Του Ακιντζί η… Αποκαθήλωση

26 Φεβρουάριος 2017

Του Χρίστου Χαραλάμπους

Οι στρατηγικές προσεγγίσεις και η βουλιμία μέσα από «αποκαλύψεις προτάσεων»

Δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία η σκλήρυνση της στάσης του Ακιντζί και η εμπάθεια που αποπνέει για τον Αναστασιάδη και το σύνολο των Ε/κ. Κρυμμένες ατζέντες και επικίνδυνες στρατηγικές

Όλα ή τίποτα, η τακτική του κατοχικού ηγέτη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με το μυαλό και στο σχέδιο Β’

Τον μανδύα του βασιλικότερου του βασιλέως Ερντογάν ενδύθηκε απροκάλυπτα ο Μουσταφά Ακιντζί επιβεβαιώνοντας τούς, από το παρελθόν, δύσπιστους και προκαλώντας φοβερή έκπληξη σε όσους έβλεπαν στο πρόσωπό του τη μόνη ελπίδα για απογαλακτισμό των Τ/κ από τις τουρκικές αδιανόητες προσεγγίσεις. Είναι όμως τόσο κεραυνός εν αιθρία οι εξελίξεις;

Με πολιτικό διορατισμό εύκολα κάποιος θα «έπεφτε μέσα». Φτάνει να ανέλυε ορθά και αντικειμενικά τους πάγιους τουρκικούς σχεδιασμούς και τη μαεστρία τους να ξεδιπλώνουν με μικρά βήματα τη στρατηγική που οδηγεί στο αναμενόμενο, γι’ αυτούς, αποτέλεσμα. Και σήμερα αποκαλύπτουμε, με στοιχεία, το θράσος Ακιντζί στο θέμα της πολιτικής ισότητας, να ζητά στην ουσία τον ουρανό με τ’ άστρα.

Τα θέλει όλα, αλλιώς;

Οι δηλώσεις του εγκαθέτου της Άγκυρας, έχοντας στο πλάι του τον φέροντα της τουρκικές ντιρεκτίβες Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ήταν αρκούντως αποκαλυπτικές των θέσεων, προθέσεων, τακτικής και στρατηγικής της τ/κ και τουρκικής πλευράς, που συμπυκνώνονται στη φράση «όλα ή τίποτα, αλλιώς πάμε παρακάτω».

Αφήνοντας κατά μέρος τα προσχήματα και αιτιάσεις για τη δήθεν αλλαγή πολιτικής και την κατ’ ισχυρισμόν επαναφορά του οράματος της Ένωσης, ο Μουσταφά Ακιντζί σήκωσε την παντιέρα της «πολιτικής ισότητας», που αφορά τόσο στην εκ των προτέρων αποδοχή της εκ περιτροπής Προεδρίας, αλλά και στη συμφωνία στο κεφάλαιο της αποτελεσματικής συμμετοχής των Τ/κ στη λήψη αποφάσεων από τα ομοσπονδιακά όργανα».

Βλέποντάς το, δηλαδή, πολιτικά και ενώ στο μείζον ζήτημα ασφάλειας-εγγυήσεων, σε πλήρη συνέργεια με το καθεστώς της Άγκυρας δεν έκαναν ούτε βήμα πίσω, ζητούν ακόμη περισσότερα στο κεφάλαιο εκείνο (διακυβέρνηση) που η Ε/κ είχε να παραχωρεί και που πανθομολογουμένως ό,τι είχε να δώσει ουσιαστικά το έδωσε.

Η προσπάθειά τους να κερδίσουν χρόνο ενόψει τουρκικού δημοψηφίσματος δεν είναι κενή πολιτικού περιεχομένου, αλλά συνοδεύεται, όπως ευδιακρίτως γίνεται αντιληπτό, και από την απόφασή τους να μην κλείσει ούτε ένα από τα ανοικτά ζητήματα. Στόχος, λέγεται στα πολιτικά παρασκήνια, σε ένα πιθανό εκτεταμένο πάρε-δώσε να πωλήσουν πανάκριβα την όποια υποχώρηση -μικρή ή μεγάλη- κάνουν, αν τελικά κάνουν, τόσο στην ασφάλεια όσο και στο εδαφικό.

