Η εξίσωση του νόμιμου κράτους με το καθεστώς κατοχής

28/12/2025

γράφει η Μαριλένα Μιχαήλ

Μήπως συνηθίσαμε την κατοχή; Ομοσπονδία ή μεταμφιεσμένη διχοτόμηση;

Με αφορμή την επίσκεψή του στο Παρίσι, τη Δευτέρα, 15 Δεκεμβρίου, ο Προέδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας παραχώρησε συνέντευξη στη γαλλική εφημερίδα “Le Figaro”, στον κ. Théo Sivazlian, με τίτλο: “Νίκος Χριστοδουλίδης: Χρειάζεται μια ομοσπονδία μεταξύ του Βορρά και του Νότου της Κύπρου” (‘‘Nikos Christodoulides : Il faut une fédération entre le nord et le sud de Chypre”).

Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας επισκέφθηκε τη γαλλική πρωτεύουσα στο πλαίσιο της σύναψης στρατηγικής συνεργασίας με τη Γαλλία μιαν ανάσα πριν από την ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1η Ιανουαρίου 2026 από την Κύπρο. Στόχος της εν λόγω εταιρικής σχέσης είναι η ενίσχυση και η δομή των διμερών σχέσεων, ιδίως στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας, της καινοτομίας, του εμπορίου, του πολιτισμού και της εκπαίδευσης. Πρόκειται για μια πενταετή συμφωνία, η οποία θα ισχύει έως το 2030, ενώ οι Υπουργοί Εξωτερικών της Γαλλίας και της Κύπρου θα συναντιούνται έτσι ώστε ν’ αξιολογούν την πρόοδο αυτής της συνεργασίας.

Στη συνέντευξη, ο Πρόεδρος απάντησε σε σειρά ερωτημάτων που αφορούσαν, μεταξύ άλλων, και το Κυπριακό. Μια συνέντευξη δεν διαθέτει νομική ισχύ, διαθέτει αναμφίβολα όμως πολιτικό και διπλωματικό βάρος, καθώς αποτυπώνει τις θέσεις τής Κυβέρνησης και την κατεύθυνση της κυπριακής εξωτερικής πολιτικής όταν αυτές εκφράζονται από τον αρχηγό του κράτους.

Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί ο τίτλος της συνέντευξης, η επιλογή του δεν είναι απλώς ζήτημα δημοσιογραφικής αμεσότητας αλλά αποκτά βαρύνουσα σημασία όταν αποδίδεται λόγος στον ανώτατο πολιτειακό αξιωματούχο ενός κράτους. Στην προκειμένη περίπτωση, “Βορράς και Νότος της Κύπρου” δημιουργεί ερωτήματα ως προς το μήνυμα που εκπέμπεται διεθνώς.

Ο Πρόεδρος, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με μια ενδεχόμενη ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, επισήμανε ότι εάν υπήρχε η δυνατότητα υποβολής αίτησης και θετικής ανταπόκρισης απ’ όλα τα κράτη μέλη, η Κυπριακή Δημοκρατία θα το έπραττε άμεσα, το βέβαιο βέτο της Τουρκίας όμως αποτελεί καθοριστικό εμπόδιο.

Παράλληλα, αναφέρθηκε στις πρόσφατες εξελίξεις στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι η στάση του νέου ηγέτη διαφοροποιείται από εκείνην του προκατόχου του, καθώς δεν έχει ταχθεί δημόσια υπέρ της λύσης δύο κρατών.

Η δήλωση, ωστόσο, που φαίνεται να ενέπνευσε τον τίτλο του άρθρου αφορά τη θέση της Κυβέρνησης ότι η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων θα πρέπει να βασιστεί στη δημιουργία διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, σημείο εκκίνησης για τις οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις. Πρόκειται για θέση που έχει επιβεβαιωθεί επανειλημμένα από την παρούσα πολιτική ηγεσία αλλά και από άλλους αρχηγούς κομμάτων.

Εύλογα, όμως, τίθεται το ερώτημα κατά πόσον η συγκεκριμένη ορολογία και προσέγγιση γίνονται αντιληπτές από την κυπριακή κοινωνία στο σύνολό της. Από τους εκτοπισμένους που στερήθηκαν τις περιουσίες και τα σπίτια τους έως τις νεότερες γενιές που μεγάλωσαν υπό το καθεστώς της κατοχής βλέποντας τις σημαίες του εισβολέα στον Πενταδάκτυλο, η λέξη “ομοσπονδία” δεν αποτελεί έναν ουδέτερο, τεχνικό όρο, αλλά μια έννοια με βαθύ ιστορικό και συναισθηματικό φορτίο.

Η χρήση των όρων “βορράς” και “νότος” δημιουργεί την εντύπωση δύο ισότιμων οντοτήτων! Πρόκειται για άρθρο διεθνούς εμβέλειας, που αποσκοπεί στην ευαισθητοποίηση του Γάλλου αναγνώστη, η επίτευξη της οποίας μοιάζει αμφίβολη καθώς μικρή μερίδα Γάλλων γνωρίζουν το κυπριακό ζήτημα, και όσοι ξέρουν την Κύπρο νομίζουν με απλοϊκό τρόπο ότι πρόκειται για το νησί που είναι μισό τουρκικό και μισό ελληνικό.

Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι σαφής. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ένα διεθνώς αναγνωρισμένο, κυρίαρχο κράτος, ενώ το κατεχόμενο τμήμα του νησιού αποτελεί έδαφος υπό στρατιωτική κατοχή. Σημειωτέον ότι, κατά την ένταξή της στην ΕΕ το 2004, η νήσος Κύπρος εντάχθηκε ολόκληρη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι που ισχυροποιεί ακόμη περισσότερο την αλήθεια: ότι ολόκληρη η έκταση του νησιού αποτελεί έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το να θέτουμε σε ισότιμη θέση το νόμιμο κράτος με μια παράνομη οντότητα, η οποία είναι πλήρως εξαρτημένη από την Τουρκία, και αναγνωρίζεται αποκλειστικά από αυτήν, δεν συνάδει ούτε με το διεθνές δίκαιο ούτε με τα ιστορικά δεδομένα.

