22/2/2024
Γράφει ο Άριστος Μιχαηλίδης
Είναι μεγάλη εύνοια της μοίρας για τον απειλούμενο με αφανισμό κυπριακό ελληνισμό να έχει έναν δικό του πολιτικό στην κυβέρνηση των Αθηνών. Κύπριο, που ξέρει από πρώτο χέρι την τραγωδία μας και μπορεί με τις παρεμβάσεις του να βοηθήσει στον αγώνα επιβίωσης της πατρίδας του.
Είχαμε παραδείγματα ιστορικά και φωτεινά. Όπως ο Λουκής Ακρίτας, βουλευτής Αθηνών και υφυπουργός Τύπου και Πληροφοριών στην Κυβέρνηση Απελευθερώσεως του Γεωργίου Παπανδρέου (1944), και υφυπουργός Παιδείας το 1964. Ο Λουκής Ακρίτας παρότι ενσωματώθηκε πλήρως στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, δεν ξέγραψε την Κύπρο. Αυτός ήταν που το 1951, ως μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, έθεσε για πρώτη φορά το ζήτημα της Κύπρου. Ήταν μέλος του Συμβουλίου της Κυπριακής Εθναρχίας στην Αθήνα και πρόβαλλε τον κυπριακό αγώνα μέσω της συμμετοχής του σε Επιτροπές των Ηνωμένων Εθνών τη δεκαετία του 1950, ενώ το 1954 ταξίδεψε στις ΗΠΑ ως μέλος της Διακομματικής Επιτροπής Διαφωτίσεως για το ζήτημα της Κύπρου.
Μετά είχαμε και τον Γιάννο Κρανιδιώτη. Κι αυτός ενσωματωμένος στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, ο οποίος δεν ησύχαζε μέχρι να βρει τρόπο να βοηθήσει την Κύπρο. Όταν εκλέγηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1981, ήταν σύμβουλός του για το Κυπριακό. Το 1994 και το 1997 έγινε υφυπουργός Εξωτερικών και αργότερα αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών. Από αυτές τις θέσεις αγωνίστηκε για την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και του ανήκει μεγάλο μέρος αυτής της ιστορικής επιτυχίας.
Τώρα, μας χαμογέλασε ξανά η μοίρα, αλλά με ένα χαμόγελο περίεργο, έως ύποπτο. Δεν ξέρουμε ακόμα αν είναι εύνοια ή κάτι άλλο. Έχουμε, όμως, ξανά έναν δικό μας στη μητρόπολη. Τον Χρήστο Στυλιανίδη. Και μάλιστα υπουργό για δεύτερη φορά, όχι υφυπουργό. Μια από τις σπάνιες φορές που τον είδαμε να ασχολείται με την Κύπρο ήταν ένας εφιάλτης.
Μιλούσε στη Βουλή των Ελλήνων, προχτές, για ένα άσχετο με την κατοχή ζήτημα (για το αν υπήρξε κυπριακή υποψηφιότητα για την θέση του Γ.Γ. του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού), και ως υπουργός Ναυτιλίας απαντούσε σε βουλευτές. Ξαφνικά του ήρθε να απαντήσει «ως Έλληνας της Κύπρου», έτσι το είπε, και μίλησε για τις κοινές μάχες Αθηνών και Λευκωσίας (για τον Ναυτιλιακό Οργανισμό) για να καταλήξει με το εξής: «Εάν κάποιοι υπονοούν άλλου τύπου μάχης όπως οι μάχες που έδωσε η χούντα και χάθηκε η μισή Κύπρος τότε είμαι εναντίον. Γιατί μεγάλωσα στην πράσινη γραμμή και ξέρω τι σημαίνει οι μάχες να δίνονται απλά και μόνο ως μάχες fake. Γιατί ο ελληνισμός δεν έχει άλλα περιθώρια στην Κύπρο. Η μισή Κύπρος είναι ήδη τουρκική».
Μπορεί, φυσικά, να του ξέφυγε του ανθρώπου, εν τη ρύμη του λόγου, όπως είπε και η Ζωή Κωνσταντοπούλου, που τον κάλεσε να ανακαλέσει τη φράση του. Αλλά, όταν απάντησε στις αντιδράσεις των βουλευτών τα έκανε χειρότερα. Ήταν, σε εισαγωγικά η φράση του, εξήγησε, και «η διατύπωση με ακριβώς τις ίδιες λέξεις έχει διατυπωθεί πολλές φορές στην κυπριακή Βουλή χωρίς να προκληθούν αντιδράσεις».
Δεν ξέρουμε σε ποια κυπριακή Βουλή και από ποιον άκουσε να λέγεται, και μάλιστα πολλές φορές, ότι «η μισή Κύπρος είναι ήδη τουρκική», εμείς δεν το ακούσαμε ποτέ, αλλά ήταν ως να έλεγε σε όλους τους Έλληνες να το λένε κι αυτοί και δεν τρέχει τίποτε. Και η αλήθεια είναι ότι τέτοια φράση, υπό όποιες συνθήκες και σε όσα εισαγωγικά και να την κλείσεις, πρέπει να βγαίνει από μέσα σου για να την ξεστομίσεις. Σου ξεφεύγει μόνο αν το έχεις στο μυαλό σου, αν το έχεις αποδεχθεί ως γεγονός. Διότι, αν κάποιος θέλει να δείξει τη σοβαρότητα της κατάστασης, το αναμενόμενο είναι να πει ότι η μισή Κύπρος είναι υπό κατοχή, και όχι ότι είναι τουρκική.
Αυτό είναι το μεγάλο μας πρόβλημα. Ειδικά τώρα που πλησιάζουμε τον μισό αιώνα κατοχής. Παρέδωσαν τα όπλα, κι επειδή δεν έχουν όπλα, παρέδωσαν τα μυαλά τους.
ΠΗΓΗ:https://www.philenews.com/apopsis/arthra-apo-f/article/1441273/megali-tichi-na-echoume-diko-mas-anthropo-stin-kivernisi-ton-athinon/