του Χρύσανθου Τσουρούλλη
18 Δεκ 2016
H ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ, Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΤΙ ΘΑ ΠΕΙ;
Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν φαντάζεται τον εαυτό του στην ίδια αίθουσα με αυτούς που «δεν είναι εντάξει»
– Θα αρκεστεί η Λευκωσία στην Ε.Ε. και τι θα γίνει με τα Μόνιμα Μέλη;
– Θα επιμείνει ο Α. Τσίπρας σε «ικανοποιητική προεργασία» πριν από τη Γενεύη;
– Υπάρχει και «οδικός χάρτης» μετά τις 12 Ιανουαρίου;
Αμέσως ξεκίνησε συζήτηση και ήρθε και η αμφισβήτηση. Εάν στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αναφέρεται «Κύπρος» ή «Κυπριακή Δημοκρατία». Αλλά, αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πήρε εκείνο που ήθελε. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δηλώνει πρόθυμη και έτοιμη να συμμετάσχει στη διάσκεψη της Γενεύης, όπως ήταν ο στόχος της ελληνικής πλευράς.
Από αυτή την άποψη ο Νίκος Αναστασιάδης γράφει μια σημαντική επιτυχία. Την είχε πράγματι ανάγκη μετά την ομοβροντία που αντιμετώπισε εξαιτίας της «μοιραίας» νύχτας με το δείπνο.
Τι σημαίνει η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου
Εφόσον το δεχτεί η τουρκική πλευρά, από την ώρα που θα είναι εκεί η Ε.Ε., τότε δεν μιλάμε πια για «πενταμερή» διάσκεψη. Φαίνεται να ήταν μάταιος ο «θόρυβος» που έκανε τόσο καιρό η αντιπολίτευση.
Από το περιβάλλον του Προεδρικού δήλωναν ιδιαίτερη ικανοποίηση και για δυο πρόσθετους λόγους. Πρώτον, στο κείμενο των «28» γίνεται σαφής αναφορά ότι η Κύπρος είναι και θα παραμείνει κράτος-μέλος της Ε.Ε. και αυτό είναι μια σαφής τοποθέτηση για τη μετεξέλιξη του σημερινού κράτους. Δεύτερο, στο κείμενο υπάρχει καθαρή αναφορά σε συμμετοχή της Ένωσης στη διάσκεψη (participate). Αυτό απαντά στους φόβους ότι η Ε.Ε. θα είχε ρόλο «παρατηρητή», όπως ισχυριζόταν και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί.
Εξάλλου, μας επισημαίνουν ότι μέσα στο λιτό κείμενο των «Συμπερασμάτων» έχει σημασία και η εξήγηση γιατί συμμετέχει η Ε.Ε. στη διάσκεψη. Γράφει καθαρά ότι η Ένωση θα συμμετέχει, επειδή η Κύπρος είναι και θα παραμείνει κράτος-μέλος. Επομένως και η συμμετοχή και συνεισφορά της ενωμένης Ευρώπης στη διάσκεψη θα σχετίζεται ακριβώς με το ότι μιλούμε για κράτος-μέλος. Άρα το περιεχόμενο της λύσης θα πρέπει να συμφωνεί με όσα προβλέπονται για κράτη-μέλη, υπογραμμίζουν στελέχη από την Πινδάρου. Ενώ μια ακόμα ερμηνεία είναι ότι μετά την τοποθέτηση της Φ. Μογκερίνι δεν υπάρχει χώρος για εγγυήσεις «τρίτων χωρών».
Έτοιμες βαλίτσες ο Γιούνκερ – ρώτησε όμως τον Ερντογάν;
Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν έχει διευκρινιστεί με ποιον τρόπο θα υλοποιηθεί η συμμετοχή της Ε.Ε. Άλλοι είπαν με τη Φ. Μογκερίνι, άλλοι με τον Ζ. Κ. Γιούνκερ, άλλοι και με τους δύο μαζί. Πάντως μετά τη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο κ. Γιούνκερ δήλωνε ότι έχει έτοιμες τις… βαλίτσες για Γενεύη. Ενώ πρόσθετες πληροφορίες φέρουν και την ίδια τη «σιδηρά κυρία», την Καγκελάριο Α. Μέρκελ να επιθυμεί να είναι στη διάσκεψη, χωρίς όμως εξηγήσεις για το πώς θα μπορεί να γίνει αυτό.