Αξίζει ν’ αναφερθούμε στο διεθνές δίκαιο, βάσει του οποίου η ανακήρυξη ανεξαρτησίας δεν αρκεί για τη δημιουργία κράτους. Η αυτοαποκαλούμενη “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου” αποτελεί μιαν αποσχιστική οντότητα. Βάσει του διεθνούς δικαίου απαιτείται πέραν του ενός πληθυσμού σε μια συγκεκριμένη περιοχή, ανεξάρτητη κυβέρνηση και διεθνής αναγνώριση, στοιχεία που απουσιάζουν πλήρως από το αυτοανακηρυχθέν καθεστώς στο κατεχόμενο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι διεθνώς απομονωμένο, εξαρτάται οικονομικά εξολοκλήρου από την Τουρκία και δεν έχει διμερείς σχέσεις με κανένα κράτος στον κόσμο. Επιπλέον, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, τα κράτη που υπόκεινται σε αυτό έχουν τη νομική υποχρέωση μη αναγνώρισης οντοτήτων που προκύπτουν από σοβαρές παραβιάσεις διεθνούς δικαίου, όπως το έγκλημα της επίθεσης που ορίζεται ως η χρήση ένοπλης βίας εναντίον της κυριαρχίας, της εδαφικής ακεραιότητας ή της πολιτικής ανεξαρτησίας άλλου κράτους σύμφωνα με τον ΟΗΕ.

Αυτός o “βορράς” είναι κατεχόμενο τμήμα του εθνικού εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενός κυρίαρχου κράτους, αναγνωρισμένου από το διεθνές δίκαιο. Αυτό το παράνομο αυτοαποκαλούμενο καθεστώς παρουσιάζεται εμμέσως ως ομόλογο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μια οντότητα που εξαρτάται πλήρως από την Τουρκία και που δεν αποτελεί κράτος. Αυτή η ορολογία είναι παραπλανητική, η Κύπρος δεν είναι χωρισμένη, δεν αποτελείται από δύο διαφορετικά μέρη, η Κύπρος είναι μία και αδιαίρετη. Αυτό τροφοδοτεί κατά κάποιον τρόπο το επιχείρημα υπέρ της λύσης των δύο κρατών που επιθυμεί και στηρίζει ανοιχτά η Τουρκία.

Υπό το πρίσμα αυτό, είναι λοιπόν λογικό ν’ αναρωτηθούμε γιατί θα θέλαμε να μετατρέψουμε την Κυπριακή Δημοκρατία, που σήμερα είναι ένα ενιαίο κράτος, σε ομοσπονδιακό κράτος και, κυρίως, σε ένα κράτος διζωνικό και δικοινοτικό, δύο ζωνών και δύο κοινοτήτων, και αν αυτό θα οδηγούσε, έμμεσα ή άμεσα, στη νομιμοποίηση της κατοχής και της διχοτόμησης, και έτσι μεταδίδεται το εξής μήνυμα: ότι δεν είμαστε σε θέση να ζήσουμε όλοι μαζί, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι. Η ανησυχία αφορά το μέλλον της Κύπρου, ενός κυρίαρχου κράτους, και την προοπτική μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης.

Επιπλέον, πρέπει ν’ αναρωτηθούμε αν μια “ομοσπονδία μεταξύ Βορρά και Νότου” δεν θα ήταν απλώς μια μεταμφιεσμένη διχοτόμηση. Η ιδέα της διχοτόμησης χρονολογείται από πολύ παλιότερα. Συγκεκριμένα, το 1956, υπήρξε δημοσίευμα στους “New York Times”: “Partition plan: the British consider division of Cyprus into a Turkish zone and a Greek area”, με χάρτη της Κύπρου, όπου η διχοτόμηση της Κύπρου είναι κάθετη και όχι οριζόντια όπως τη σημερινή κατάπαυση του πυρός και, ενδεχομένως, με βάση το συμφωνημένο πλαίσιο, ζώνη υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση.

Η ειρηνική συνύπαρξη Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων υπήρξε ιστορική πραγματικότητα επί αιώνες. Το ερώτημα, επομένως, δεν είναι αν μπορούμε να ζήσουμε μαζί, αλλά ποιο πολιτικό πλαίσιο διασφαλίζει πραγματικά την ενότητα, τη δικαιοσύνη και την κυριαρχία της Κύπρου. Η επίκληση της διεθνούς στήριξης, και ειδικότερα του ΟΗΕ, δεν θα έπρεπε ν’ αποκλείει τη διεκδίκηση ενός πιο δίκαιου και ουσιαστικού αποτελέσματος.

Σε τελική ανάλυση, η Κυπριακή Δημοκρατία καλείται να σταθμίσει αν η προτεινόμενη αφετηρία των διαπραγματεύσεων υπηρετεί πράγματι την ειρήνη ή αν εγκυμονεί τον κίνδυνο μιας καμουφλαρισμένης διχοτόμησης. Ο κυπριακός λαός αξίζει μια λύση που να εγγυάται ελευθερία, ενότητα και διαρκή ειρήνη, χωρίς στρατεύματα κατοχής και χωρίς αμφισβήτηση της κρατικής του υπόστασης.

ΠΗΓΗ:https://simerini.sigmalive.com/article/2025/12/28/e-exisose-tou-nomimou-kratous-me-to-kathestos-katokhes/