνικές και Ιστορικές αξίες.
Και αυτό γιατί σε ό,τι αφορά στα οχυρά μας αυτά δεν υπήρξαν κάποιες απλές νησίδες, αποκομμένες , μέσα στη μεγάλη , πολυσέλιδη Ελληνική Ιστορία, αλλά μια ιστορικά αδιάκοπη συνέχεια Ελλαδικών τόπων θυσιών και ολοκαυτωμάτων, από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα…
Αλλά και ακόμη σε ό,τι αφορά και στους υπερασπιστές αυτών των οχυρών, αυτοί ήσαν οι εθελοντές μιάς εκστρατείας όχι για την ανακάλυψη κάποιων νέων τρόπων ζωής, αλλά για την επανάληψη και τη διαιώνιση του διαχρονικού χρέους που μας δίδαξαν οι Θερμοπύλες και ο Λεωνίδας με τους 300 και όλοι οι μετέπειτα απόγονοί τους , που φύλαξαν και αυτοί κάποιες «Θερμοπύλες» μέσα στη μακραίωνη Ελληνική Ιστορία .
Οφείλουμε λοιπόν κάθε τιμή και δόξα προς όλους εκείνους που πάντοτε αγωνίσθηκαν «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι».
Χειροκροτήστε αυτούς τους ήρωές μας , που εξακολουθούν ακόμα να κινούνται σεμνά ανάμεσά μας , αλλά και υποκλιθείτε στην ιερή μνήμη των νεκρών ηρώων-αγωνιστών μας…
ΠΗΓΗ:https://www.militaire.gr/i-nazistiki-eisvoli-stin-ellada-stis-6-aprilioy-1941-i-elliniki-antistasi-kai-o-lochias-itsios/