Απέναντι σε όλα αυτά θα πρέπει, όμως, να δούμε την αντίδραση της τουρκικής πλευράς. Αυτή τη φορά εννοούμε βέβαια τον Ταγίπ Ερντογάν και όχι τον Τουρκοκύπριο ηγέτη. Θα δεχτεί ο ισχυρός άντρας της Άγκυρας να βρεθεί στην ίδια αίθουσα διαπραγματεύσεων με την ευρωπαϊκή ηγεσία και να συζητήσει για την Κύπρο και την ασφάλεια;
Διπλωματικοί κύκλοι εξέφραζαν αμφιβολίες, τονίζοντας ότι πέραν από τους πάγιους λόγους που έχει η Τουρκία να το αρνείται, σε αυτή την περίοδο που η Άγκυρα έχει μπει σε «ανοιχτό πόλεμο» με τις Βρυξέλλες γίνεται ακόμα πιο δύσκολο κάτι τέτοιο.
Άλλες πληροφορίες λένε ότι ακόμα και οι Αμερικανοί μπορεί να ευνοούν ή τουλάχιστον θα μπορούσαν να δεχτούν την παρουσία της Ένωσης στην κυπριακή διάσκεψη. Ο λόγος είναι, σύμφωνα με μιαν ανάλυση, ότι έτσι ελπίζουν να ανατρέψουν το ενδεχόμενο να επιμένει η Λευκωσία για συμμετοχή των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Διότι δεν έχουν καμία διάθεση να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με τη Ρωσία και την Κίνα.
Τα καλά και τα κακά νέα – τι ήθελε να πει ο Πρόεδρος και τι εννοούσε ο Ά. Κυπριανού
Αν όμως αυτά είναι τα καλά νέα, τα κακά νέα για το Προεδρικό είναι ότι οι διαπραγματεύσεις που γίνονται εδώ στη Λευκωσία ανάμεσα στον Μαυρογιάννη και τον Ναμί δεν προχωρούν καθόλου. Πληροφορίες από το περιβάλλον των διαπραγματεύσεων μας λένε ότι αυτό το «μοτίβο» θα συνεχιστεί μέχρι την αρχή του νέου χρόνου. Φαίνεται να επαληθεύεται ο φόβος ότι, από την ώρα που έχει τις «ημερομηνίες» στο χέρι, η τουρκική πλευρά δεν ενδιαφέρεται να κλείσει τα κεφάλαια. Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα τι θα γίνει αν φτάσει η ώρα της διάσκεψης, ενώ μένουν ανοιχτά πολλά ζητήματα.
Υπάρχει και εκείνη η σιβυλλική δήλωση που έκανε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε συνέντευξη στο «Σίγμα», όταν είπε ότι η 12η Ιανουαρίου δεν θα είναι υποχρεωτικά το τέλος του δρόμου. Πρώτη φορά ακούστηκε κάτι τέτοιο. Σημαίνει άραγε ότι μπορεί να συνεχιστούν και μετά οι διαπραγματεύσεις; Μέχρι τώρα υπήρχε η εντύπωση ότι, αφού θα είχαν κλείσει όλα τα άλλα θέματα, στη διεθνή διάσκεψη θα έμενε να συμφωνηθεί το θέμα της ασφάλειας για μια συνολική συμφωνία. Μετά υποτίθεται ότι θα έμεναν διαδικαστικά θέματα και κάποιες τεχνικές ρυθμίσεις.
Αυτό που είπε, όμως, ο Πρόεδρος, αν το ερμηνεύουμε σωστά, μπορεί να καλύπτει την ανάγκη να συνεχιστούν και μετά οι διαπραγματεύσεις, αφού ακόμα θα μένουν κενά. Μπορεί να δίνει σιγουριά ότι δεν θα έχει κενά η τελική συμφωνία, αλλά αφαιρεί και τη «σιγουριά» μιας τελικής κατάληξης στη Γενεύη.
Παρόμοιες απορίες προκαλεί και σχόλιο που έκανε ο γ.γ. του ΑΚΕΛ σε ραδιοφωνική παρέμβασή του. Ο κ. Ά. Κυπριανού είπε «τώρα να δούμε αν και πότε θα γίνει η διεθνής διάσκεψη». Με ποια λογική θεωρεί ότι δεν είναι γνωστό το «πότε», αφού έχει ορισθεί ημερομηνία; Αναφερόταν άραγε στην αβεβαιότητα που δημιουργείται από την επιδίωξη του Έλληνα Πρωθυπουργού να υπάρξει προεργασία με την Τουρκία, για να διασφαλίσει πιθανότητες επιτυχίας, προτού πάει στη διάσκεψη; Πάντως, η απόφαση για αναβολή της εναρκτήριας τελετής για την ανάληψη της προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από τη Μάλτα λογικά δεν φαίνεται να αφήνει περιθώρια να μη γίνει η διάσκεψη στις 12 Ιανουαρίου.