Αποκαλυπτικός από Γενεύη

Με μια σώφρονα ανάλυση θα μπορούσε οποιοσδήποτε πολιτικός ή τεχνοκράτης ή διαπραγματευτής να διαγνώσει εγκαίρως -από τον καιρό της Γενεύης και του τριημέρου διαπραγματεύσεων που προηγήθηκε της Διάσκεψης- την τ/κ και τουρκική προσέγγιση. Η οποία έκρυβε επιμελώς την αναδιπλούμενη και εντεινόμενη στρατηγική τους απεγκλωβισμού από την (ενδεχομένως) δύσκολη θέση, να συζητούν ενώπιος ενωπίω με τη διεθνή κοινότητα τα ζητήματα ασφάλειας-εγγυήσεων, στα οποία ψάχνουν αλλά δεν βρίσκουν στήριξη από πουθενά.

Και στο πλαίσιο της πιο πάνω στρατηγικής προσέγγισης, «έδειξαν τα δόντια τους» συζητώντας κομβικά θέματα των εσωτερικών πτυχών, ήτοι την εκ περιτροπής Προεδρία, αλλά και την αποτελεσματική συμμετοχή στα όργανα λήψης αποφάσεων. Αμφότερα αποτελούν κεφάλαια της πολιτικής ισότητας, για την οποία φωνασκεί ο Ακιντζί ότι είναι το άλφα και το ωμέγα της ομοσπονδίας.

Κάθε προσπάθεια συγκερασμού των απόψεων ή μείωσης του χάσματος -οι οποίες προσπάθειες ειρήσθω εν παρόδω προήλθαν μόνο από την ε/κ πλευρά- έπεσε στο κενό, καθώς ο Ακιντζί και οι διαπραγματευτές του υιοθέτησαν τη λογική «όλα ή τίποτα». Λύση δηλαδή τουρκικών προδιαγραφών, ή παρατεταμένο αδιέξοδο και ενδεχομένως υλοποίηση άλλων σκέψεων (βλ. σχέδιο Β).

Συμφωνία «αλά καρτ»

Ως είχε ακουστεί, στη Γενεύη η διαπραγματευτική ομάδα του Προέδρου της Δημοκρατίας είχε καταθέσει πολύ συγκεκριμένη εισήγηση-πακέτο για αντιμετώπιση του ανοικτού εδώ και καιρό υποκεφαλαίου της Διακυβέρνησης, με τίτλο «αποτελεσματική συμμετοχή στα όργανα λήψης αποφάσεων». Όπως αποκαλύπτει η «Σημερινή», η πρόταση αφορούσε στα εξής:

– Η ε/κ πλευρά πρότεινε όπως σε εξαιρετικές περιπτώσεις (τρεις τον αριθμό) που οι ρυθμιστικοί φορείς «regulatory bodies) λειτουργούν ως οιωνεί δικαστήρια, η συμμετοχή να είναι 50 – 50, με νικώσα ψήφο στον Πρόεδρο και εκ περιτροπής Προεδρία 2:1. Στα υπόλοιπα σώματα η συμμετοχή να είναι όπως στη δημόσια υπηρεσία 70-30 και οι αποφάσεις να λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία, ώστε να διασφαλίζεται πέραν και πάνω απ’ όλα η αναγκαία λειτουργικότητα του κράτους, των θεσμών και των σωμάτων του.

Η πρόταση -που εύκολα κάποιος θα μπορούσε να χαρακτηρίσει και ως έσχατη υποχώρηση- προφανώς και αποσκοπούσε στην αποτροπή και εξοστρακισμό των λεγόμενων «συγκεκαλυμμένων βέτο» που επιθυμεί διακαώς ο Ακιντζί και τα οποία θα ρίξουν την όποια λειτουργικότητα μιας πιθανής λύσης στον κάλαθο των αχρήστων.

