27 Μαΐου 2017
του Άριστου Μιχαηλίδη
Άλλο πρόβλημα κι αυτό! Δεν ξέρεις από πού θα σου έρθει τελικά. Μίλησε ο Αρχιεπίσκοπος για τον εποικισμό και χρησιμοποίησε γλώσσα προσβλητική για τους έποικους, ενοχλήθηκε η Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό (ΚΙΣΑ) και τον κατάγγειλε στον Εισαγγελέα για διάπραξη του ποινικού αδικήματος υποκίνησης βίας και μίσους. Ο Εισαγγελέας γνωμάτευσε ότι δεν υπάρχει αδίκημα στις δηλώσεις του Αρχιεπίσκοπου κι έγινε χτες το μέγα ζήτημα. Γιατί να τον απαλλάξει ο Εισαγγελέας, να που έγινε κι αυτός πολιτικός, να που είναι όλοι ρατσιστές και ξενοφοβικοί σε αυτό τον τόπο… Ηρεμήστε, χωριανοί! Για τους παράνομους εποίκους στην κατεχόμενη από ξένο στρατό πατρίδα μας, είναι η συζήτηση, δεν είναι για το κέντρο φιλοξενίας της Κοφίνου.
Το ότι ο Αρχιεπίσκοπος συχνά χρησιμοποιεί γλώσσα, που ενοχλεί πολλούς, δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Και δεν την χρησιμοποιεί μόνο για τους παράνομους έποικους, αλλά και για νόμιμους κατοίκους της χώρας κι αυτό πρέπει να ελεγχθεί αυστηρά όταν παραβιάζει τις σύγχρονες αντιλήψεις περί ρατσισμού και ρητορικής μίσους. Αλλά, εδώ το ζήτημα δεν είναι η γλώσσα του Αρχιεπισκόπου, είναι η αποδοχή του εποικισμού και η υποβάθμιση ενός εγκλήματος πολέμου από Ελληνοκύπριους. Οι οποίοι επί της ουσίας χρησιμοποιούν όσα είπε ο Αρχιεπίσκοπος αλλά και την απόφαση του Εισαγγελέα, για να ξεπλύνουν το έγκλημα. Κατ΄ αρχήν, η Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό, τι ρόλο έχει κι εμφανίζεται αίφνης προστάτης των εποίκων; Είναι θέμα ισότητας, στήριξης ή αντιρατσισμού οι παράνομοι που ήρθαν στην Κύπρο οργανωμένα από την Τουρκία με μοναδικό σκοπό να διαβρώσουν τον κοινωνικό χαρακτήρα των Τουρκοκυπρίων και να αλλοιώσουν τη δημογραφία της Κύπρου; Κατά δεύτερο η νομοθεσία για υποκίνηση βίας και μίσους κατά ομάδων προσώπων «που προσδιορίζεται βάσει της θρησκείας, των γενεαλογικών καταβολών και της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής», δεν αφορά τους έποικους. Τα σχόλια γι΄ αυτούς, όπως αναφέρει και η γνωμάτευση του Εισαγγελέα, δεν γίνονται ούτε λόγω της εθνικής καταγωγής τους, ούτε λόγω της θρησκείας τους, αλλά λόγω του ότι είναι έποικοι. Πέραν αυτού, η νομοθεσία υπάρχει για να καταπολεμήσει τη ξενοφοβία που στρέφεται κατά των οικονομικών μεταναστών ή των προσφύγων, την έλλειψη ανεκτικότητας στη διαφορετικότητα και ευρύτερα να προστατεύσει τα ανθρώπινα δικαιώματα μέσα στη νομιμότητα των κρατών. Τι είδους ξενοφοβία θέλουν να πολεμήσουν η ΚΙΣΑ και διάφοροι άλλοι μελοδραματικοί τύποι (που παρουσιάζουν τον Εισαγγελέα και τον Αρχιεπίσκοπο σαν να περιέπεσαν στο αμάρτημα του απαγορευμένου καρπού και πρέπει να εκπέσουν πάραυτα από τον παραδεισένιο κόσμος μας), όταν το αντικείμενο της αντίδρασης τους είναι η ξενοφοβία και ο ρατσισμός που μπορεί να προκαλέσουν οι δηλώσεις εναντίον ενός από τα μεγαλύτερα εγκλήματα σε βάρος της πατρίδας μας, του εποικισμού.
Παρακολουθούσαμε χτες στο Σίγμα τον διευθυντή της ΚΙΣΑ, Δώρο Πολυκάρπου, ο οποίος έκανε την καταγγελία, να μιλά για «τους Τούρκους πολίτες που διαμένουν στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές» ή για «τους Τούρκους υπήκοους του Βορρά» (δεν είπε ούτε μία φορά τη λέξη κατεχόμενα) ως να μιλούσε για κάποιο νησί της Καραϊβικής, που ο Αρχιεπίσκοπος του ήρθε στα καλά καθούμενα να ονομάσει τους πολίτες του «ανατολίτες και άξεστους», που «δεν πρόκειται να γίνουν Ευρωπαίοι ούτε μετά από 100 χρόνια». Μάλλον, έχουμε χάσει το μέτρο πάλι. Όχι μόνο διαγράψαμε το διεθνές έγκλημα του εποικισμού, όχι μόνο αποδεχτήκαμε τις παράνομες «υπηκοότητες» του κατοχικού καθεστώτος, όχι μόνο καταργήσαμε την κατοχή και αποδεχτήκαμε τη διχοτόμηση βαφτίζοντάς την κατεχόμενη πατρίδα μας «ο Βορράς» (έχει υπήκοους ο Βορράς;), αλλά για να ολοκληρωθεί το έγκλημα πρέπει να διωχθούν και ποινικά όσοι, όπως ο Αρχιεπίσκοπος, συνεχίζουν να λένε τους εποίκους εποίκους και όχι οικονομικούς μετανάστες ή υπήκοους του Βορρά. Διότι, ξαναλέω, το πρόβλημα δεν είναι η γλώσσα του Αρχιεπίσκοπου, που στο κάτω – κάτω αν είναι προσβλητική ή ρατσιστική είναι μικρό το κακό μπροστά στο έγκλημα της κατοχής και του εποικισμού.
Υ.Γ. Όπως αναφέρει ο Εισαγγελέας στη γνωμάτευση του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 3(2) του Νόμου αρ. 134(Ι)/2011, συνιστά ποινικό αδίκημα η υποβάθμιση των εγκλημάτων πολέμου, ένα από τα οποία είναι ο εποικισμός. Όταν τους έποικους τους οποίους το κατοχικό καθεστώς έδωσε παράνομες υπηκοότητες, τους ονομάζει κάποιος «οι Τούρκοι υπήκοοι του Βορρά» θεωρείται ποινικό αδίκημα; Είναι υποβάθμιση των εγκλημάτων πολέμου;