Επανέρχεται κίνδυνος «ενδιάμεσης»; Στα κατεχόμενα όμως «κίνδυνος PIMCO»
Κάποια από τα ερωτηματικά που παραμένουν, όπως π.χ. εκείνα του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας, αλλά ακόμα και η ετοιμασία συνταγμάτων και ομοσπονδιακών νομοθεσιών θα μπορούσε να σημαίνουν ότι μετά τις 12 Ιανουαρίου θα συνεχιστεί η διαπραγμάτευση. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει, βέβαια, ότι εκεί στη Γενεύη θα υπάρξει έστω και μια «μίνιμουμ» συμφωνία. Τότε, όμως, δεν θα πρόκειται για «ενδιάμεση συμφωνία», η οποία κατά την ελληνική πλευρά ανοίγει τον κίνδυνο στη συνέχεια η Τουρκία να κωλυσιεργήσει, κρατώντας μόνον αυτή την «ενδιάμεση»;
Παρεμπιπτόντως, δεν ξέρω πώς θα ένιωθα αν ήμουν Τουρκοκύπριος και άκουγα αυτό που ακούστηκε αυτές τις μέρες. Ότι δηλαδή ένας οίκος, όπως η PIMCO ή η Blackrock, θα πρέπει να εξετάσει τις τράπεζες που υπάρχουν στα κατεχόμενα. Το προηγούμενο του 2012 πρέπει να δημιουργεί φόβο και δέος.
Το περίεργο, όμως, είναι ότι ακόμα και αν μπουν τέτοιες προϋποθέσεις και κάποιος διαγνωστικός έλεγχος κεφαλαίων στο τραπεζικό σύστημα, θα χρειαστούν αρκετοί μήνες και όχι μερικές εβδομάδες.
Ο Μπαν Κι Μουν, ο Αντόνιο Γκουτέρες και οι προσκλήσεις
Προς το παρόν οι ημερομηνίες υπάρχουν και η διάσκεψη θα γίνει. Μέχρι τότε θα πρέπει, όμως, τα Ηνωμένα Έθνη να απευθύνουν πρόσκληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για να συμμετάσχει. Θα το πράξουν; Και, αν γίνει κάτι τέτοιο, πώς θα αντιδράσει η τουρκική πλευρά; Θα ζητήσει ο Γενικός Γραμματέας τη συναίνεση των δυο πλευρών; Και αν τυχόν αρνηθεί η τουρκική πλευρά, τι θα κάνει τότε η ελληνική πλευρά;
Αν όμως η Ε.Ε. είναι το ένα πρόσθετο μέρος, υπάρχει ακόμα και το ζήτημα της συμμετοχής των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Θα τα προσκαλέσει ο κ. Μπαν Κι Μουν ή μήπως ο διάδοχός του; Θα ζητήσει η ελληνική κυπριακή πλευρά από τον Γενικό Γραμματέα να καλέσει τα μόνιμα μέλη; Και αν το ζητήσει, τότε ο Γ.Γ. θα αποταθεί και στην τουρκική πλευρά για τη σύμφωνη γνώμη της; Μπορεί, όμως, κανείς να αρνηθεί στα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας να συμμετάσχουν σε μια διάσκεψη, όπου θα λυθεί το Κυπριακό στη βάση των δικών τους αποφάσεων;
Οι επόμενες μέρες και εβδομάδες θα είναι πολύ καθοριστικές. Μένει να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα, αλλά και να ξεκαθαρίσει το ζήτημα μιας προπαρασκευαστικής διμερούς συνάντησης των ηγετών της Ελλάδας και της Τουρκίας. Εάν υποθέσουμε ότι θα γίνει μια τέτοια συνάντηση, υπάρχει η περίπτωση ο Τ. Ερντογάν να δείξει στον Α. Τσίπρα ότι υπάρχει περιθώριο συνεννόησης και έδαφος για μια συμφωνία χωρίς εγγυήσεις; Και τι θα πράξει ο Έλληνας Πρωθυπουργός, εάν διαπιστώσει ότι ο Τούρκος Πρόεδρος απλώς θα επιμείνει απόλυτα, όπως κάνει εδώ και καιρό; Τι θα κάνει ο κ. Τσίπρας, αν ο Ερντογάν του θέσει θέμα ότι η Τουρκία θέλει και μερικά… νησιά;
Τα μεγάλα ερωτήματα και οι απαντήσεις της Γενεύης
Υποθετικά, όμως, και αν ξεπεραστούν όλες οι πιο πάνω δυσκολίες, τότε μπαίνουν τα πραγματικά ερωτήματα μιας διαπραγμάτευσης στη Γενεύη.