Αντ’ αυτού, όμως, η εκ της τ/κ πλευράς ανταπόκριση ήταν απογοητευτική, εριστική, αλλά και αρκούντως αποκαλυπτική των προθέσεών της, όπως αυτές σιγά-σιγά αποκαλύπτονται το τελευταίο διάστημα και οδηγούν τα πράγματα σε οριστική κατάρρευση. Συγκεκριμένα, όπως μαθαίνει η «Σ» από κύκλους της διαπραγματευτικής ομάδας:

– Η τ/κ πλευρά δέχθηκε τη ρύθμιση για τα ρυθμιστικά σώματα που πρότεινε η ε/κ πλευρά, με την προϋπόθεση η Προεδρία να είναι ίσου χρόνου. Επίσης για τα υπόλοιπα σώματα εμμένει στα «συγκεκαλυμμένα βέτο» με την απαραίτητη ύπαρξη μίας θετικής τ/κ ψήφου στην απόφαση της πλειοψηφίας.

Δηλαδή στην ουσία ο Μουσταφά Ακιντζί, σε πλήρη πάντα συνέργεια με τις επιταγές της Άγκυρας, επιχείρησε -ανεπιτυχώς βέβαια- να επιλέξει από μια συμβιβαστική πρόταση-πακέτο εκείνα τα στοιχεία που τον ευνοούν και για τα υπόλοιπα να υποβάλει απαράδεκτες αξιώσεις. Πέραν δε τούτου, αυτό που από την πρώτη στιγμή προκάλεσε χείριστη εντύπωση ήταν η απαίτηση όπως οι Προεδρίες των οιωνεί δικαστικών σωμάτων είναι όχι μόνο εκ περιτροπής, αλλά και ίσου χρόνου. Θέση που αποδεικνύει και πάλι την τουρκική βουλιμία που ουδέποτε σταματά όταν παίρνει αυτό που ζητά, παραμόνο επεκτείνεται.

Πνέουν τα λοίσθια

Οι συνομιλίες κυριολεκτικά πνέουν τα λοίσθια. Όσο και αν δημοσίως κατατίθεται η αποφασιστικότητα συνέχισής τους, αλλά και η από τις δύο κοινότητες προβληθείσα θέση πως ο διάλογος δεν έχει καταρρεύσει, εντούτοις η αλήθεια είναι πως η συνέχιση του διαλόγου έχει να υπερπηδήσει πολλά και ψηλά εμπόδια. Το μεγαλύτερο εκ των οποίων συμπεριλαμβάνεται στο μείζον ερώτημα που δεν έχει ακόμη απαντηθεί. «Πώς και υπό ποίες προϋποθέσεις θα επαναληφθεί ο διάλογος;».

Και το ερώτημα δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται ή ακούγεται. Θα πρέπει κάποιος να απαντήσει ποιος θα είναι ο αντίκτυπος, αν η συνομιλίες επανακάμψουν μετά από ενδεχόμενη, έστω διά της πλαγίας, αλλαγή της απόφασης της Βουλής για το Ενωτικό Δημοψήφισμα ή, αντίστροφα, πόσο εφικτό είναι το σενάριο ο Μουσταφά Ακιντζί να αφήσει κατά μέρος τις φωνασκίες και αγνοώντας το κλίμα έντασης που ο ίδιος δημιούργησε, να ξανακαθίσει στο ίδιο τραπέζι με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε αλλαγή στο ήσσονος σημασίας επίμαχο ζήτημα του Ενωτικού Δημοψηφίσματος. Πρόκειται για μαθηματική εξίσωση που δύσκολα μπορεί να επιλυθεί, και όταν και εφόσον επιλυθεί θα αφήσει σίγουρα πίσω της νικητές και ηττημένους.

ΠΗΓΗ:http://www.sigmalive.com/simerini/politics/408608/tou-akintzi-i-apokathilosi#sthash.3vqg17Ln.dpuf