Πρώτα απ’ όλα, πώς θα χειριστεί ο Πρόεδρος και η δική μας πλευρά το γεγονός ότι το πιθανότερο είναι να φτάσουν εκεί στη Γενεύη διάφορα ανοιχτά θέματα; Στη διακυβέρνηση, στις μελλοντικές ιθαγένειες, στο περιουσιακό, στις διεθνείς συμβάσεις, στην οικονομία κ.ο.κ.
Ένα δεύτερο βασικό ερώτημα είναι αν τελικά η τουρκοκυπριακή πλευρά θα θελήσει να κλείσει μέχρι τις 11 Ιανουαρίου το εδαφικό και να υπάρξει κατάληξη και χάρτης. Ή μήπως θα επιμείνει και πάλι να παραδώσει απλώς τον δικό της χάρτη, αλλά η συζήτηση να γίνει στη διάσκεψη με την παρουσία της Τουρκίας; Τι θα έκανε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σε μια τέτοια περίπτωση;
Ενώ το μεγάλο θέμα είναι, σε περίπτωση που δεν έχει ξεκαθαρίσει προηγουμένως, εάν η Τουρκία θα αποδεχτεί μια συμφωνία που θα τερματίζει τα επεμβατικά της δικαιώματα και τις εγγυήσεις. Εάν τελικά αρνηθεί να το κάνει, ποια θα είναι η θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας; Και ποια μπορεί να είναι η θέση της Ελλάδας, που μέχρι τώρα έχει τοποθετηθεί πολύ καθαρά;
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατέθεσε από τον Σεπτέμβριο πρόταση για τα θέματα της ασφάλειας και της αποχώρησης του κατοχικού στρατού, τόσο κατά τη μεταβατική περίοδο όσο και στη συνέχεια, μετά την πλήρη εφαρμογή της λύσης. Εναλλακτική πρόταση για το αναχρονιστικό και απαράδεκτο σύστημα των εγγυήσεων έχει επεξεργαστεί και καταθέσει και το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών. Θα μπουν, άραγε, σοβαρά σε συζήτηση αυτές οι προτάσεις; Μέχρι στιγμής δεν έχουμε ακούσει την παραμικρή τοποθέτηση, ούτε και σχόλιο από την τουρκική πλευρά.
Τα αν και τα εφόσον σε μια ακόμα «τελική ευθεία»
Στην περίπτωση που ο Ταγίπ Ερντογάν θα επιμείνει να απαιτεί εγγυήσεις και δικαιώματα στην Κύπρο, όπως μας έχει προδιαθέσει, ποια θα είναι η αντίδραση της Ε.Ε. ή κάποιων άλλων διεθνών παραγόντων, που μέχρι τώρα υποστήριζαν ότι πρέπει να καταργηθούν οι εγγυήσεις;
Μάλλον δεν μπορεί κανένας να επιβάλει στην Τουρκία, εαν δεν το θέλει, να εγκαταλείψει την αξίωση για εγγυήσεις. Τι θα γίνει σε τέτοια περίπτωση; Θα αρχίσουν οι συμβιβαστικές φόρμουλες;
Λίγο-πολύ έγιναν ήδη γνωστές «εναλλακτικές φόρμουλες», τις οποίες επεξεργάστηκε ο διεθνής παράγοντας. Υπάρχει, όμως, περίπτωση ο Πρόεδρος Αναστασιάδης να φέρει πίσω στη Λευκωσία κάποια συμφωνία που θα διατηρεί τις εγγυήσεις και θα παραπέμπει τη συζήτησή τους εκ νέου σε δεκαπέντε ή έστω σε δέκα χρόνια;
Και αν δεν είναι τελικά αυτή η «φόρμουλα», αλλά υπάρξει σενάριο, που ακούσαμε, για κάποια τουρκική στρατιωτική βάση, θα μπορούσε ο Πρόεδρός μας να συγκατανεύσει σε κάτι τέτοιο;
Κάποιοι έλεγαν στο παρελθόν ότι μια τελική διαπραγμάτευση θα ήταν να ανταλλάξει η ελληνική πλευρά πολιτικές εξουσίες και αρμοδιότητες έναντι εδάφους. Αν αληθεύει κάτι τέτοιο, τι είναι εκείνο που θα ανταλλάξει η ελληνική πλευρά για να «πάρει» τις εγγυήσεις;
Αφού διευκρινίσουμε ξανά ότι είναι πολύ σημαντικό να συμμετέχει η Ε.Ε. στη διάσκεψη και πάλι υπάρχει ένα πρόσθετο ερώτημα. Με ποιον τρόπο θα μπορούν είτε να ελέγξουν είτε να επηρεάσουν οι Βρυξέλλες τη συμφωνία, για να βεβαιωθούν ότι θα ταιριάζει με όσα προβλέπουν οι κανόνες και οι αρχές της ενωμένης Ευρώπης;